Να γίνουν τα νησιά «ιερά καταφύγια» για τον κουρασμένο άνθρωπο της καταναλωτικής κοινωνίας.
Του Γιάννη Βλάϊκου
Πρόεδρος της Οικολογικής & Πολιτιστικής Κίνησης Αλοννήσου
Αναπληρωματικό μέλος του Φορέα Διαχείρισης
Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Αλοννήσου Βορείων Σποράδων
«Ευλογημένος τόπος η Κυρά Παναγιά».Με έκταση 25 περίπου τετραγωνικά χιλιόμετρα αποτελείται από ένα ήπιο γεωγραφικό ανάγλυφο με ομαλούς-βατούς λόφους, απαλές πλαγιές και με δύο μεγάλες κοιλάδες- κάμπους στον Πλανήτη και στον ?γιο Πέτρο. Αρχαιότατο λίκνο πολιτισμού επιβεβαιωμένο από τα ευρήματα της αρχαιολογικής σκαπάνης, μήλον της έριδος μεταξύ Φιλίππου του Μακεδόνα και των Αθηναίων και σημαντικό μοναστικό και θρησκευτικό κέντρο του Αιγαίου. Με πυκνή βλάστηση του Μεσογειακού χώρου από αγριελιές, πουρνάρια , κουμαριές αλλά και πλούσια και ποικίλη χαμηλή βλάστηση και εύφορα εδάφη, το έκαναν ό,τι καταλληλότερο για την ανάπτυξη και της κτηνοτροφίας και της γεωργίας. « Εύφορο νησί, ευλογημένος τόπος η Κυρά Παναγιά» συνήθιζε να λέει ο συχωρεμένος ο παππούς μου και το επαναλαμβάνει ο πατέρας (96 ετών σήμερα) του γράφοντος.
Αντελήφθη εγκαίρως την μεγάλη σημασία της Κυρά Παναγιάς, ο ?γιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης, κτήτωρ της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας και ύστερα από συνεννόηση με τον φίλο του, αυτοκράτορα Νικηφόρο Φωκά αγοράζει το νησί του Γυμνοπελαγησίου (αυτό ήταν το Βυζαντινό όνομα της Κυρά Παναγιάς) το έτος 993. Η απόκτηση του Γυμνοπελαγησίου από τον ?γιο Αθανάσιο φαίνεται ότι είχε διττή σημασία και σπουδαιότητα για το μοναστήρι της Μεγίστης Λαύρας αλλά και για ολόκληρη την βυζαντινή αυτοκρατορία.
Πρώτον:
Η ευφορία του εδάφους της Κυρά Παναγιάς θα το μετέτρεπε σε μετόχι με τεράστια οικονομική σημασία για την Λαύρα.
Η ανάπτυξη της κτηνοτροφίας και της γεωργίας (που είναι πρόσφορες στο νησί) εξασφάλιζαν ικανές ποσότητες αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων (λάδι, εληές, τυριά , βούτυρο, μυζήθρες, σιτηρά, όσπρια κ.α.) για τον επισιτισμό της πολυπληθούς κοινότητος των μοναχών της Μεγίστης Λαύρα.
Δεύτερον:
Η παρουσία μοναχών στην Κυρά Παναγιά αλλά και στα γύρω Ερημονήσια (Σκάντζουρα , Πιπέρι, Παππού και Γιούρα.) και η συνεργασία με τον ντόπιο πληθυσμό των Βορείων Σποράδων κρατούσε ακμαίο το θρησκευτικό συναίσθημα των κατοίκων των γύρω νησιών και έτσι τα νησιά αυτά λειτουργούσαν και ως θώρακας προστασίας για την χερσόνησο του ?θω και των παραλίων της Μακεδονίας από τις επιδρομές των Σαρακηνών και Αγαρηνών πειρατών.
Στην χιλιετία που κύλησε από το 993, η Κυρά Παναγιά μπορεί να έχασε τη στρατηγική της σημασία, λόγω και των γεωπολιτικών ανακατατάξεων ( Οθωμανική Αυτοκρατορία, Ελληνική Επανάσταση 1821-απελευθέρωση, κ.τ.λ.) όμως η επισιτιστική της σημασία για την κοινότητα των μοναχών της Μεγίστης Λαύρας εξακολουθούσε να υφίσταται μέχρι το τέλος της δεκαετίας του΄70.
