Welcome to eyploia.aigaio-net.gr!

     On Line Πλοία
Για να δείτε τα πλοία
On line στο Αιγαίο
πατήστε εδώ.

     Ανακοίνωση
 ΥΠΟΓΡΑΨΤΕ
Για να σωθεί η Σαντορίνη
και το Αιγαίο από
την τοξική βόμβα βυθού
Sea Diamond

 SIGN the PETITION
and help protect Santorini
and the Aegean Sea
from toxic dangers
 


     Κατηγορίες
?γρια Ζωή
Αεροδρόμια Λιμάνια
Αιολικά Πάρκα
Αλιεία
Ανανεώσιμες Π. Ε.
Απόβλητα
Απορ/τα-Ανακύκλωση
Απόψεις-Ιδέες
Βιοτοποι/βιοπ/λότητα
?γρια Ανάπτυξη
Βιώσιμη Ανάπτυξη
Δάση
Διάνοιξεις Δρόμων
Διατροφή
Διάφορα
Δίκτυο
Εκδηλώσεις-Ενημέρωση
Ενέργεια
Έρωτας και Αιγαίο
Θάλασσα-Ακτές
Κεραίες
Κλίμα
Κοινωνία Πολιτών
Κτηνοτροφία
Κυνήγι
Μ.Μ.Ε.
Νερό
Οικολογική Γεωργία
Παραδοσιακοί Οικισμοί
Περιβάλλον
Πολιτισμός
Ρύπανση
Συγκοινωνία
Τουρισμός
Φίλοι των ζώων
Φυσικοί Πόροι
Χωροταξία

     Νησιά


     Επιλογές
·Θέματα
·Αρχείο ?ρθρων

·1ο Τεύχος
·2ο Τεύχος
·3ο Τεύχος
·4ο Τεύχος
·5ο Τεύχος
·6ο Τεύχος
·7ο Τεύχος
·8ο Τεύχος
·9ο Τεύχος
·10ο Τεύχος
·11ο Τεύχος
·12ο Τεύχος
·13ο Τεύχος
·14ο Τεύχος
·15ο Τεύχος
·16ο Τεύχος
·17ο Τεύχος
·18ο Τεύχος
·19ο Τεύχος
·20ο Τεύχος
·21ο Τεύχος
·22ο Τεύχος

     Who's Online
Υπάρχουν επί του παρόντος 10 Επισκέπτης(ες) και 0 Μέλος(η) που είναι συνδεδεμένος(οι)

Είσαστε ανώνυμος χρήστης. Μπορείτε να εγγραφείτε πατώντας εδώ

     Search



     Έπαθλο

Το περιοδικό της Πελοποννήσου


 Περιβάλλον: Χριστιανισμός και φύση, του Τάκη Νικολόπουλου

ΝησιάΕίναι ιστορική αλήθεια ότι το παρελθόν της Εκκλησίας στον χώρο της οικολογίας είναι «αμαρτωλό». Πράγματι, ως κυρίαρχη θρησκεία του «ανεπτυγμένου» κόσμου και θεμελιώδες υπόβαθρο και στήριγμα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, ο Χριστιανισμός, ιδίως ο δυτικός, ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για την καταστροφή της φύσης από τότε που, στον Μεσαίωνα, αυτός επιβλήθηκε στον παγανισμό. Το θεολογικό επιχείρημα ήταν η ανωτερότητα και μοναδικότητα του ανθρώπου, όπως δίδασκαν ο Αυγουστίνος και ο Θωμάς ο Ακινάτης, η οποία συνδέθηκε με την πίστη στην έννοια της διηνεκούς προόδου, της ποσοτικοποίησης της φύσης και της κυριαρχίας επ' αυτής, κουλτούρα που δεν συναντάμε σε καμία ως τότε φιλοσοφία και ιδεολογία (ελληνική, ρωμαϊκή, ανατολική).

Οι φυσιολάτρες, κατά συνέπεια, όπως ο Αγιος Φραγκίσκος της Ασίζης, ή οι οπαδοί της θεωρίας των πολλαπλών και έλλογων κόσμων, όπως (παλαιότερα) ο Ωριγένης, εδιώκοντο ή κατεδικάζοντο ως αιρετικοί και ενίοτε κατέληγαν και στην πυρά. Βέβαια μερικοί, όπως ο John Passmore, δεν συνδέουν υποχρεωτικά την καταστροφή της φύσης με την ανωτερότητα και μοναδικότητα του ανθρώπου, αφού ο τελευταίος δεν νομιμοποιείται να μεταβάλλει τον κόσμο κατά το δοκούν· μόνο ο Δημιουργός του ξέρει τι είναι καλό γι' αυτόν.

