Κάρπαθος - Απομονωμένη αξιοπρέπεια: Ο κοινοτισμός της Ολύμπου
Ημερομηνία Tuesday, August 12 @ 10:45:02 UTC
Θέμα Κάρπαθος


Απομονωμένη αξιοπρέπεια
Ο κοινοτισμός της Ολύμπου στην Κάρπαθο
του Χρήστου Γαργάρα



Η δύναμη που μπορεί να αποκτήσει μια κοινότητα ανθρώπων, έχοντας σαν βάση την αλληλοβοήθεια και την ισότητα, μπορεί να κατακτηθεί έπειτα από επιλεγμένες και καλά σχεδιασμένες κινήσεις, αλλά μερικές φορές προκύπτει λόγω μιας βαθύτερης ανάγκης για επιβίωση. Οι κάτοικοι της Ολύμπου ψάχνοντας την ευημερία, συλλογική και ατομική, δεν είχαν στο μυαλό τους κάποιο συγκεκριμένο κοινωνικό μοντέλο πάνω στο οποίο θα οργάνωναν τη διαρκώς μετακινούμενη πολιτεία τους. Καμία ιδεολογία δεν τους οδηγούσε, μόνο η πίστη στην ικανότητα τους να δημιουργήσουν από κοινού, χωρίς ιδιοτελείς σκοπιμότητες, να δομήσουν μία κοινότητα αμόλυντη και καθαρή μακριά από ό, τι φέρνει τη δυστυχία στις κοινωνίες των ανθρώπων. Απομάκρυναν κάθε έννοια εγωισμού και αντιπαλότητας, χτίζοντας μαζί όσες φορές και όπου χρειάστηκε τον καινούργιο κάθε φορά οικισμό.

Γύρω στον 6° αιώνα μ.Χ αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τον παράκτιο οικισμό της αρχαίας Βρυκούς(2) και να εγκατασταθούν στην κορυφογραμμή του όρους Προφήτης Ηλίας στη Βόρεια Κάρπαθο. Οι λόγοι που τους οδήγησαν στη μετανάστευση δεν είναι σαφείς και εικάζεται πως το πιο πιθανό είναι πως φύγανε λόγω των πειρατικών επιδρομών αλλά υπάρχει και η πιθανότητα της απειλής κάποιων πολύ ισχυρών σεισμών, που καθιστούσαν επικίνδυνη τη διαμονή τους κοντά στη θάλασσα. Μια άλλη εκδοχή υποστηρίζει πως η Όλυμπος ιδρύθηκε μεταξύ 10ου και 15ου  αιώνα μετά από συνένωση των βοσκών της περιοχής(3). Ο αρχικός πληθυσμός τους ήταν 70 οικογένειες μαζί με πολλά πρόβατα, κατσίκες και γαϊδούρια. Στο χτίσιμο των σπιτιών του χωριού εφαρμόστηκε η κοινή εθελοντική εργασία, με τη συμμετοχή και των γυναικών και των παιδιών για τις πιο ελαφριές δουλειές. Όλοι είχαν λόγο πάνω στην αρχιτεκτονική των σπιτιών και οι όποιες προστριβές γύρω από αυτήν αμβλύνονταν με μεγάλα γλέντια στο τέλος της εργασίας. Ως ένα βαθμό διατηρείται και σήμερα αυτό το έθιμο, κυρίως στις εργασίες για την αναπαλαίωση των ταρατσών με πιο σταθερά υλικά από το χώμα που περιείχαν μέχρι τώρα τα δώματα(4).

Η απόλυτη απομόνωση της Ολύμπου επί πολλούς αιώνες οδήγησε τους κατοίκους της στην εξεύρεση ενός τρόπου οργάνωσης της κοινωνίας τους, που θα εξασφάλιζε τουλάχιστον την αυτάρκειά τους, αλλά και την ευημερία όλου του πληθυσμού. Ολόκληρη η περιοχή της βόρειας Καρπάθου έμεινε αόρατη, όχι μόνο από τους πειρατές, αλλά και από κάθε κράτος και αυτοκρατορία που τύχαινε να την έχει υπό την κυριαρχία του. Έμεινε απομονωμένη ακόμα και από τους κατοίκους του νότιου τμήματος του νησιού, εξαιτίας του μεγάλου ορεινού όγκου που χωρίζει την Κάρπαθο στα δύο.

