ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ
Πρόγραμμα IV
Διευθυντής Προγράμματος: Λεωνίδας Καλλιβρετάκης.
Ερευνητές: Δημήτρης Δημητρόπουλος, Γιάννης Σαΐτας (απόσπασμένος από τον Ε.Ο.Τ.).
Ομότιμος Διευθυντής Ερευνών: Βασίλης Παναγιωτόπουλος
Συνεργαζόμενη Ερευνήτρια: Κατερίνα Δέδε.
Φιλοξενούμενη Ερευνήτρια: Ευδοκία Ολυμπίτου.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ
1. Αντικείμενο-Γενικοί Στόχοι
Το Ερευνητικό Πρόγραμμα ''Ιστορική έρευνα των οικισμών της Ελλάδος (15ος-20ος αι.)'', έχει ως αντικείμενο τη συστηματική συγκέντρωση τεκμηριωτικού υλικού σχετικού με τη γεωγραφία, τη δημογραφία, τη διοικητική ιστορία, τις οικονομικές δραστηριότητες και τις εθνοπολιτισμικές ομάδες του ελλαδικού χώρου, για τη χρονική περίοδο που εκτείνεται από τη κατάρρευση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας έως τη συγκρότηση και τη βαθμιαία επέκταση του Ελληνικού κράτους στα σημερινά του όρια (15ος-20ος αι.). Εμπνευστής και θεμελιωτής του Προγράμματος είναι ο Βασίλης Παναγιωτόπουλος, με τη μακρά θητεία του στο Laboratoire de Demographie Historique του Παρισιού, του οποίου το έργο για τον πληθυσμό και τους οικισμούς της Πελοποννήσου υπήρξε η πρώτη και από πολλές απόψεις παραμένει η μοναδική συνεκτική απόπειρα επιστημονικής μελέτης στον τομέα της ιστορικής δημογραφίας και γεωγραφίας για τη νεώτερη ελληνική ιστορία.
Στόχοι:
(α) Η συγκρότηση βάσεων δεδομένων για τα παραπάνω αντικείμενα,
(β) Η ιστορική μελέτη περιοχών, οικισμών και επιμέρους φαινομένων και προβλημάτων,
(γ) Η συγκρότηση μακροπρόθεσμα ενός Ιστορικού Λεξικού των Οικισμών της Ελλάδας.
2. Επιμέρους Τομείς Έρευνας και Προβλήματα των Πηγών
2.1. Μεθοδολογικά Προβλήματα και Προβλήματα των Πηγών
Στο πλαίσιο του Προγράμματος επιχειρείται καταρχήν μια εκτενής διερευνητική προσέγγιση των μεθοδολογικών προβλημάτων που προκύπτουν σε ό,τι αφορά τον εντοπισμό και την κριτική χρήση των πηγών της ιστορικής γεωγραφίας και δημογραφίας στην Ελλάδα, σε σύγκριση με ανάλογα επιστημονικά εγχειρήματα του εξωτερικού. Πράγματι, το Πρόγραμμα αυτό παρουσιάζει κάποιες ομοιότητες ιδίως με δύο αντίστοιχα Προγράμματα γνωστά από το διεθνή επιστημονικό χώρο:
(i) ''The Victoria History of the Counties of England (VCH)'', υπό την αιγίδα του Institute of Historical Research του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, το οποίο ξεκίνησε το 1899 και συνεχίζεται ακόμη, συγκροτώντας μια ιστορική εγκυκλοπαίδεια των Αγγλικών κομητειών, με περιγραφή όλων των πόλεων, κωμοπόλεων και χωριών κάθε κομητείας. Μέχρι στιγμής έχουν ολοκληρωθεί 14 κομητείες, ενώ προετοιμάζονται οι τόμοι για άλλες 13.
(ii) '' Paroisses et Communes de France: Dictionnaire d'Histoire Administrative et Demographique'', υπό την αιγίδα του Laboratoire de Demographie Historique της Ecole des Hautes Etudes en Sciences Sociales του Παρισιού, το οποίο ξεκίνησε το 1970. Μέχρι στιγμής έχουν ολοκληρωθεί 39 τόμοι που αντιστοιχούν σε ισάριθμους νομούς (departements) της Γαλλίας.