Πολυπληθείς κοινότητες κολλήγων και παραγιών ζούσαν μόνιμα στην Κυρά Παναγιά, η οποία έσφυζε από ζωή, σφυρηλατώντας δεσμούς συνεργασίας ανάμεσα στους ντόπιους και την μοναστική κοινότητα.
Όσο μπορέσαμε να έρθουμε πίσω σε γεγονότα και μνήμες από την προφορική παράδοση τόσο του μακαρίτη του παππού μου όσο και του 96χρονου σήμερα πατέρα μου , Γεωργίου Βλάϊκου, κολλήγοι στην Κυρά Παναγιά την περίοδο 1830 έως 1860 (περίπου) ήταν η πατριά των «Κυριαζαίων». Από το 1860 έως το1890 κολλήγοι στην Κυρά Παναγιά ήταν η «Βλαϊκαίοι». Ο προπάππος του γράφοντος , Γεώργιος, μαζί με τα τρία ακόμα αδέρφια του, τον Αποστόλη, τον Νικολάκη και Μιχαλιό με τις γυναίκες τους, τα παιδιά τους και τους παραγιούς, όλοι μαζί αποτελούσαν μια κοινότητα γύρω στα 30-35 άτομα. Τα παιδιά μάθαιναν τα πρώτα τους γράμματα από τους σεβάσμιους και ευσεβείς γέροντες.
Από το 1890 έως το 1910 (περίπου) στην Κυρά Παναγιά μετοίκησαν και εργάστηκαν οι «Αναγνωσταίοι». Μετά την μεσολάβηση ενός κενού λόγω υλοτόμησης και απαγόρευσης της βόσκησης από το 1925 μέχρι το τις αρχές του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου με εναλλαγές βρέθηκαν εκεί οι «Ντινιακαίοι» και πάλι «Αναγνωσταίοι». Από κεί και ύστερα με πιο συχνές εναλλαγές βρέθηκαν άλλες οικογένειες από την Αλόννησο πάντα, με τελευταίους πάλι τους «Κυριαζαίους» οι οποίοι και έφυγαν απ’ το νησί στα τέλη της δεκαετίας του ΄70. (Ασφαλώς ακριβέστερα στοιχεία και πληροφορίες θα υπάρχουν στα αρχεία της Μονής Μεγίστης Λαύρας και θα άξιζε τον κόπο να γίνει κάποια σχετική έρευνα).
Οι παραπάνω αναφορές με την προσέγγιση των ημερομηνιών καταδεικνύει την σημασία που είχε η Κυρά Παναγιά όχι μόνο για την Μονή της Μεγίστης Λαύρας αλλά και για την ντόπια οικονομία , αφού ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού (ολόκληρες οικογένειες), του συγκριτικά άγονου νησιού της Αλοννήσου, επιβίωνε από την γεωργία και την κτηνοτροφία στην Κυρά Παναγιά. Οι κολλήγοι έπαιρναν το 70% των προϊόντων και η Λαύρα το 30%. «… σας αποστέλλομεν 5.000 οκάδες τυρί, 350 μυζήθρες και 50 οκάδες βούτυρο…..» ήταν η συνοδευτική επιστολή των αγαθών που έφυγαν κάποια χρονιά για το ?γιο Όρος έτσι όπως το θυμόταν και το διηγείτο ο μακαρίτης ο παππούς μου ο γεροΠάνος. Σύμφωνα με τον Κώστα Μαυρίκη στο βιβλίο του «?νω Μαγνήτων Νήσοι», «Την δεκαετία του 60 η παραγωγή λαδιού έφτανε τις 6.000, ενώ του σιταριού τις 10.000 οκάδες. Απ’ αυτά 25% έπαιρνε το μοναστήρι, 75% οι κτηνοτρόφοι. Οι δεύτεροι έπρεπε να πληρώνουν τους 30 περίπου παραγιούς και να στέλνουν στο Αγ. Όρος 3.500 οκάδες τυρί, 200 μυζήθρες και 200 αρσενικά κατσίκια». Ολόκληρες οικογένειες που συνεργάζονταν με το μοναστήρι στην Κυρά Πανάγια ευημερούσαν, έκαναν προίκες και πάντρευαν τα κορίτσια τους αγόραζαν κτήματα και σπίτια. «Ευλογημένος τόπος η Κυρά Παναγιά» και «ευλογητός ο Θεός που δημιούργησε τον τόπο αυτόν».
