Ενώ κατέβαινα πάλι προς το λιμάνι, μου έτυχε μια παράξενη περιπέτεια μέσα σ' έναν από τους μύλους με τα έξι φτερά που διακοσμούν τόσο αλλόκοτα τα υψώματα όλων των ελληνικών νησιών. Ένας ανεμόμυλος με έξι φτερά να χτυπούν χαρούμενα τον αέρα, σαν τα μακριά διάφανα φτερά των τζιτζικιών, βλάπτει πολύ λιγότερο την προοπτική από ό,τι οι απαίσιοι μύλοι της Πικαρδίας ωστόσο και τούτοι παρουσιάζουν μέτριο θέαμα μπροστά στα επιβλητικά ερείπια της αρχαιότητας. Δεν είναι θλιβερό να σκέφτεσαι ότι η ακτή της Δήλου είναι γεμάτη ανεμόμυλους; Οι μύλοι είναι και η μοναδική σκιά αυτών των άγονων τόπων που ήταν άλλοτε σκεπασμένοι με ιερά δάση.
Καθώς κατέβαινα από την παλιά Σύρα προς την νέα πόλη η οποία έχει χτιστεί στην παραλία, πάνω στα ερείπια της αρχαίας Ερμούπολης, θέλησα να ξεκουραστώ στη σκιά ενός από αυτούς τους μύλους που το ισόγειό τους είναι συνήθως καπηλειό. Μπροστά στην πόρτα υπάρχουν τραπέζια και σου σερβίρουν, μέσα σε μποτίλιες ντυμένες με ψάθα, ένα μέτριο κοκκινέλι που μυρίζει κατράμι και πετσί μια γριά πλησιάζει στο τραπέζι που κάθομαι και μου λέει: Κοκονίτζα! καλί!*... Είναι γνωστό ότι τα νέα ελληνικά είναι πολύ πιο κοντά στ' αρχαία από ό,τι νομίζουμε. Αυτό το διαπιστώνουμε και από τις εφημερίδες που, αν και οι περισσότερες είναι γραμμένες στ' αρχαία, τις καταλαβαίνουν όλοι... Δεν θεωρώ τον εαυτό μου δεινό ελληνιστή, κατάλαβα όμως καλά από τη δεύτερη λέξη ότι επρόκειτο για κάτι ωραίο. Όσο για το ουσιαστικό κοκονίτζα, άδικα αναζήτησα τη ρίζα του στη μνήμη μου, δεν είχε συγκρατήσει άλλο από μερικά κλασικά δεκάστιχα του Λανσελό.
Στο κάτω κάτω, αναλογίστηκα, αυτή η γυναίκα βλέπει ότι είμαι ξένος και θέλει να μου δείξει κανένα ερείπιο ή κανένα άλλο αξιοθέατο. Ίσως πάλι να φέρνει κάνα ερωτικό ραβασάκι, αφού βρισκόμαστε στην Ανατολή, τη χώρα της περιπέτειας.
Και καθώς μου έκανε νόημα να την ακολουθήσω, την πήρα το κατόπι. Με οδήγησε λίγο πιο πέρα σ' έναν άλλο μόλο. Αυτό δεν ήταν πια καπηλειό: κάτι που έμοιαζε με άγρια φυλή αποτελούμενη από εφτά οχτώ κακοντυμένα ύποπτα άτομα είχε καταλάβει το εσωτερικό της κάτω αίθουσας. Μερικοί κοιμόνταν, άλλοι έπαιζαν κότσια. Αυτή η οικογενειακή σκηνή δεν είχε τίποτα το χαριτωμένο. Η γριά μου έγνεφε να μπω. Μαντεύοντας περίπου τον προορισμό του ιδρύματος έδειξα ότι ήθελα να ξαναγυρίσω στην τίμια ταβέρνα όπου με είχε συναντήσει. Με κράτησε από το χέρι φωνάζοντας ξανά: Κοκονίτζα! Κοκονίτζα! και βλέποντας την απέχθεια που μου προκαλούσε η ιδέα να μπω στο σπίτι, μου έγνεφε να μείνω εκεί όπου στεκόμουν.