Εντούτοις, όπως θα φανεί στη συνέχεια, παρά τις κάποιες αναλογίες με τα προαναφερόμενα Προγράμματα, το Πρόγραμμά μας οφείλει να αντιμετωπίσει πλήθος προβλημάτων σε ασυγκρίτως μεγαλύτερη έκταση από εκείνα. Τα σημαντικότερα από αυτά τα προβλήματα είναι αφενός η έλλειψη πηγών και αφετέρου οι δυσχέρειες επιστημονικής αξιοποίησης όσων πηγών εντοπίζονται.
Πράγματι, ενώ στη Δυτική και την Κεντρική Ευρώπη τα διαθέσιμα επίσημα πληθυσμιακά στοιχεία στην πλειοψηφία των περιπτώσεων ξεκινούν από τον 17ο αιώνα και συνεχίζονται σχεδόν αδιάκοπα ως τις μέρες μας, στη δική μας περίπτωση τα πρώτα επίσημα στοιχεία για το ήμισυ περίπου του ελλαδικού χώρου χρονολογούνται μόλις από τα μισά του 19ου αιώνα και, για τη Βόρειο Ελλάδα και για μεγάλο τμήμα του το νησιωτικού χώρου, από τις αρχές, αν όχι από τα μέσα του 20ου αιώνα. Χάρτες που να αποτυπώνουν κάτι περισσότερο από τις γνωστές πόλεις είναι εξαιρετικά σπάνιοι πριν από το 19ο αιώνα, ενώ η ίδια η ύπαρξη ή μη των περισσοτέρων χωριών τίθεται συχνά σε αμφισβήτηση, ελλείψει απλών καταλόγων των υπαρχόντων οικισμών. Ακόμη και η ονομασία τους παραμένει σε πολλές περιπτώσεις αμφίβολη, λόγω των ποικίλων παραλλαγών, διπλών ονομασιών ή και μετονομασιών που παρέμειναν ακαταχώρητες.
Ελλείψει λοιπόν σειρών επισήμων στοιχείων, είμαστε υποχρεωμένοι να αναζητήσουμε αλλού τις πληροφορίες που μας χρειάζονται, είτε εντοπίζοντας νέες πηγές, είτε επαναπροσεγγίζοντας και διαβάζοντας με νέο βλέμμα πηγές ήδη γνωστές, αλλά επί μακρόν παραμελημένες ή παραγνωρισμένες. Τέτοιας κατηγορίας πηγές είναι, ενδεικτικά, οι Βενετικές πληθυσμιακές καταμετρήσεις, τα Οθωμανικά κατάστιχα, τα μοναστηριακά χειρόγραφα οι ταξιδιωτικές εντυπώσεις και τα κάθε λογής υπομνήματα περιηγητών, προξενικών υπάλλήλων, εκκλησιαστικών απεσταλμένων και λοιπών, που κατά καιρούς διέσχιζαν την καθ' ημάς Ανατολή. Σημαντικές πρόσφατες εργασίες στον τομέα της επιστημονικής αξιοποίησης ανάλογων πηγών υπήρξαν αφενός η μεταγραφή του κώδικα της Μονής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Ζάβορδας από τις συναδέλφους Μαρία-Χριστίνα Χατζηϊωάννου και Ευδοκία Ολυμπίτου και η μελέτη του συναδέλφου Δημήτρη Δημητρόπουλου για τον πληθυσμό των νήσων του Αιγαίου (15ος -αρχές 19ου αιώνα), οι οποίες εκπονήθηκαν και δημοσιεύθηκαν στο πλαίσιο του Προγράμματός μας, αλλά και η έκδοση του Βενετικού Κτηματολογίου της Βοστίτσας από τον Κωνσταντίνο Ντόκο, με την ενεργή συμβολή και ενθάρρυνση του Βασίλη Παναγιωτόπουλου.