Πώς γινόταν η διαχείριση στο νησί μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ‘70:
Πριν από πέντε χρόνια, ο πατέρας μου, (στα 91 του), θέλησε να τον πάω μια τελευταία «βόλτα» στα νησιά που είχε ζήσει και εργαστεί από μικρός. Τελευταία φορά είχε επισκεφθεί την Κυρά Παναγιά την δεκαετία του ’60. Όταν πλησιάσαμε και μπαίναμε στον όρμο του Αγίου Πέτρου κοιτώντας τα βουνά απέναντι, ανεφώνησε: «Πω! Πω! Αυτοί το φάγανε το νησί!!» Με την αντωνυμία «αυτοί», που χρησιμοποίησε, δεν εννοούσε τα ουδετέρου γένους κατσίκια ή γίδια αλλά προφανώς αυτούς που είχαν την ευθύνη της διαχείρισης του νησιού όλα αυτά τα χρόνια.
«Το νησί ήταν καταπράσινο, μου είπε, παρ’ όλο που πάνω στην Κυρά Παναγιά έβοσκαν από δυο μέχρι και τρεις χιλιάδες γίδια και γύρω στα 150 με 200 κεφάλια γελάδια».
Καθίσαμε τότε και με υπομονή μου έδωσε όσο πιο πιστά μπορούσε την εικόνα για το πώς διαχειρίζονταν το νησί οι κολλήγοι σε συνεργασία με τους μοναχούς. «Κατ’ αρχήν, μου είπε, όταν κλεινόνταν μια συμφωνία οι κολλήγοι έπρεπε να φυτέψουν 50 ρίζες εληές, σαν επιβεβαίωση της συμφωνίας. Η εκμετάλλευση της Κυρά Πανάγιας δεν ήταν μόνο η κτηνοτροφία. Ήταν η γεωργία και η ελαιοκομία. Η γή, οι κάμποι στον Πλανήτη, στον ?γιο Πέτρο αλλά και άλλα εκχερσωμένα χωράφια σπέρνονταν με σιτάρι, κριθάρι και άλλα, όσπρια , φακές, φάβα, μέχρι και καλαμπόκι. Είχαν τέσσερα ή πέντε εκπαιδευμένα ζευγάρια γελάδια (Συκιάς) για όργωμα. Μεγάλη παραγωγή, πλούτος! Το καλοκαίρι έβαζαν μποστάνια με ζαρζαβατικά. Είδα καρπούζι στην Κυρά Παναγιά, σαράντα οκάδες.
Για τα γίδια το νησί το είχαν μοιρασμένο σε κατάμερα. Είχαν δυό μαντριά ένα στον Πλανήτη για τη μεριά της «Αγραμπελιάς» και ένα στο «Παλιομονάστηρο» για την νότια πλευρά. Τα γίδια τα φυλάγανε και τα πηγαίνανε (περιφέρανε) από μέρος σε μέρος. Την άνοιξη στις ακροχωραφιές των σπαρμένων χωραφιών τα χορτάρια-αγριόβικος και αγριοβρώμη -φτάνανε ένα μπόϊ. Τα τσοπανόπουλα φυλάγανε τα σπαρτά και τα γίδια έβοσκαν στην ακροχωραφιά (διαχωριστική γραμμή μεταξύ δάσους και χωραφιού) για μήνες. Ύστερα, μετά το θερισμό και την συγκομιδή της σοδειάς, πάλι άφηναν τα γίδια να καθαρίσουν την ξερονομή. Πάλι τα γίδια έβοσκαν εκεί για δυο τρείς μήνες, γι’ αυτό και οι εληές ήταν ψηλωμένες Δεν «κρέμονταν» πάνω στο δάσος συνέχεια. «Ξεκουραζόταν»το δάσος. Τα ελαιόδεντρα υπολογίζονταν στα 1200 δέντρα. Γινόταν συστηματική καλλιέργεια και συστηματική φύλαξη του κοπαδιού, αυτά τα δυό πηγαίνανε μαζί, γι’ αυτό και το δάσος δεν υπέφερε πολύ. Αυτό εδώ (και έδειξε τα βουνά γύρω-γύρω) είναι καταστροφή».
