της Σοφίας Σπανέλη
Το παρελθόν και n... σύγχυσn που οδnγεί στην ανάπτυξn της Νάξου με τn Νάξο στο περιθώριο
Περίπτωση μαζικής παράνοιας είναι για κάποιον παρατηρητή, ο τρόπος που διαχειριζόμαστε σαν λαός το παρελθόν μας.
Από τη μία όλο το σύστημα της παιδείας μας έχει βάλει σκοπό να μας απομακρύνει από την ουσία της Ελληνικής Κοσμοθέασης που είναι η λατρεία των φυσικών δυνάμεων και ο απεριόριστος σεβασμός στη Φύση και κατ' επέκταση στο φυσικό περιβάλλον, αλλά και να μας δημιουργήσει, μεταξύ σοβαρού και αστείου, μια χυδαία εικόνα για τη μυθολογία μας σαν ένα παραμυθάκι όπου πρωταγωνιστούν αργόσχολοι με έντονη σεξουαλικότητα.
Από την άλλη πάλι, κάθε φορά που πρέπει να προβάλουμε τη δημόσια εικόνα μας, ειδικά μπροστά στους «ξένους», γυρίζουμε το διακόπτη και γεμίζουμε εθνική υπερηφάνεια για τους φωτοδότες προγόνους μας, τους διάσημους Θεούς μας, τους ιερούς μας τόπους, το παρελθόν μας...
Λαμπρό παράδειγμα της σύγχυσής μας είναι η πρόσφατη περιπέτεια της «δικής μας» Αριάδνης. Η Νάξος είναι το νησί του Διόνυσου και της Αριάδνης, επαναλαμβάνουμε συνεχώς σε τουριστικούς οδηγούς, σε λογότυπα επιχειρήσεων, σε τοπικές γιορτές. Για να δείξουμε μάλιστα σε πόσο μεγάλη εκτίμηση τους έχουμε, στήσαμε ένα άγαλμα μιας αποκεφαλισμένης και ακρωτηριασμένης «Αριάδνης», στην ακρογιαλιά των «Παλατιών», κάτω από την Πορτάρα.
«Κάθε έργο τέχνης είναι έκφραση προσωπικών εμπειριών, πύκνωση της βιοθεωρίας του καλλιτέχνη», πληροφορηθήκαμε μέσα από τα «Ναξιόλογα», την περιοδική έκδοση του Δήμου Νάξου. Κι επειδή η βιοθεωρία του συγκεκριμένου καλλιτέχνη είναι υπερβολικά... συμπυκνωμένη, ειδικά στον τρόπο που αντιλαμβάνεται τη θηλυκότητα, εμείς βάλαμε ένα κομμάτι άμορφο μάρμαρο, που δεν έχει καμία σχέση με την Ελληνική Αισθητική Αντίληψη, να υπερασπίζεται το παρελθόν μας.
Μήπως κι εμείς διακατεχόμαστε υποσυνείδητα από βλακώδη δαιμονοφοβία, ίδια με αυτή των οθωμανών κατακτητών που, από θρησκευτικό φανατισμό, είχαν απαγορεύσει την εξόρυξη παριανού μαρμάρου, για να μην τύχει και φτιάξουν αγάλματα οι Γραικοί και... μπουν οι «αρχαίοι δαίμονες μέσα τους και ζωντανέψουν», όπως γράφει ο Σιμόπουλος;
Με παρόμοια σύγχυση αντιμετωπίζουμε και τα μνημεία μας. Τα βλέπουμε σαν ερείπια, σαν αξιοθέατα και τελικά σαν επιταγές για να εξαργυρώνουμε πιο εύκολα το μύθο και το παρελθόν μας.