Όπως είναι γνωστό, οι πηγές αυτές, εκτός από την σπανιότητα και την αποσπασματικότητά τους, παρουσιάζουν σοβαρά προβλήματα, όπως είναι η αποκρυπτογράφησή τους από μετρημένους στα δάκτυλα ειδικούς τουρκολόγους, βενετολόγους ή παλαιογράφους, η προβληματική μεταγραφή τοπωνυμίων από καταγραφείς ή συγγραφείς που δεν καταλάβαιναν τι άκουγαν και τι έγραφαν, η παράθεση αριθμών που δεν υπάγονταν σε μια δημογραφική λογική (λ.χ. φορολογικές μονάδες) κ.ο.κ.
Για μια λεπτομερέστερη παρουσίαση των επιμέρους προβλημάτων που προκύπτουν από τις πηγές αυτές, βλέπε στον οικείο χώρο τα σχετικά κείμενα του Βασίλη Παναγιωτόπουλου, του Λεωνίδα Καλλιβρετάκη και του Δημήτρη Δημητρόπουλου.
2.2. Ζητήματα Διοικητικής Ιστορίας
Προωθείται η μελέτη της διοικητικής ιστορίας του ελλαδικού χώρου, με έμφαση στον εντοπισμό και την οριοθέτηση των διοικητικών ενοτήτων από τα τέλη του μεσαίωνα, κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας και μέχρι τις μέρες μας.
Πράγματι, και στον τομέα αυτό υφίστανται σοβαρά προβλήματα προς επίλυση, καθώς συχνά δεν γνωρίζουμε με ακρίβεια τον αριθμό των οθωμανικών καζάδων, ακόμη και των σαντζακίων, τα όριά τους σε κάθε συγκεκριμένη περίοδο, τη στιγμή της κατάργησης παλαιών και της δημιουργίας νέων, κ.ο.κ. Ώστε, ακόμη και στις σπάνιες περιπτώσεις που η ιστορική έρευνα φέρνει στο φως αριθμούς, λόγου χάριν τον πληθυσμό ενός σαντζακίου, δεν είμαστε συχνά σε θέση να συνδέσουμε με ακρίβεια αυτούς τους αριθμούς με μια συγκεκριμένη, σαφώς οριοθετημένη γεωγραφική ενότητα. Απαιτούνται ιδιαίτερες πρωτογενείς έρευνες κάθε φορά για κάθε περιοχή και κάθε περίοδο ώστε να καλυφθούν, μέχρις ενός σημείου, οι άγνοιες ή οι ελλείψεις μας, που φθάνουν έως και τον 19ο αιώνα. Είναι ενδεικτικό ότι χρειάστηκαν πέντε χρόνια εξαντλητικών ερευνών και μελετών στον εργατικό και προικισμένο συνάδελφο Μιχάλη Κοκολάκη, προκειμένου να ξετυλίξει το διοικητικό και γεωγραφικό κουβάρι μιας περιοχής, της Ηπείρου, και για μια συγκεκριμένη περίοδο, λιγότερη ενός αιώνα, με αποτέλεσμα την εξαιρετική διατριβή του, που εκπονήθηκε και δημοσιεύθηκε στο πλαίσιο του Προγράμματός μας.
2.3. Εθνοπολιτισμικό Φαινόμενο
Επιχειρείται μια εισαγωγική προσέγγιση των πολιτισμικών ομάδων του ελληνικού και ευρύτερου βαλκανικού χώρου, οι οποίες παρουσιάζουν εθνοπολιτισμικές ιδιαιτερότητες μέσα στο συγκεκριμένο περιβάλλον που εντοπίζονται, με στόχο τον προσδιορισμό τους και τον γεωγραφικό εντοπισμό των ζωνών εγκατάστασης και μετακίνησής τους στις αλλεπάλληλες ιστορικές περιόδους από τον 15ο αιώνα μέχρι σήμερα. Για το ζήτημα αυτό πραγματοποιούνται βιβλιογραφικές, αρχειακές και επιτόπιες έρευνες με στόχο τη μελέτη, λ.χ., των τόπων θερινής διαμονής ημινομαδικών βλαχόφωνων πληθυσμών, των τόπων προσωρινής ή μόνιμης εγκατάστασης αρβανίτικων πληθυσμών, των φαινομένων ενσωμάτωσης και συνύπαρξης προσφυγικών και γηγενών πληθυσμών σε περιοχές της Βορειοδυτικής Μακεδονίας, της εγκατάστασης Βαυαρών εποίκων στο Ηράκλειο Αττικής, της Ελληνικής κοινότητας στην Αλβανία, κ.ο.κ.