Αυτά λοιπόν είπεν ο γέρων Γεώργιος Βλάϊκος ο οποίος στα 91 του χρόνια «πολλών δ’ ανθρώπων ίδεν άστεα και νόον έγνω..» και εσιώπησε.
Αν λοιπόν βασιστούμε στη λιτή αφήγηση του σεβάσμιου γέροντα Γεωργίου Βλάϊκου και πατρός μου και δεν έχουμε κανένα λόγο να την αμφισβητήσουμε αφού ο σοφός και ?γιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης υποθέτουμε αυτόν τον στόχο είχε όταν αγόραζε την Κυρά Παναγιά και πραγματοποιήθηκε, τότε ο ύμνος προς την Παναγία : «Χαίρε, η γή της επαγγελίας, χαίρε εξ ης ρέει μέλι και γάλα» βρίσκει το νόημα του στο νησί το αφιερωμένο στην ίδια που φέρει το όνομά της .
Στο τέλος όμως της δεκαετίας του ΄70 αναχωρούν οι τελευταίοι Αλοννήσιοι συνεργάτες της Μονής Μεγίστης Λαύρας και παραδίδουν την Κυρά Παναγιά, όπως και οι προκάτοχοί τους επί μία χιλιετία, αλώβητη τηρώντας στο ακέραιο και κατά γράμμα την εντολή του Κυρίου και Θεού
«και έλαβε κύριος ο θεός το άνθρωπον και έθεσεν αυτόν εν τω μέσω του παραδείσου της Εδέμ ίνα εργάζηται και φυλάττη αυτόν».
Πώς γίνεται η διαχείριση της Κυρά Παναγιάς σήμερα:
Μετά την αναχώρηση και της τελευταίας ομάδας των επαγγελματιών τσοπάνηδων της Αλοννήσου το νησί νοικιάζεται σε ιδιώτη , εκτός Αλοννήσου, ο οποίος και εισάγει νέο «ήθος» και «ύφος» στην Κυρά Παναγιά. Κατασκευάζει τσιμεντένιο κρηπίδωμα, κάνει διάνοιξη δρόμου για την διέλευση τροχοφόρου (ευτυχώς, τότε, με τον κασμά και το χέρι) και εισάγει το πρώτο τρακτέρ! Μεγαλεπήβολα σχέδια; ποιος ξέρει! Ύστερα από τέσσερα περίπου χρόνια εξοστρακίζεται από την Μονή, μένουν όμως τα «έργα» του που «είχαν χαλάσει το έργο του Θεού» όπως θα έλεγε και ο άγιος των γραμμάτων Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, (Εκδ. Δόμος σελ. 208 «Για την Περηφάνια»).
Αυτό όμως θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί έως και ασήμαντο, σε σχέση με την «λογική» που επικράτησε από κεί και ύστερα με την «διαχείριση» της κτηνοτροφίας πάνω στο νησί. Καμμία σχέση δεν έχει η κτηνοτροφική διαχείριση πάνω στο νησί σήμερα, με την πανάρχαια και επί μία χιλιετία δοκιμασμένη κτηνοτροφική πρακτική των κολλήγων!!. Πώς γίνεται εδώ και περίπου 30 χρόνια η κτηνοτροφία πάνω στην Κυρά Παναγιά;; Μας το λέει με αφοπλιστική ειλικρίνεια και σαφήνεια ο πατέρας Ονούφριος, οικονόμος (διαχειριστής) της Κυρά Παναγιάς: «Τα ζώα εμείς δεν τα σταυλίζουμε, είναι ελευθέρας βοσκής (sic) (εφημ. «ΒΟΡΕΙΕΣ ΣΠΟΡΑΔΕΣ»φυλ. Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2007 ». Μα αυτό ακριβώς είναι και το μεγαλύτερο έγκλημα που διαπράττεται εις βάρος του φυσικού δάσους της Κυρά Παναγιάς. Τα 4.390 (δήλωση του ιδίου και των συνεταίρων του το 2001) γίδια, περιφέρονται ασύδοτα και ανεξέλεγκτα («ακοπάδιαστα» όπως λέγεται στην γλώσσα των ποιμένων), ως τετράποδες ακρίδες διατρέχουν ολόκληρο το νησί και κατά τις διατροφικές τους συνήθειες «κορφολογούν» ή «βλαστολογούν» επιλεκτικά τους τρυφερούς βλαστούς. Τα φυτά σταματούν να αναπτύσσονται και παραμορφώνονται. Ολοφάνερα είναι τα σημάδια και της άναρχης βόσκησης και της υπερβόσκησης. Αυτή ίσως η εικόνα (των βουνών) οδήγησε και τον νομοθέτη να ορίσει στο Προεδρικό Διάταγμα για την ίδρυση του Θαλασσίου Πάρκου ότι «επιτρέπεται η βόσκηση στην Κυρά Παναγιά 300 γιδιών και μόνο για 4 μήνες τον χρόνο» (ΦΕΚ 519/1992). Όμως, αν και ο νόμος έκανε την πρόνοια κατά της υπρβόσκησης, η προηγούμενη διαχείριση του ΥΠΕΧΩΔΕ (πολιτική και διοικητική) ποτέ δεν επεδίωξε την εφαρμογή του νόμου και η ασυδοσία συνεχίστηκε. Τι σχέση έχει λοιπόν αυτή η «διαχείριση», με την σοφή πρακτική των προηγουμένων γενεών;; Και μια και το νησί είναι αφιερωμένο στην Υπεραγία Θεοτόκο πως μπορεί να ψαλλεί το «χαίρε πίον όρος…» χωρίς να δακρύσει η εικόνα της;;
Και συνεχίζει ο πατήρ: «….. είναι ελευθέρας βοσκής. Δεν υπάρχει λόγος να τα σταυλίσουμε, γιατί δεν παίρνουμε τα προϊόντα τους, δεν τα αρμέγουμε. Είναι πολλά και θα ήταν αδύνατον να γίνει αυτό, γιατί δεν κοπαδιάζονται» . Εκπληκτική πραγματικά ομολογία!! «Δεν τα αρμέγουμε, δεν παίρνουμε τα προϊόντα τους». Μα αυτό στην οικονομία της κτηνοτροφίας είναι επιεικώς απαράδεκτο!! Κτηνοτροφία σημαίνει, τα «παράγωγα». Τυρί φέτα, τυρί κεφαλοτύρι, μυζήθρες, βούτυρο, ξινόγαλο κ.τ.λ.. Εξ’ άλλου αυτός δεν είναι και ο λόγος που ο σοφός και ?γιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης αγόρασε το νησί του Γυμνοπελαγησίου;; Επισιτισμός της μοναστικής κοινότητας της Μεγίστης Λαύρας. «Χαίρε γη της επαγγελίας η ρέουσα μέλι και γάλα» μας θυμίζει ο υμνωδός. Πού είναι το μέλι, πού είναι το γάλα;; Είναι δυνατόν να υπάρχει κτηνοτροφία χωρίς την εκμετάλλευση των παραγώγων;; Είναι δυνατόν με ένα τόσο τεράστιο περιβαλλοντικό κόστος και κοινωνικό θα μπορούσαμε να προσθέσουμε, να μην αξιοποιούνται και κυριολεκτικά να «πετιούνται» τα περιζήτητα αυτά προϊόντα που θα μπορούσαν να καλύψουν ένα μεγάλο μέρος της ζήτησης της αγοράς προπαντός τους καλοκαιρινούς μήνες ως αγνά και βιολογικά;. Πώς όμως να γίνει ορθολογική κτηνοτροφική εκμετάλλευση όπως την παληά καλή εποχή, όταν ο «σατανάς» εμφανίστηκε με την μορφή των παχυλών επιδοτήσεων της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και έφτιαξε «κτηνοτροφία» χωρίς «κτηνοτρόφους»; Είναι ίσως πιο αναπαυτικό να κάθεται κανείς μακρυά και να εισπράττει τις επιδοτήσεις (30 € για τα θηλυκά-στοιχεία υπάρχουν στην Δ/ση Γεωργίας του Νομού Μαγνησίας) κι ας καταστρέφεται το δάσος καθημερινά. Ποιος να κάνει το τυρί σήμερα όταν οι «κτηνοτρόφοι» δεν