Οπως και να 'χει, η Εκκλησία δεν σταμάτησε να μην ενθαρρύνει, αν δεν εμπόδιζε, περιβαλλοντικές πρωτοβουλίες ή να λαμβάνει θέσεις συντηρητικές, αν όχι καταστροφικές, στα οικολογικά προβλήματα, κατάσταση που χαρακτηρίζει ακόμη και σήμερα αρκετές φορές την Εκκλησία της Ελλάδος.

Είναι γεγονός όμως επίσης ότι τα τελευταία χρόνια η Εκκλησία και ειδικότερα και ιδιαίτερα το Οικουμενικό Πατριαρχείο δραστηριοποιούνται, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στον χώρο της οικολογίας, αλλά και δειλά δειλά στον χώρο της συνεργασίας με περιβαλλοντικούς φορείς. Η σημαντική συλλογή κειμένων - εισηγήσεων που περιλαμβάνονται στον τόμο «Οικολογία και Εκκλησία» (εκδόσεις Ηλίβατον - Ευώνυμος Οικολογική Βιβλιοθήκη), που επιμελήθηκαν οι Θ. Νάντσου και Μ. Κουρουζίδης, με τη συνεργασία της Γ. Φέλιου, αποτυπώνει το ενδιαφέρον επί του σχετικού θέματος των εκκλησιαστικών φορέων και παραγόντων, αν και οι τελευταίοι ευρίσκονται κάτω από διαρκή υποψία ότι το όψιμο αυτό ενδιαφέρον βασικό στόχο έχει τη συμμετοχή για λόγους προβολής στο γενικευμένο, εδώ όμως και δεκαετίες, αίτημα της προστασίας του περιβάλλοντος.

Οπως προκύπτει από τις δύο πρώτες συμβολές στον τόμο (Κουρουζίδης, Μπέγζος), στο κέντρο της προβληματικής των σχέσεων οικολογίας και Εκκλησίας είναι η δημιουργία (του κόσμου από τον Θεό, όπως αυτή εξιστορείται στη Γένεση). Μάλιστα, ενώ στην ανατολική εκκλησιαστική παράδοση αυτή διαπλέκεται διαλεκτικά με την εξέλιξη, μέσω του σχήματος κτιστό - άκτιστο, και τελικά συγκλίνει προς αυτή («δημιουργία και εξέλιξη» ή δημιουργία κατ' εικόνα του Θεού μέσω της εξέλιξης), στη δυτική εκκλησιαστική παράδοση αυτή τίθεται σε αντιπαραθετικό δίλημμα με την εξέλιξη, αλλά και με τη σύγχρονη κβαντική φυσική.

Ο Δαρβίνος αναβάθμισε την ως τότε υποτιμημένη από τους δυτικούς θεολόγους, όπως είπαμε, φύση, αποδίδοντάς της αυθυπαρξία και αυταξία. Ο δε άνθρωπος εντάσσεται πλέον οργανικά σ' αυτή. Στη σχετική αντιπαραθετική συζήτηση ακόμη και σήμερα οι υπερασπιστές της δημιουργίας (δημιουργιστές) προσπαθούν σε μια κίνηση εξομοίωσης της γνώσης με την πίστη μέσω των κειμένων αφενός να αποδείξουν «επιστημονικά» - αυθεντικά (μέσα από τις Γραφές και ιδίως τη Γένεση) τη δημιουργία του ανθρώπου («επιστημονικός δημιουργισμός»), αφετέρου να απορρίψουν την εξέλιξη. Ομως η «επιστημονική» απόδειξη των θεολόγων δεν μπορεί να υποβληθεί στη βάσανο της επαληθευσιμότητας ή της διαψευσιμότητας, αφού το δόγμα και ο ανθρωπομορφισμός επικρατεί (βλ., π.χ., τη διδασκαλία περί του κτιστού κόσμου - άκτιστου Θεού στο Εξαήμερο του Μεγ. Βασιλείου), (Ματσούκας).

Πιο συνετή φαίνεται η άποψη ότι η θεολογία πρέπει να κάνει την καλύτερη δυνατή χρήση του δαρβινισμού στο θέμα της αντιμετώπισης της οικολογικής κρίσης (μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης). Αλλωστε, σύμφωνα με τον βρετανό εξελικτιστή - γενετιστή Στιβ Τζόουνς, και εκείνοι που αποδέχονται την εξέλιξη στην πραγματικότητα ενδιαφέρονται για το σχέδιο του Θεού. «Δεν έχουν καμία δυσκολία να δουν το χέρι του Θεού πίσω από τη θεωρία της εξέλιξης».

Με τη φυσική επιστήμη επίσης ενοποιείται η φύση με το γεγονός: καθετί που «είναι» ταυτόχρονα «συμβαίνει» στον χωροχρόνο (μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης). Αλλά και το υποκείμενο πλέον ενοποιείται με το αντικείμενο, το γεγονός με τη δομή, δυνάμει της κβαντικής μηχανικής, αλλά και της νέας αναλυτικής προσέγγισης του βιολόγου Ζοέλ ντε Ρόσνεϊ.