2.4. Οικονομικές Δραστηριότητες
Η μελέτη των τοπικών παραδοσιακών οικονομικών δραστηριοτήτων, τόσο των βασικών (αγροτικών, κτηνοτροφικών κ.τ.λ.), όσο και των συμπληρωματικών (χειροτεχνικών, βιοτεχνικών κ.τ.λ), αποτέλεσε εξαρχής αναπόσπαστο μέρος του Προγράμματος, καθώς θεωρήθηκε απαραίτητη προϋπόθεση για την κατανόηση της σχέσης των ανθρώπων με το χώρο και την οργάνωσή του. Στο πλαίσιο του Προγράμματος, πραγματοποιείται συστηματική συγκέντρωση και επεξεργασία πληροφοριών για τις κάθε είδους τοπικά και περιφερειακά προσδιορισμένες οικονομικές δραστηριότητες, και γενικότερα τον παραδοσιακό τεχνικό πολιτισμό. Ειδικότερα τα τελευταία χρόνια, η προσοχή μας στράφηκε προς τη μελέτη των φαινομένων αυτών στο νησιωτικό χώρο του Αιγαίου, αρχής γενομένης από τη διδακτορική διατριβή του συναδέλφου Δημήτρη Δημητρόπουλου για τη Μύκονο, που εκπονήθηκε και δημοσιεύθηκε στο του Προγράμματός μας. Στο πλαίσιο εξάλλου των διαδοχικών συγχρηματοδοτούμενων Ερευνητικών Έργων ''Ξέστρον- Παραδοσιακές τεχνικές και επαγγέλματα'', ''Καταγραφή παραδοσιακών χειροτεχνικών επιχειρήσεων και εργαστηρίων'' και ''Παραδοσιακοί τεχνίτες και επαγγέλματα του ξύλου'', με κύριο συντελεστή την εξωτερική συνεργάτρια του Προγράμματος Εύη Ολυμπίτου, πραγματοποιήθηκαν ευρείες και συστηματικές αρχειακές, βιβλιογραφικές και επιτόπιες έρευνες και συγκροτήθηκε μια σημαντική τράπεζα πληροφοριών που αφορά τα υλικά παράγωγα του παραδοσιακού τεχνικού πολιτισμού, κυρίως στο χώρο του Αιγαίου, τις τεχνικές και τις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν κατά τους τελευταίους αιώνες και τις επαγγελματικές εξειδικεύσεις που συνδέονται με αυτές, ενώ παράλληλα έγινε καταγραφή εκατοντάδων παραδοσιακών χειροτεχνικών εργαστηρίων και δημιουργήθηκε ένα σημαντικό φωτογραφικό αρχείο. Από την έρευνα προκύπτουν ορισμένες διαπιστώσεις σχετικά με τη φυσιογνωμία των παραδοσιακών επαγγελμάτων και των φορέων τους, οι οποίες θα αποτελέσουν τη βάση για περαιτέρω μελέτες και έρευνες.