είναι μόνιμοι κάτοικοι της Κυρά Παναγιάς αλλά επισκέπτες τρεις- τέσσερις φορές το χρόνο; Ποια είναι λοιπόν η νοοτροπία στην διαχείριση γής, παληά και τώρα; Παληά ο «κτηνοτρόφος-αγρότης» έκανε συντηρητική χρήση του δάσους αφού από το δάσος εξαρτιόταν η επιβίωση του κοπαδιού του και από το κοπάδι (και τα παράγωγα του) ο ίδιος. Σήμερα ο «κτηνοτρόφος-επιχειρηματίας» δεν εξαρτάται από το κοπάδι (και τα παράγωγά του) αλλά από τα «άγια» ΕΥΡΩ των επιδοτήσεων της Ευρωπαϊκής Ενώσεως τα οποία πέφτουν, «βρέξει-χιονίσει»! ?ρα γιατί να νοιαστεί να τηρηθούν αυτές οι λεπτές τροφικές ισορροπίες με βασικό κρίκο το δάσος! Πώς μπορεί λοιπόν να ψαλλεί το «χαίρε, αμνού και ποιμένος Μήτηρ, χαίρε αυλή λογικών προβάτων» χωρίς και πάλι να δακρύσει η εικόνα της Παναγίας;!!
Και συνεχίζει ο πατήρ Ονούφριος: «Δεν θα μπορούσαμε ποτέ να στραφούμε εναντίον του περιβάλλοντος όπως εικάζουν διάφοροι οικολόγοι, δεν αρμόζει στην φύση και στη θέση μας. Γνωρίζουμε καλύτερα από τον καθένα σε πόσο ευαίσθητη περιοχή βρισκόμαστε, γι’ αυτό φροντίζουμε να την προστατεύσουμε και περιβαλλοντικά και αρχαιολογικά και συγχρόνως να συντηρήσουμε το Μετόχι πρίν γκρεμιστεί».Εδώ θα πρέπει να επισημάνουμε ότι η διάνοιξη του δρόμου από τα «Κόκκινα»στον «Κάμπο» δεν είναι εικασία των «διαφόρων οικολόγων» αλλά πραγματική πράξη αυθαιρεσίας ενάντια και στον κοσμικό νόμο, (βεβαιωμένη και από τις αρμόδιες αρχές) και στην Θεία βούληση. «Όρος αλατόμητον, χαίρε βάθος αμέτρητον» θέλει και χαρακτηρίζει ο υμνωδός την Παναγία, στον Ακάθιστο Ύμνο και το βουνό από τα «Κόκκινα» μέχρι τον «Κάμπο» έχει λατομηθεί για χάρη του τρακτέρ.
Συμφωνούμε βεβαίως με τη επισήμανση του ότι η φύση του μοναχού δεν είναι να στρέφεται κατά του περιβάλλοντος όπως επίσης ότι η «επισκευή του Μοναστηριού είναι επιτακτική ανάγκη». Η διάνοιξη όμως δρόμου για την μεταφορά των υλικών, δεν μπορεί να λειτουργεί ως απαραίτητη «προϋπόθεση» για την επισκευή. Οι προπάτορες που έχτισαν ολόκληρο το Μοναστήρι το έκαναν ασφαλώς χωρίς να σκεφτούν κάτι τέτοιο. Ήταν η πίστη και η δύναμη που τους έδινε ο Θεός. Έχουμε την εμπειρία του Χωριού της Αλοννήσου. Στους σεισμούς του 1965 σχεδόν ισοπεδώθηκε. Η αναστύλωση και επισκευή όλων σχεδόν των σπιτιών (400) έγινε με την μεταφορά των υλικών (χαλίκια, άμμος, τσιμέντα, σχιστόλιθοι, τούβλα, ασβέστης, κ.τ.