Μπορεί το ψιλό μπαρμπουνάκι να είναι νόστιμο, αλλά σκεφτήκατε ποτέ αν η αλιεία του είναι νόμιμη και σε ποιο βαθμό η κατανάλωσή του μπορεί να επηρεάσει την πληθυσμιακή εξέλιξη του είδους;
Για αιώνες επικρατούσε η αντίληψη ότι τα ψάρια στις θάλασσες του πλανήτη μας είναι στην ουσία ανεξάντλητα και ότι είναι αδύνατον να απειληθούν από την εντατική αλιεία. Η πραγματικότητα όμως επιβεβαιώνει το αντίθετο. Η αλιεία τις τελευταίες δεκαετίες έχει εξελιχθεί τόσο πολύ με αποτέλεσμα να καταλήγουμε στην υπεραλίευση κάποιων ειδών. Αυτό συμβαίνει γιατί ψαρεύονται μεγαλύτερες ποσότητες ψαριών και με ταχύτερους ρυθμούς από τους φυσικούς ρυθμούς αναπαραγωγής τους. Στην χώρα μας, σύμφωνα με επιστημονικές έρευνες, πολλά είδη που αποτελούν γαστριμαργικές απολαύσεις των Ελλήνων, όπως η κουτσομούρα, ο μπακαλιάρος, το χταπόδι, η γάμπαρη, η γαρίδα, η καραβίδα, έχουν χαρακτηριστεί ως υπεραλιευμένα.
Η εντατική αλιεία του γόνου, των νεαρών δηλαδή ψαριών που δεν έχουν φτάσει ακόμα στο στάδιο την αναπαραγωγής, στερεί την δυνατότητα στα νεαρά ψάρια να ωριμάσουν, να ενισχύσουν το απόθεμα και να συμβάλουν στην ανάπτυξή του. Σε αυτήν την κατηγορία ανήκει και το ψιλό μπαρμπουνάκι που λέγαμε παραπάνω!
Για να προστατευθούν οι πληθυσμοί των ψαριών έχουν θεσπιστεί κάποιοι κανόνες ανάμεσα στους οποίους είναι και ο καθορισμός των ελάχιστα επιτρεπόμενων μεγεθών για τα ψάρια. Το ελάχιστο μέγεθος του κάθε ψαριού καθορίζεται από βιολογικούς παράγοντες, από τις συνθήκες της αγοράς καθώς και κάποια τεχνικά ζητήματα που έχουν να κάνουν με τις μεθόδους αλιείας. Σχετικός Ευρωπαϊκός Κανονισμός, στον οποίο προσαρμόσθηκε και η ελληνική νομοθεσία, ορίζει τα ελάχιστα επιτρεπόμενα μεγέθη των εμπορικών ψαριών. Σύμφωνα με αυτό τον Κανονισμό, όλα τα ψάρια που είναι μικρότερα από τα ανάλογα μεγέθη έχουν αλιευθεί παράνομα.
Δυστυχώς όμως η πρόσφατη έρευνα της Greenpeace στις ιχθυόσκαλες του Κερατσινίου και της Θεσσαλονίκης αποκάλυψε ότι εύκολα βρίσκει κανείς από γόπες, μαρίδες, αθερίνες και σκουμπριά μέχρι και ξιφίες σε πολύ μικρά μεγέθη. Τα ψάρια αυτά είναι παράνομα, αλλά διακινούνται χωρίς κανένα πρόβλημα στις αγορές και τα εστιατόρια. Το 2004 διακινήθηκαν πάνω από 1.445 τόνοι γόπας και 1.182 τόνοι μαρίδας από την ιχθυόσκαλα Κερατσινίου. Το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης δεν έχει κανένα τρόπο να γνωρίζει τι μέρος αυτής της ποσότητας ήταν γόνος και ποιες θα είναι οι μακροχρόνιες επιπτώσεις στην εξέλιξη του πληθυσμού των συγκεκριμένων ειδών στις θάλασσές μας. Είναι προφανής η έλλειψη σοβαρών ελέγχων σε ολόκληρο τον κύκλο της αγοράς.
Το μέγεθος, λοιπόν, για τα ψάρια δεν μετράει απλά, αλλά αποτελεί έναν από τους βασικούς παράγοντες για να τα μην λείψουν ποτέ από το τηγάνι ή τη σχάρα μας. Εμείς, σαν καταναλωτές και ως επαγγελματίες μπορούμε να συμβάλλουμε αποφασιστικά στην εξασφάλιση ενός καλύτερου μέλλοντος για τα ψάρια και τους ψαράδες. Αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι να ενημερωθούμε για τα επιτρεπόμενα μεγέθη των ψαριών. Να προσέχουμε και να μην αγοράζουμε ή να πουλάμε ψάρια με μικρότερο μήκος από το επιτρεπόμενο. Επίσης οι ψαράδες θα πρέπει να προσέχουν ώστε να μην πιάνουν ψάρια μικρότερα από το επιτρεπόμενο για να εξασφαλίσουν έτσι ότι θα είναι πάντα τα δίχτυα τους γεμάτα.
Με αυτούς τους τρόπους βοηθάμε ουσιαστικά στη διατήρηση των πληθυσμών των ψαριών και φροντίζουμε, ώστε και οι επόμενες γενιές να απολαμβάνουν τα αγαπημένα μας ψάρια στο τραπέζι τους.
Σημείωση 6ο Τεύχος