2.5. Οικιστική
Τα ζητήματα οικιστικής οργάνωσης και εξέλιξης του χώρου, αν και αποτέλεσαν εξαρχής στοιχείο του προβληματισμού που αναπτύχθηκε στο εσωτερικό του Προγράμματος, δεν έχουν τύχει εντούτοις ανάλογης συστηματικής ερευνητικής μέριμνας και τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα είναι μάλλον σποραδικά και ευκαιριακά. Έτσι, λ.χ., στο πλαίσιο του Ερευνητικού Έργου ''Αιγαίο: Ιστορική μελέτη των οικισμών και η αρχιτεκτονική της κατοικίας'', που εκτελέστηκε σε συνεργασία με το Ε.Μ.Π. επιχειρήθηκε η αναζήτηση, συγκέντρωση, ταξινόμηση και αναλυτική συγκριτική εξέταση ιστορικών και αρχιτεκτονικών πληροφοριών για τις Νήσους του Αιγαίου Πελάγους, με αποτέλεσμα τη συγκρότηση μιας σειράς αρχείων (αρχιτεκτονικών σχεδίων, ιστορικής και αρχιτεκτονικής βιβλιογραφίας, ονοματολογίας, χαρτών και αεροφωτογραφιών). Στο πλαίσιο εξάλλου του ΠΕΝΕΔ ''Αθήνα: Ιστορικό Μητρώο Κτιρίων (1830-1940)'', με επιστημονικούς υπεύθυνους τους συναδέλφους Χριστίνα Αγριαντώνη και Λεωνίδα Καλλιβρετάκη, πραγματοποιήθηκε συστηματική αρχειακή, βιβλιογραφική και επιτόπια έρευνα, η οποία ανέδειξε με τρόπο δραματικό το πρόβλημα των βασικών πηγών για την ιστορία της Αθήνας, και συγκροτήθηκαν αρχεία επαγγελματικών χρήσεων, πολεοδομίας, υποθηκοφυλακείου, διατηρητέων κτιρίων, εικόνων και αεροφωτογραφιών, ενώ παράλληλα σχεδιάστηκε μια υποδειγματική ηλεκτρονική εφαρμογή, ως συνθετική έκθεση των επιμέρους θεματικών βάσεων δεδομένων.
Ειδική περίπτωση στον τομέα αυτό αποτελεί το έργο του συναδέλφου Γιάννη Σαΐτα για τη Μάνη, περί του οποίου βλ. παρακάτω.
3. Παράλληλες Δράσεις
3.1. Αρχείο Αλή Πασά
Στο πλαίσιο του Προγράμματος διεξάγεται επί σειρά ετών υπό τη διεύθυνση του Βασίλη Παναγιωτόπουλου το αυτοτελές επιστημονικό έργο μεταγραφής και σχολιασμένης έκδοσης του Αρχείου Αλή Πασά που φυλάσσεται στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη. Το ογκώδες, εξαιρετικής σημασίας και από μακρού αναμενόμενο από την επιστημονική κοινότητα αυτό έργο, βρίσκεται στο τελευταίο στάδιο της προετοιμασίας του και επίκειται η έκδοσή του στις αρχές του 2006 (5 τόμοι, 1.500 έγγραφα).
3.2. Εραλδικά Μνημεία της Ελλάδας
Κατά τη διάρκεια των ερευνών μας, αναπτύχθηκε βαθμιαία το ενδιαφέρον μας για τα εραλδικά μνημεία, ως πηγών για την διοικητική και πολιτική ιστορία. Αυτή τη στιγμή διεξάγεται από συνεργάτες του Προγράμματος μια εκτεταμένη αρχειακή και επιτόπια έρευνα και συγκροτείται μια μεθοδικά τεκμηριωμένη συλλογή. Πρόκειται για μια πρωτοβουλία που έρχεται να καλύψει ένα σημαντικό κενό στη μελέτη της Ελληνικής ιστορίας, καθώς είναι η πρώτη φορά που αυτό το ζήτημα (που γενικά αντιμετωπιζόταν μέχρι πρόσφατα ως ένα περιθωριακό φαινόμενο στον ελλαδικό χώρο και κατά συνέπεια είχε παραμεληθεί από τους περισσότερους μελετητές), διερευνάται με στόχο να αξιοποιηθεί επιστημονικά και να ερμηνευθεί στις ιστορικές του διαστάσεις.
