Ο φιλόσοφος και πρωτοπόρος στοχαστής της πολιτικής οικολογίας, ο 83χρονος σήμερα Αντρέ Γκορζ έδωσε στο περιοδικό «Le Nouvel Observateur” τη συνέντευξη που ακολουθεί.
- Εσείς που ήσασταν “οικολόγος» πριν επινοηθεί ο όρος, πώς θα ορίζατε την οικολογία;
«Από όλους τους ορισμούς θα προτιμούσα τον λιγότερο επιστημονικό, εκείνον που βρίσκεται στις απαρχές του οικολογικού κινήματος και που λέει ότι οικολογία είναι η φροντίδα για το περιβάλλον ζωής ως καθοριστικό παράγοντα της ποιότητας ζωής και της ποιότητας ενός πολιτισμού. Οι πρώτες μεγάλες εκδηλώσεις αυτής της φροντίδας αναπτύχθηκαν στη Βόρεια Αμερική, έπειτα στην Ιαπωνία, μετά στη Γερμανία, από όπου κέρδισαν και την υπόλοιπη Ευρώπη. Αυτές οι εκδηλώσεις πήραν τη μορφή κινημάτων διαμαρτυρίας – που συχνά κατεστάλησαν βίαια – ενάντια στον σφετερισμό του δημόσιου χώρου από τις μεγάλες βιομηχανίες, τα αεροδρόμια, τους αυτοκινητόδρομους, που έρχονταν να ανατρέψουν, να μπετονοποιήσουν, να ρυπάνουν και να καταστήσουν τεχνητό το λιγοστό “φυσικό” περιβάλλον που απέμενε. Η αντίσταση των κατοίκων σε αυτή την εισβολή στο περιβάλλον ζωής τους δεν ήταν μια απλή «υπεράσπιση της φύσης». Ήταν πάλη ενάντια στην κυριαρχία. Ενάντια στην καταστροφή ενός κοινού αγαθού από ιδιωτικές δυνάμεις υποστηριζόμενες από το κράτος, οι οποίες αρνούνταν το δικαίωμα των τοπικών πληθυσμών να επιλέγουν το δικό τους τρόπο για να συμβιώνουν, να παράγουν και να καταναλώνουν.
- Το 1972 γράφατε: “Η οικολογία είναι μια επιστήμη βαθιά αντικαπιταλιστική και ανατρεπτική”. Το ίδιο πιστεύετε και σήμερα;
«Η πολιτική οικολογία δεν μπορεί να είναι κάτι άλλο. Γεννήθηκε το 1972 ακριβώς, μετά από μιαν έκθεση βρετανών επιστημόνων «”Blueprint for Survival”) και μιαν έκθεση που συντάχθηκε από τη Λέσχη της Ρώμης. Αυτή υπογράμμιζε την επείγουσα αναγκαιότητα μιας ρήξης με τον βιομηχανισμό και με αυτή τη θρησκεία της ανάπτυξης που είναι σύμφυτη με τον καπιταλισμό. Στο εξαιρετικό βιβλίο «Η βιώσιμη ανάπτυξη», που δημοσίευσαν οι Ντομινίκ Μπουρζ και Ζιλ-Λοράν Ραισάκ, διαβάζουμε φράσεις όπως αυτή: “Το εύρος της περιβαλλοντικής μεταβολής καθώς και η εξάντληση των πόρων επιβάλλουν έναν γρήγορο και ριζικό μετασχηματισμό των τρόπων παραγωγής και κατανάλωσης αλλά και της κοινωνικής μας οργάνωσης”. Επιβάλλουν μια δραστική μείωση της υλικής παραγωγής και κατανάλωσης. Όπως σημειώνουν όμως οι συγγραφείς του βιβλίου, “η δημιουργία αξίας, όρος του δυναμισμού των κοινωνιών μας, συνδέεται υποχρεωτικά με την αύξηση των ροών ενέργειας και πρώτων υλών”. Δεν μπορούμε να έχουμε έναν καπιταλισμό χωρίς ανάπτυξη. Δεν μπορούμε να θέλουμε τη μείωση των ροών υλικών εμπορευμάτων χωρίς να θέλουμε μιαν οικονομία ριζικά διαφορετική από την παρούσα, μιαν οικονομία στην οποία ο πρωταρχικός σκοπός δεν θα είναι το