Κατά τη διάρκεια της οθωμανικής κυριαρχίας (από το 1538 στα Δωδεκάνησα) η Όλυμπος απασχολούσε την κεντρική εξουσία, μόνο όταν έπρεπε να καταβληθούν οι φόροι. Δεν υπήρχαν εκπρόσωποι του κράτους στην κοινότητα, ενώ και σε όλο το νησί ήταν ελάχιστοι. Η προνομιακή θέση της Ολύμπου επισημοποιήθηκε με σουλτανικό φιρμάνι(5) που απαγόρευε την ενόχληση και την ανάμειξη στις υποθέσεις των κατοίκων από στρατηγούς, ναυάρχους, φορολογικούς και δημόσιους υπαλλήλους. Οι Ολυμπίτες εκμεταλλεύτηκαν αυτήν την κατάσταση και ανέπτυξαν ένα δικό τους τρόπο για να επιβιώσουν. Ασχολήθηκαν κυρίως με την κτηνοτροφία και τη γεωργία, πάντα στηριζόμενοι στη μεταξύ τους αλληλεγγύη. Οι γεωργοί (ονομαζόμενοι και "δεσπέριες") καλλιεργούσαν σε μακρινά από την Όλυμπο χωράφια, όπου έχτισαν καλύβες στην αρχή και στάνες στη συνέχεια δημιουργώντας έναν αγροτικό οικισμό, την Αυλώνα. Εκεί δεν υπήρχε κομμάτι γης, σε όποιον και αν ανήκε, που να μην απολάμβανε τη συλλογική μέριμνα. Όταν χρειαζόταν να γίνουν συγκεκριμένες αγροτικές εργασίες, αυτές γίνονταν από όλους μαζί. Ήξεραν πως η ευημερία του καθένα από τους συγχωριανούς τους, επέστρεφε και στους ίδιους και συνέβαλε και στη δική τους ευημερία. Υπήρχαν χωράφια, των οποίων η κυριότητα δεν ήταν σαφής, δουλεύονταν απ' όλους μαζί και ο καθένας μπορούσε να γευτεί τους καρπούς της κοινής εργασίας.

Η αλληλεγγύη όμως δεν υπήρχε μόνο στους αγρότες, αλλά διαπερνούσε κάθε μέλος της κοινότητας. Οι κτηνοτρόφοι διέθεταν όσα βόδια χρειάζονταν για το όργωμα της γης και σε αντάλλαγμα έπαιρναν τρόφιμα από τους αγρότες που εξυπηρετούσαν. Η ανταλλαγή των προϊόντων υπήρχε σε ημερήσια βάση και ήταν ένας τρόπος για να διασφαλίζουν την αποφυγή της συσσώρευσης αλλά και της έλλειψης αγαθών. Με την παροχή προϊόντων που προέρχονταν είτε από τη γη είτε από τα ζώα, αμειβόταν και οι δάσκαλοι της Ολύμπου.

Το κοινοτιστικό πνεύμα διαπερνούσε εκτός από την εργασία και τις υπόλοιπες ασχολίες των Ολυμπιτών. Οι ξυλόφουρνοι ήταν, και είναι ακόμα, χτισμένοι σε δημόσιους χώρους ώστε να χρησιμοποιούνται από όλους. Μεταξύ τους οργανώνουν, ακόμα και τώρα, τα ομαδικά ψησίματα της κάθε γειτονιάς φτιάχνοντας το ψωμί, τις πίτες τους και το φαγητό τους.

Η απουσία εγωιστικών συμπεριφορών, διενέξεων και νομικών διαφορών κατέστησε την παρουσία οποιασδήποτε αστυνόμευσης άχρηστη και ανούσια. Συνήθως η όποια μικρή διαφωνία λυνόταν στις συζητήσεις, στο καφενείο, που αποκτούσαν τη μορφή άτυπης συνέλευσης, ενώ τις αποφάσεις εκτελούσαν αιρετoί δημογέροντες, που ψηφίζονταν κάθε χρόνο με μυστική ψηφοφορία όλων των κατοίκων(6)
Η θέση της Oλυμπίτισας, αν και παραγκωνισμένη, είναι αρκετά περίπλοκη ώστε να ερμηνευθεί εκ του ασφαλούς. Αν και φαίνεται πως δε συμμετείχε στις αποφάσεις της κοινότητας, κατείχε τον πρώτο λόγο στο εσωτερικό της οικογένειας και ίσες απολαβές στο μοίρασμα της γονικής κληρονομιάς, μέχρι και σήμερα.