3.3. Τα Σεμινάρια της Ερμούπολης
Εδώ και 21 χρόνια (1985-2001), η ερευνητική ομάδα του Προγράμματος αυτού οργανώνει τα ''Σεμινάρια της Ερμούπολης'' στην ομώνυμη πόλη της Σύρου, σε συνεργασία με το Επιστημονικό και Μορφωτικό Ίδρυμα Κυκλάδων (του οποίου άλλωστε το ΙΝΕ αποτελεί ιδρυτικό μέλος). Αυτές οι εκδηλώσεις, των οποίων εμπνευστής υπήρξε ο πρώτος διευθυντής του Προγράμματός μας Βασίλης Παναγιωτόπουλος, πραγματοποιούνται τον Ιούλιο κάθε χρονιάς, διαρκούν δύο εβδομάδες περίπου και, πέραν των σεμιναρίων, περιλαμβάνουν διεπιστημονικές συναντήσεις, ομιλίες και συζητήσεις στρογγυλής τραπέζης που αφορούν σε ποικίλους τομείς των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών, με τη συμμετοχή πλήθους επιστημόνων από όλο τον κόσμο, αλλά και της τοπικής νησιωτικής κοινωνίας.
3.4. Μάνη
Στο πλαίσιο του Προγράμματος φιλοξενείται επί σειρά ετών το Ερευνητικό Έργο του Γιάννη Σαΐτα ''Mάνη: Kοινωνία, οικισμένος χώρος, πολιτιστικές δράσεις'', το οποίο μελετά την οικιστική και αρχιτεκτονική εξέλιξη, την οικογενειακή συγκρότηση και τη γενικότερη ιστορία την περιοχής της Μάνης. Το έργο αυτό όμως είναι απολύτως αυτοτελές σε ότι αφορά τον επιστημονικό του προγραμματισμό και βασίζεται αποκλειστικά σε εξωτερικές χρηματοδοτήσεις.
4. Τράπεζες Δεδομένων
Με βάση όλες τις παραπάνω έρευνες, συγκροτούνται και διαρκώς ενημερώνονται ποικίλες βάσεις δεδομένων, όπως το αρχείο μετονομασιών του συνόλου των οικισμών της Ελλάδας και το αρχείο κρατικών απογραφών της περιόδου 1834-2001, το αρχείο πληθυσμιακών δεδομένων για την προ του 1834 περίοδο, το αρχείο παραδοσιακών τεχνικών, επαγγελμάτων και εργαστηρίων του Αιγαίου, το αρχείο εραλδικών μνημείων, κ.ο.κ. Δύο από αυτές τις βάσεις αυτές, το αρχείο μετονομασιών και το αρχείο εραλδικών μνημείων, συμπεριλαμβάνονται στο Έργο ''Πανδέκτης'' που έχει ενταχθεί στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα ''Κοινωνία της Πληροφορίας'' και προβλέπεται να είναι προσβάσιμες από το διαδίκτυο σε ειδική ιστοσελίδα, εντός του 2006 (στην ελληνική και την αγγλική γλώσσα).
5. Επιστημονικές Συνεργασίες
-Μόνιμη συνεργασία με το Laboratoire de Demographie Historique της Ecole des Hautes Etudes en Sciences Sociales του Παρισιού, και ειδικότερα με τα αντίστοιχα συγγενή Προγράμματα ''Espace et territoire: representations geographiques, pratiques politiques, espace public et morphologie spatiale'' και το προαναφερόμενο ''Paroisses et Communes de France: Dictionnaire d'Histoire Administrative et Demographique''. Στο πλαίσιο αυτής της συνεργασίας έχουν δρομολογηθεί τα κοινά Ερευνητικά Έργα ''Pratiques de l'espace et identites sociales dans l'Archipel grec'', ''Archipel grec et espaces regionaux en Mediterranee'' και ''Espace et societe : frontieeres comme enjeux sociaux''.
-Ειδική συνεργασία με το Ινστιτούτο Σλαβικών Σπουδών της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών στη Μόσχα, με στόχο την προσεχή σχολιασμένη έκδοση Ρωσικών εγγράφων που αφορούν στην Ήπειρο και την Αλβανία κατά την περίοδο του Αλή Πασά. Και αυτή η έκδοση αναμένεται να έχει πραγματοποιηθεί εντός του 2006.
-Συνεργασίες επί συγκεκριμένων θεμάτων με το Τμήμα Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου (Κέρκυρα), το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου της Κρήτης (Ρέθυμνο), το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου των Ιωαννίνων, το Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Ε.Μ.Π. και το Τμήμα Τοπογραφίας του Τ.Ε.Ι. Αθήνας
13ο Τεύχος