λ.) με δύο μόνο υποζύγια και δύο αγωγιάτες και μάλιστα τα τελευταία 15 χρόνια μόνον με έναν. Η Κυρά Παναγιά διαθέτει και υποζύγια και μπορεί να βρεί προσωπικό δύο ατόμων για την μεταφορά και συγκέντρωση των υλικών στους χώρους επισκευής, δηλαδή στο Μοναστήρι και στα σπίτια. Η χρήση τροχοφόρων θέλει δρόμους διαφορετικούς από την ανθρώπινη κλίμακα που επιφέρουν μεγάλη αλλοίωση στην ακεραιότητα του τοπίου, του φυσικού περιβάλλοντος. Και όπως λέει ο Ηλίας Οικονόμου (κοσμήτορας στη Θεολογική σχολή Αθηνών) στο βιβλίο του «ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ» «ο φυσικός κόσμος είναι θεοσύστατη, απρόσιτη, ανεπανάληπτη και αρμονική μεγαλοπρέπεια, στενά συνδεδεμένη με την ύπαρξη και ζωή του ανθρώπου. Η πληρότητα του φυσικού κόσμου περιλαμβάνει και την ακεραιότητά του. Πληρότητα και ακεραιότητα είναι έννοιες σύστοιχες και αλληλένδετες». «Η καταστροφή ή μη της Φύσεως από την Τεχνολογία ορίζει το συμβατό ή το ασύμβατο κάθε τεχνολογικής δραστηριότητας». Και συνεχίζει «Ο άνθρωπος ως διαχειριστής των πόρων της Φύσεως πρέπει να απαλλαγή από την κατάχρηση και περιορισθεί στη συνετή χρήση. Πρέπει να μείνει όπως τάχθηκε από τον Θεό, διαχειριστής και όχι ιδιοκτήτης της γής, χρήστης των πόρων και όχι καταχραστής τους».
Στη συνέχεια των δηλώσεων του πατέρα Ονούφριου, στην ίδια εφημερίδα, υπάρχουν ωστόσο ενδιαφέρουσες θέσεις που μας βρίσκουν απολύτως σύμφωνους. Ναι πράγματι, η χιλιετής παρουσία της Μεγίστης Λαύρας στην Κυρά Παναγιά όπως και στα Σκάντζουρα ήταν καθοριστική. Η αγαστή και αρμονική συνεργασία της Μονής με την ντόπια κοινωνία πράγματι δημιούργησε ένα αξιοθαύμαστο ανθρωπογενές περιβάλλον πλήρως αφομοιωμένο και ενταγμένο αρμονικά στο φυσικό περιβάλλον έτσι που τα νησιά αυτά να αποτελούν την φυσική και πολιτισμική κορωνίδα του Θαλάσσιου Πάρκου. Γι’ αυτό και η παραπέρα διαχείριση πρέπει να εξακολουθήσει να γίνεται στη βάση της χιλιόχρονης Αγιορείτικης Παράδοσης. Η επισκευή των μονών τόσο στην Κυρά Παναγιά όσο και στα Σκάντζουρα και η αποκατάστασή τους με σεβασμό στην αρχική τους μορφή μπορεί, πράγματι να δώσει μια δυναμική τόσο σαν πολιτιστικά αξιοθέατα όπως και ιερά προσκυνητάρια. Τα νησιά αυτά, μπορούν να γίνουν τα «ιερά καταφύγια» για τον κουρασμένο άνθρωπο της καταναλωτικής κοινωνίας, ο οποίος θα μπορεί μέσα σε ένα απόλυτα ακέραιο φυσικό και πολιτισμικό περιβάλλον να θυμηθεί και να βιώσει, έστω και με ένα γαλήνιο περπάτημα ή ένα σεμνό προσκύνημα τις αρχέγονες ρίζες του, τη Θεογνωσία («χαίρε ιερόν καταφύγιον» όπως λέει και ο υμνωδός). Αυτό εξ’ άλλου κάνουν πολλοί επισκέπτες της Κυρά Παναγιάς σήμερα. Και αναφωνούν: «Τα πάντα εν σοφία εποίησες Κύριε και εποίησες λίαν καλώς».
Υ.Γ. Δυστυχώς με πρόσφατη κατά πλειοψηφία απόφαση του Δ.Σ του Φορέα Διαχείρισης, χορηγήθηκε στον Μοναχό, έγκριση για επιδότηση 2.400 γιδιών πάνω στο νησί.
-------------------------------------------------------------------------------------------
?ρθρο του Γιάννη Βλάικου (δημοσιεύτηκε στην εφ. «Βόρειες Σποράδες»)
για την Κυρά Παναγιά και την «τραγική της μοίρα» λόγω υπερβόσκησης.