κέδρος και στην οποία ο πλούτος δεν θα εκφράζεται ούτε θα μετριέται με χρηματικούς όρους. Εκείνοι, όπως ο Σέρζ Λατούς, που ζητούν τη μείωση της ανάπτυξης δεν θέλουν ούτε τη λιτότητα ούτε τη φτώχεια. Θέλουν πάνω απ’ όλα να έρθουν σε ρήξη με τον οικονομισμό, να τραβήξουν την προσοχή μας στο γεγονός ότι στη βάση κάθε κοινωνίας, κάθε οικονομίας, υπάρχει μια μη οικονομία, που αποτελείται από πλούτη τα οποία δεν είναι ανταλλάξιμα, από δώρα χωρίς ανταπόδοση, από ανιδιοτελείς προσφορές, από κοινά αγαθά»
- Η οικολογία είναι κατά τη γνώμη σας φορέας ηθικής;
«Αυτό υποστήριζε ο Χανς Γιόνας όταν έγραφε – υπεραπλουστεύω τις θέσεις του – ότι δεν έχουμε το δικαίωμα να υποθηκεύουμε τη ζωή των μελλοντικών γενεών υπηρετώντας το δικό μας βραχυπρόθεσμα συμφέρον. Δεν μου αρέσει η καντιανή προσέγγιση του Γιόνας. Αυτός επικαλείται το αίσθημα ευθύνης του καθένα μας, ατομικά. Εγώ δεν βλέπω όμως το πώς οι ατομικές επιλογές θα αλλάξουν «γρήγορα και ριζικά» το μοντέλο παραγωγής και κατανάλωσης. Αυτό το μοντέλο άλλωστε έχει σχεδιαστεί και επιβληθεί ακριβώς για να επεκτείνει την κυριαρχία του κεφαλαίου πάνω στις ανάγκες, τις επιθυμίες, τις σκέψεις, τις προτιμήσεις του καθένα και για να μας κάνει να αγοράζουμε, να καταναλώνουμε, να επιδιώκουμε αυτό που συμφέρει στον καπιταλισμό να παράγει. Πάει πολύς καιρός από τότε που η παραγωγή του αναγκαίου και του ωφέλιμου έπαψε να είναι κινητήρια δύναμη της ανάπτυξης. Οι ανάγκες είναι περιορισμένες, οι επιθυμίες και οι φαντασιώσεις δεν είναι. Πρώτα στη δεκαετία του 1920 και έπειτα στη δεκαετία του 1950, η ανάγκη που είχε η βιομηχανία να παράγει περισσότερο ξεπέρασε την ανάγκη των ανθρώπων να καταναλώνουν περισσότερο και υποκίνησε την ανάπτυξη μιας παιδαγωγικής – το μάρκετινγκ, η διαφήμιση – που δημιουργεί νέες ανάγκες στο πνεύμα των ανθρώπων και τους κάνει να αυξάνουν την κατανάλωσή τους. Οι καταναλωτές και η παραγωγή πρέπει να τεθούν στην υπηρεσία του κεφαλαίου και όχι το αντίστροφο. Ο δεσμός ανάμεσα στη δημιουργία αξίας και στη δημιουργία πλούτου διερράγη. Δεν αναγνωρίζεται ως πλούτος παρά μόνον αυτό που μπορεί να εκφραστεί και να μετρηθεί σε χρήμα. Τα κοινά αγαθά προφανώς δεν ανήκουν σε αυτή την κατηγορία. Οι συλλογικές υπηρεσίες πρέπει να καταργηθούν στο βαθμό που φρενάρουν ή εμποδίζουν την αύξηση της ατομικής κατανάλωσης
Βλέπετε λοιπόν ότι μια ηθική της ευθύνης προϋποθέτει πολλά πράγματα. Προϋποθέτει μια ριζική κριτική των ύπουλων μορφών κυριαρχίας που ασκούνται πάνω μας και μας εμποδίζουν να συγκροτηθούμε σε συλλογικό υποκείμενο που ενώνεται από μια κοινή άρνηση και μια κοινή δράση (…)»
πηγή: ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑΡΙΟ ΙΔΕΩΝ, Θανάσης Γιαλκέτσης, εφ. “ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ”, 21/1/07
11ο Τεύχος