Όλο αυτό το κοινωνικό εγχείρημα νικήθηκε από την επιθυμία κάποιων κατοίκων, για την απόκτηση περισσότερων αγαθών από τους υπόλοιπους. Καθιερώθηκε ένα έθιμο που συγκέντρωσε πολλές περιουσίες σε λίγους ανθρώπους(7). Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την καθιέρωση των χρημάτων, που στην Όλυμπο, αποκτούν για πρώτη φορά αξία ως ανταλλακτικό μέσο το 1880(8) κατέστρεψε την κοινωνική δομή της κοινότητας μετατρέποντάς την σε καθαρά ταξική. Δημιουργείται μία ανώτερη τάξη πρωτότοκων ("κανακάρηδες" και "κανακάρες") και μία οικονομικά κατώτερη ("στερνοπαίδια")(9) που δεν της ανήκει τίποτα και εξαναγκάζεται να μεταναστεύσει προς την Αθήνα, την Αφρική και μετέπειτα μαζικά προς την Αμερική. Η προσάρτηση των Δωδεκανήσων από την Ιταλία το 1912 δυσχεραίνει την κοινωνική κατάσταση, λόγω της αυτοκρατορικής νοοτροπίας των κατακτητών, ειδικά κατά την επικράτηση του φασισμού.

Ο οικονομικός μαρασμός επιδεινώνεται με τον αποκλεισμό του νησιού από τα τουρκικά παράλια το 1922, με τα οποία μέχρι τότε συνέχιζε να διατηρεί στενές οικονομικές σχέσεις. Αυτό που συνέβη εν τέλει στην Όλυμπο, ήταν να χάσει ένα μέρος του πληθυσμού την αξιοπρέπειά του ψάχνοντας την επιβίωση και βρίσκοντας τον πλουτισμό.
-------------------------------------------------------------

1. Το κείμενο βασίστηκε σε πληροφορίες της Βασιλικής Πατσιαδά, Βασιλικής Σπυροπούλου, Μαρίας Κονιώτη αλλά κυρίως του Μηνά Ερνεία.
2.  Βρυκούς: η σημερινή Βρουκούντα όπου ακόμα και σήμερα, αν και η έρημη πια τοποθεσία απέχει χιλιόμετρα από την Όλυμπο, γιορτάζουν κάθε χρόνο σ' αυτήν με παραδοσιακό τρόπο (κάθε χρόνο και λιγότερο αρχέγονο) κατασκηνώνοντας σε μια βραχώδη πλαγιά.
3. Υπάρχει μεγάλη έλλειψη εξωτερικών ιστορικών πηγών εκείνης της περιόδου και καμία ιστορική καταγραφή από τους ίδιους τους κατοίκους.
4. Φιλιππίδης, Δημήτριος, Κάρπαθος, Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική, Μέλισσα, 1983
5.  Γεωργίου, Γεώργιος Μ., Καρπαθιακά, τομ. Α, 1958
6.  Γεωργίου, Γεώργιος Μ., Καρπαθιακά, ό.π.
7.  Σκανδαλίδης, Μιχάλης Ε., Ο νησιωτικός μικρόκοσμος του Δωδεκανησιακού αρχιπελάγους, Αιχμή, 1994
8.  Κονσολάς, Ν., Λαογραφικά Ολύμπου και Καρπάθου, Λαογραφία, 1963
9.  Ονομάζεται "κανακαριά". Σύμφωνα με αυτό το έθιμο-νόμο τα πρωτότοκα παιδιά αποκτούν το σύνολο της περιουσίας των γονιών τους, χωρίς να αφήνουν τίποτα για τα υπόλοιπα παιδιά. Καθιστούσε άτομα της ίδιας οικογένειας πλούσια και φτωχά. Κατοχυρώνεται με τοπικό νόμο, από τους Δημάρχους της Καρπάθου, το 1864.

πηγή: περ. ΕΥΤΟΠΙΑ, τευχ. 16, Ιούλης 2008







Το άρθρο αυτό προέρχεται από eyploia.aigaio-net.gr
old.eyploia.gr

Το URL της ιστορίας αυτής είναι ο εξής
old.eyploia.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=2223