Παρελθόν όμως κοντεύει να γίνει και το όμορφο κυκλαδονήσι μας με τις μοναδικές αμμουδιές και τους γραφικούς οικισμούς, που ανακάλυπταν μόλις λίγες δεκαετίες πριν οι πρώτοι ταξιδιώτες. Σήμερα στις αμμουδιές φυτρώνουν δάση από ενοικιαζόμενες ομπρέλες (αφού κάπως έτσι εννοείται η τουριστική αξιοποίηση), στους γραφικούς οικισμούς η θέα περιορίζεται συχνά μέχρι το απέναντι μπαλκόνι, τα ποτάμια μπαζώνονται για να γίνουν οικόπεδα, ενώ ο ορίζοντας πληγώνεται όλο και περισσότερο από όγκους μπετόν, κεραίες και καλώδια. Η παραδοσιακή κυκλαδίτικη αρχιτεκτονική, τόσο ακριβής στην εξυπηρέτηση της ανάγκης και τόσο εναρμονισμένη με τον φυσικό χώρο, χαρακτηρίζεται από την εποχή μας ως «γραφική» και περιορίζεται σε σκηνογραφικό ντεκόρ τουριστικής ατραξιόν.
Από τη σχέση μας με τη Φύση, που είναι το μέτρο των πραγμάτων και ο μοναδικός έγκυρος οδηγός για την όποια λογική πράξη, έχει απομείνει μόνο η κατώτερή της μορφή, αυτή της
εκμετάλλευσης.
Αναμασάμε τις λέξεις «γραφικό νησί» από κεκτημένη μόνο ταχύτητα, ενώ οι μόνοι γραφικοί είμαστε εμείς οι ίδιοι.
Τελικά ούτε το πρόσφατο παρελθόν μας δεν μπορούμε να διαχειριστούμε με κάποιο μέτρο. Με τη φόρα που πήραμε θα καταφέρουμε μέσα σε χρονικό διάστημα δύο γενιών να καταστρέψουμε ό,τι δημιούργησαν όλες οι προηγούμενες γενιές μαζί.
Επαναπαυόμαστε, γιατί γνωρίζουμε ότι η Νάξος έχει ακόμα μεγάλα αποθέματα πλούτου για κατανάλωση. Ωστόσο τις τρεις τελευταίες δεκαετίες, την εξαντλήσαμε!
Πέσαμε επάνω της σαν νεοφώτιστσι χρυσοθήρες που ανακάλυψαν φλέβα χρυσού.
Υποβιβάσαμε το νησί από γενέθλιο τόπο ενός θεού σε «τουριστικό προορισμό» και με αυτή τη βάση κτίζουμε το μέλλον.
Δεν μπορούμε να καταλάβουμε ότι, μόνο αν το νησί είναι όμορφο στα δικά μας μάτια, τότε θα εξακολουθεί να είναι όμορφο και στα μάτια των επισκεπτών του.
Αλλιώς θα πεταχτεί σύντομα στα αζήτητα της τουριστικής αγοράς, σαν στυμμένη λεμονόκουπα.
Το χειρότερο από όλα είναι ότι έχουμε μεταφέρει στους νέους τη δική μας σύγχυση, τη λάθος εικόνα, μέσα από τους παραμορφωτικούς καθρέφτες της απληστίας και της άγνοιάς μας:
« . . . Ο τόπος μου είναι ωραίος. Έχει πολλά σπίτα, πολλά παιδιά και ένα σχολείο. Ο τόπος μου είναι τόσο ωραίος που ακόμα και οι τουρίστες τον επισκέπτονται συχνά.. .», γράφει στην έκθεσή της με θέμα «ο τόπος μου», μαθήτρια δημοτικού σχολείου σε χωριό της Νάξου.
Τα συμπεράσματα δικά σας...
Μοναδικό αισιόδοξο μήνυμα των καιρών, είναι το γεγονός ότι όλο και πληθαίνουν οι φωνές των ανθρώπων και των εντύπων που δεν δέχονται την παγιωμένη διάχυτη αντίληψη, ότι τα πράγματα έτσι είναι και δεν αλλάζουν, ότι η εξέλιξη είναι μονόδρομος, ότι ανάπτυξη σημαίνει διαρκή έκπτωση στην αισθητική.
Το μέλλον θα δείξει...
πηγή: περιοδικό ΑΡΧΑΤΟΣ
Σημείωση 11ο Τεύχος