Τραβήχτηκε λίγο πιο πέρα κι έμοιαζε να έχει στήσει καρτέρι πίσω απόνα φράχτη με φραγκοσυκιές στην άκρη του μονοπατιού που οδηγούσε στην πόλη. Κάπου κάπου περνούσαν μερικές χωριατοπούλες κουβαλώντας μεγάλα χάλκινα δοχεία, στον γοφό τους αν ήταν άδεια, στο κεφάλι αν ήτανε γεμάτα. Πηγαινόρχονταν σε μια πηγή που βρισκόταν εκεί κοντά. Αργότερα έμαθα πως ήταν η μοναδική πηγή του νησιού. '?ξαφνα η γριά άρχισε να σφυρίζει, μια χωρική σταμάτησε και πέρασε βιαστικά μέσα από ένα άνοιγμα του φράχτη. Με μιας κατάλαβα το νόημα της λέξης κοκονίτζα! Επρόκειτο για κάποιας λογής κυνήγι κοριτσιών. Η γριά σφύριζε... σίγουρα την ίδια μελωδία που σφύριξε ο γέρο-όφις κάτω από το δέντρο του κακού... και μία άμοιρη χωρική έπεσε στην παγίδα.. Στα ελληνικά νησιά όσες γυναίκες βγαίνουν από το σπίτι τους καλύπτουν το πρόσωπό τους λες και βρίσκονται σε τουρκότοπο. Ομολογώ ότι δε θα με δυσαρεστούσε, για μία μέρα που περνούσα στην Ελλάδα, να δω τουλάχιστον ένα γυναικείο πρόσωπο. Ωστόσο, αυτή η απλή περιέργεια ενός ταξιδιώτη, δεν ήταν κιόλας ένα είδος συναίνεσης στο παιχνίδι της απαίσιας
γριάς; Η νεαρή γυναίκα στεκόταν αμήχανη και φαινόταν να τρέμει' ίσως και να ήταν η πρώτη φορά που ενέδιδε στον πειρασμό ο οποίος την παραμόνευε πίσω από τούτο τον μοιραίο φράχτη! Η γριά σήκωσε τη μίζερη γαλάζια μαντίλα της χωρικής. Είδα ένα πρόσωπο χλωμό, κανονικό, με μάτια κάμποσο άγρια' Μο χοντρές μαύρες πλεξούδες έζωναν το κεφάλι της, σαν τουρμπάνι. Δεν υπήρχε πάνω της τίποτα από την επικίνδυνη γοητεία της αρχαίας εταίρας και μέσα σ' όλα, γύριζε κάθε τόσο ανήσυχα κατά τα χωράφια λέγοντας: Ο άνδρος μου! Ο άνδρος μου!* Ολόκληρη η στάση της ανάδινε περισσότερο τη μιζέρια παρά τον έρωτα. Ομολογώ ότι δεν έκανα μεγάλη προσπάθεια για ν' αντισταθώ στη γοητεία της. Της έπιασα το χέρι, της έβαλα μέσα τρεις δραχμές και της έγνεψα ότι μπορούσε να ξανακατεβεί στο μονοπάτι.
Μια στιγμή φάνηκε να διστάζει, ύστερα, φέρνοντας το χέρι στα μαλλιά, τράβηξε από τις πλεξούδες της οι οποίες τυλίγονταν γύρω στο κεφάλι, ένα φυλαχτό σαν εκείνα που φορούν όλες oι γυναίκες της Ανατολής και μου το 'δωσε λέγοντας μία λέξη την οποία δεν κατάλαβα. Ήταν ένα μικρό όστρακο από αρχαίο αγγείο ή λύχνο, που θα το είχε δίχως άλλο μαζέψει από τα χωράφια, τυλιγμένο σ' ένα κομμάτι κόκκινο χαρτί και που πάνω του μου φάνηκε πως ξεχώρισα μια μικρή μορφή θεότητας πάνω σε άρμα φτερωτό, ανάμεσα σε φίδια. Κατά τ' άλλα το ανάγλυφο ήταν τόσο φθαρμένο ώστε μπορούσες να δεις ό,τι ήθελες...