Εν κατακλείδι η φυσική και η βιολογία οδηγούν, «πιέζουν», προς μια νέα ανάγνωση της παραδοσιακής θεολογίας για την αντιμετώπιση του οικολογικού προβλήματος, ιδίως μέσα από τη χριστιανική λειτουργία και την ασκητική.

Στο οικολογικό επίπεδο η αντιπαράθεση αυτή εκφέρεται, ως γνωστόν, με δύο βασικές τάσεις: τον ανθρωποκεντρισμό [έστω και ως συνανθρωπισμό (πατριάρχης Βαρθολομαίος)], στον οποίο η χριστιανική θρησκεία συνέβαλε αποφασιστικά, και τον βιοκεντρισμό, την κοινωνική οικολογία και τη βαθιά οικολογία.

Στο πρακτικό επίπεδο μπορούμε ίσως να διακρίνουμε δύο επίπεδα των σχέσεων Ορθόδοξης Εκκλησίας και περιβάλλοντος: Ενα «ανώτερο», όπου η (επίσημη) Εκκλησία δεν έχει να παρουσιάσει μια θετική εμπειρία σε σχέση με τη γενική, αλλά καθημερινή διαχείριση και στάση απέναντι στο περιβάλλον (κυρίως στον ιδιοκτησιακό τομέα) και ένα «κατώτερο», όπου η (ορθόδοξη) παράδοση, ιδίως η μοναστηριακή και η ασκητική, έχει να παρουσιάσει μια οικολογική διαχείριση (π.χ., βιολογικές καλλιέργειες) και στάση απέναντι στον φυσικό χώρο (μοναχοί Θεόξενος και Σπυρίδων). Ο μοναχός είναι ο κηπουρός της φύσης και ο φύλακάς της γιατί εκεί είναι η φυσική του κατοικία.

Ιδιαίτερα η διαφύλαξη της φύσης και του περιβάλλοντος αποτυπώνεται, σύμφωνα με τα κείμενα, στα Ιερά Μυστήρια (Θεία Ευχαριστία, Βάπτισμα, Ευχέλαιο) και στις αγιαστικές πράξεις. Δεν εκπλήσσει συνεπώς ότι, σύμφωνα με την παράδοση, η προστασία του περιβάλλοντος δεν είναι μόνο επιστημονικό ζήτημα («διαχειριστικό»), αλλά και πνευματικό και ηθικό πρωτίστως, συνδεόμενο έτσι με τη δημιουργία οικολογικής συνείδησης (πατριάρχης Βαρθολομαίος). Είναι όμως η ηθική της οικολογικής κρίσης; Κατά τον μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννη, η Εκκλησία δεν θα πρέπει να ενστερνίζεται την ηθική και τη λογική για την αντιμετώπιση της οικολογικής κρίσης. Αλλωστε μια συγκεκριμένη ηθική και μια συγκεκριμένη λογική δεν οδήγησαν στη σημερινή οικολογική κρίση· πρέπει, αντίθετα, κατά τον ίδιο, να ανατρέξουμε στις πριν από τον Διαφωτισμό περιοχές της μυθολογίας, της φαντασίας και του μυστηριακού ως μεθόδων θεώρησης του «κόσμου» («κοσμοθεωριών»), κατανόησης δηλαδή του κόσμου ως μυστηρίου, ως ιερής πραγματικότητας.

Στα πλαίσια ενός νέου πολιτισμού με «λειτουργική διάσταση» ο άνθρωπος θα είναι ο «ιερέας της δημιουργίας», όπου ως «ιεροσύνη» νοείται η «προσφορά», το «άνοιγμα» δηλαδή προς το επέκεινα (Θεό) και προς μια υπερβατική σχέση με τον «άλλον». Και τούτο ο άνθρωπος το κάνει όχι ως σκεπτόμενο υποκείμενο, αλλά ως πρόσωπο αγαπών. Είναι αλήθεια ότι οι εισηγήσεις που εμπεριέχονται στον τόμο «Οικολογία και Εκκλησία» εκφράζουν κυρίως, αλλά όχι μόνο, τη θεολογική και δογματική άποψη επί του οικολογικού προβλήματος και είναι φανερή η προσπάθεια να δοθεί μια άλλη διάσταση στη θεωρητική αντιμετώπισή του, εν όψει και των νέων επιστημονικών εξελίξεων, περισσότερο οικολογική και ελπιδοφόρα, ακόμη και μέσα στην εσχατολογικά καταστροφική διαδικασία της Αποκάλυψης του Ιωάννη. Αλλωστε σ' αυτή ο Θεός συνδέει πολύ στενά τον άνθρωπο με τη φύση (Αγουρίδης).

Ισως όμως θα πρέπει κάποτε να δοθεί περισσότερη έμφαση στην πρακτική στάση της Εκκλησίας απέναντι στο πρόβλημα του περιβάλλοντος και να πάψει να είναι αυτό αντικείμενο μόνο θεολογικών συζητήσεων.

Υπ' αυτήν τη νέα ηθική αναγκαιότητα δεν έχει πλέον κανένα νόημα η διαμάχη (ούτε καν η σύγκλιση) ανάμεσα στη δημιουργία και στην εξέλιξη, αλλά η συστράτευση επί ενός πραγματικού προβλήματος. Προς αυτή άλλωστε την κατεύθυνση της συνυπευθυνότητας Εκκλησίας και επιστήμης πρέπει, σύμφωνα με τον εξελικτιστή Λευτέρη Ζούρο, να ερμηνευθεί και η επίσημη αναγνώριση από την Καθολική Εκκλησία με παπική εγκύκλιο το 1996 της θεωρίας της βιολογικής εξέλιξης. Με λίγα λόγια η Εκκλησία καλείται, ως θεσμός πλέον, να παίξει συγκεκριμένο ιστορικό ρόλο με συγκεκριμένες αποφάσεις και στάσεις στον χώρο «ανάμεσα στην εξέλιξη ή στη μη εξέλιξη» (δημιουργία). Γιατί, αν αλήθεια, σύμφωνα με τον Μάξιμο τον Ομολογητή, είναι η κατάσταση των μελλόντων, «τότε αλήθεια είναι και παν ό,τι συντελεί και εις την συμμετοχήν μας εις την κατάσταση αυτήν» (χριστουγεννιάτικο μήνυμα του πατριάρχη Βαρθολομαίου). Ετσι, κατά το καντιανό σχήμα, από τη μάταιη μεταφυσική αγωνία περί δημιουργίας και ύπαρξης Θεού περνάμε στην πρακτική ηθική, η οποία πρέπει να συνιστά το κριτήριο των δραστηριοτήτων του ανθρώπου, ως μέρους όμως, θα συμπληρώναμε, της φύσης (φυσιοκεντρική ηθική) στη βάση της αρχής της ευθύνης. Αλλωστε, όπως ορθά υποστηρίζεται, είτε από θεϊκό σεβασμό μπροστά στη φύση είτε από φόβο μπροστά στο (βιολογικό) άγνωστο, ο άνθρωπος είναι ούτως ή άλλως πιο κοντά στη φύση, αφού και ο ίδιος στους ίδιους (θεϊκούς ή βιολογικούς) νόμους υπόκειται.

Τέλος εκτός από τις εισηγήσεις του πρώτου μέρους ο τόμος περιλαμβάνει ένα πολύ χρήσιμο δεύτερο μέρος με σχολιασμένη βιβλιογραφία (βιβλία, άρθρα) επί του θέματος, μια ειδική βιβλιογραφία για τα θέματα «βιολογία», «θεωρία της εξέλιξης», «δαρβινισμός» και, τέλος, ένα μικρό γλωσσάρι θεολογικών όρων.

Ο κ. Τάκης Νικολόπουλος είναι καθηγητής στο ΤΕΙ Μεσολογγίου.

--------------------------------------
(πηγή: Το ΒΗΜΑ, 17/09/2000)



Σημείωση 18ο Τεύχος



 
     Συσχετιζόμενοι Σύνδεσμοι
· Περισσότερα για Νησιά
· Νέα administrator


Πιο δημοφιλής είδηση για Νησιά:
Για τη φώκια μονάχους - μονάχους, της Ναυσικάς Καραγιαννίδη


     Article Rating
Average Score: 1
Αριθμός Ψήφων: 1


Please take a second and vote for this article:

Excellent
Very Good
Good
Regular
Bad


     Επιλογές

 Εκτύπωση αρχικής σελίδας Εκτύπωση αρχικής σελίδας


"Χριστιανισμός και φύση, του Τάκη Νικολόπουλου" | Κωδικός Εισόδου / Δημιουργία Λογαριασμού | 0 Παρατηρήσεις
Οι παρατηρήσεις είναι ιδιοκτησία του αποστολέα. Δεν ευθυνόμαστε για το περιεχόμενο τους.

Δεν επιτρέπεται η αποστολή σχολίων για τους Ανώνυμους Χρήστες. Παρακαλώ γραφτείτε πρώτα στην υπηρεσία.




PHP-Nuke Copyright © 2004 by Francisco Burzi. This is free software, and you may redistribute it under the GPL. PHP-Nuke comes with absolutely no warranty, for details, see the license.
Παραγωγή Σελίδας: 0.06 Δευτερόλεπτα