Ας ελπίσουμε ότι θα μου φέρει γούρι στο ταξίδι μου.
Όταν ξανακατέβηκα στο λιμάνι, είδα μερικές αφίσες που διαφήμιζαν την τραγωδία Μάρκος Μπότσαρης του Αλέκου Σκότσου και στη συνέχεια κάποιο μπαλέτο, όλα αυτά τυπωμένα στα ιταλικά για την εξυπηρέτηση των ξένων. Αφού δείπνησα στο ξενοδοχείο της Αγγλίας, σε μια μεγάλη αίθουσα διακοσμημένη με ταπετσαρία που παρίστανε διάφορες μορφές, ζήτησα να με οδηγήσουν στο Καζίνο, όπου θα δινόταν η παράσταση. Στην είσοδο υπήρχε κάτι σαν ταμείο για πίπες όπου οι θεατές πριν μπουν μέσα άφηναν τα μεγάλα τσιμπούκια τους από ξύλο κερασιάς: οι ντόπιοι δεν καπνίζουν πια στο θέατρο για να μην ενοχλούν τους άγγλους περιηγητές που κρατούν τα καλύτερα θεωρεία. Δεν υπήρχαν παρά μόνο άντρες, καθώς και μερικές γυναίκες ξένες. Περίμενα με ανυπομονησία να σηκωθεί η αυλαία για να κρίνω την απαγγελία των ηθοποιών. Το έργο άρχισε με μια εισαγωγική σκηνή ανάμεσα στον Μπότσαρη και ένα Παλικάρι, τον μπιστικό τοu. Η στομφώδης απαγγελία και οι λαρυγγισμοί τους δεν θα μου είχαν επιτρέψει να καταλάβω το νόημα των στίχων, ακόμα και αν είχα τις απαιτούμενες γνώσεις ύστερα, οι Έλληνες προφέρουν το ήτα ι, το θήτα ζ, το βήτα β, το ύψιλον u, και ούτω καθεξής. Έτσι φαίνεται πως θα ήταν η αρχαία προφορά, στο πανεπιστήμιο όμως μας τα διδάσκouv αλλιώτικα.
Στη δεύτερη πράξη εμφανίστηκε ο Μουσταή πασάς, ανάμεσα στις γυναίκες του χαρεμιού του, που ήταν άντρες ντuμένοι οδαλίσκες. Φαίνεται ότι στην Ελλάδα δεν επιτρέπεται στις γυναίκες να βγαίνουν στο θέατρο. Αλλόκοτα ήθη! Καθώς παρακολουθούσα την εξέλιξη του έργου άρχισα να καταλαβαίνω σιγά σιγά ότι ο Μάρκος Μπότσαρης ήταν ένας νέος Λεωνίδας που, με τα τριακόσια παλικάρια τοu, ξαναζωντάνευε το έπος των τριακοσίων Σπαρτιατών. Το κοινό χειροκροτούσε ζωηρά αυτό το ελληνικό δράμα που, αφού εκτυλίχτηκε σύμφωνα με τους κλασικούς κανόνες, τελείωσε μέσα σε τουφεκιές.
Ξαναγύρισα στο ατμόπλοιο και απόλαυσα το μοναδικό θέαμα της πυραμιδωτής πόλης, που ήταν φωτισμένη ως τα πιο ψηλά σπίτια της. Ήταν αληθινά bαbylonian, όπως θα 'λεγε κι ένας Εγγλέζος. ?φησα στη Σύρα το αυστριακό καράβι και επιβιβάστηκα στο γαλλικό Λεωνίδας που φεύγει για την Αλεξάνδρεια: το ταξίδι κρατάει τρεις μέρες.
---------------------------------------------------
Ζεράρ ντε Νερβάλ - Ταξίδι στην Ανατολή
Μετάφραση Πωλίνα Πεφάνη,
Εκδόσεις Στοχαστής,
Σημείωση 20ο Τεύχος