Πως να σωθεί η ορεινή πατρίδα
Ημερομηνία Friday, April 04 @ 16:49:32 UTC
Θέμα ?λλη Ελλάδα


ΠΩΣ ΘΑ ΣΩΘΕΙ Η ΟΡΕΙΝΗ ΠΑΤΡΙΔΑ
Του Γιώργου Σταματόπουλου

Όταν έφτασε στο γραφείο της εφημερίδας ο εντυπωσιακά καλαίσθητος τόμος με το σπάνιας ομορφιάς εξώφυλλο, σχεδόν τρόμαξα. Μα, πεντακόσιες τόσες σελίδες για έξι μικρά χωριά της Ορεινής Πατρίδας;
Γρήγορα όμως συνειδητοποίησα ότι ο συγγραφέας έχει βαλθεί να μεταφέρει στις σελίδες του ολόκληρη την Ορεινή Πατρίδα. ?ρα οι , πεντακόσιες σελίδες είναι λίγες.
Πρέπει να πω ότι χρόνια είχα να απολαύσω ένα κείμενο, εννοώ να δονηθώ νοϊκώς και Ψυχικώς, να συγκινηθώ! Όπως επίσης και να διαβάσω μια πρόταση ριζοσπαστική για το μέλλον της ελληνικής περιφέρειας. Το ότι ο Ηλίας Προβόπουλος διαθέτει μια εξαιρετική πέννα, το γνωρίζω πολλά χρόνια τώρα, για περίπου δέκα χρόνια τα γραφεία μας ήσαν αντικριστά στην εφημερίδα. Το γραφείο του όμως τον έπνιγε, κάθε τόσο τον αναζητούσαμε στα βουνά της Πίνδου, της Θεσσαλίας, της Μακεδονίας. Θέλω να πω, ήξερα την αγωνία του, τις ανησυχίες του. Ομολογώ όμως ότι το έργο με αιφνιδίασε. Όχι τόσο ο δοκιμιακός, αυστηρός και ενίοτε λυρικός λόγος, ούτε η βιωματικότητα αυτού του λόγου, όσο η ιδεολογική και πολιτική του παρέμβαση, το οιονεί κοινοτιστικό υπόβαθρό της.
Ο φωτογραφικός φακός του δεν ενδιαφέρεται να καταγράψει τη ζωή σε στιγμιότυπο και να την μετατρέψει πιθανώς σ’ αιωνιότυπο. Ζει ο ίδιος τη διαχρονία της φύσης και των ανθρώπων, συμμετέχει στη ροή τους.
Χαστουκίζει τρυφερά τον Αύγουστο της Μέσα Πατρίδας, χλευάζει με αγάπη τους έντεκα μήνες της αδιαφορίας, επιτίθεται στην εσωτερική μετανάστευση και στους υπαιτίους της. Αντιδρά στις μεγαληγορίες και τις πομφόλυγες των πολιτικών, εναντιώνεται στη μεγαλομανία της άκριτης και άκρατης ανάπτυξης, αναπολεί (ή προπαγανδίζει) την εποχή της αυτάρκειας, της αλληλεγγύης, ανακαλύπτει το νόημα της καρδιάς της χώρας που δεν είναι άλλο από το να την ξαναβρούμε, να την αγαπήσουμε.
Παίρνει τον ψίθυρο του παλιού κόσμου των Συνελλήνων και τον κάνει κραυγή απόγνωσης που όμως είναι κι ελπίδα για ζωή. Ταξιδεύει σε βουνά και λαγκάδια, διασχίζει ποταμούς και λίμνες, συνομιλεί με τον ήχο αλλά και τη σιωπή των υδάτων, θωπεύει τα ζώα και τα δέντρα, αναρριχάται στις κορυφές της Πίνδου, όχι για να μας δείξει τι ωραία είναι η Φύση, αλλά προσπαθώντας να μας πείσει να την εσωτερικεύσουμε, να επιχειρήσουμε την κοινωνική ρήξη και την προσωπική υπέρβαση ώστε κάποια στιγμή να γίνουμε ένα: άνθρωπος - φύση - εξέλιξη.
Θεωρώ τυχερούς τους κατοίκους των έξω χωριών (και τους "χειμωνιάτες", όπως τους αποκαλεί, αυτούς δηλαδή που ζουν και το χειμώνα στα χωριά, αλλά και όσους έχουν μεταναστεύσει) για την έκδοση αυτού του σπάνιου λευκώματος. Ο κύριος Προβόπουλος άνοιξε δρόμους στον τρόπο προσέγγισης του τόπου και των ανθρώπων του. Καταδεικνύει ότι η γραφή οφείλει να είναι άμεση και βιωματική, ότι το ταξίδι δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση, ότι υπάρχουν άνθρωποι ακόμη έξω από τα αστικά κέντρα, τις μεγάλες και μικρές πόλεις.
Με παρρησία και θάρρος που εκπλήσσουν υπομιμνήσκει στους ιθύνοντες ν' ανοίξουν τα στραβά τους και σε μας τους υπόλοιπους να ξαναεπισκεφθούμε ψυχή τε και σώματι την πάσχουσα κι εγκαταλελειμμένη ενδοχώρα. Όλοι μαζί, ν' αντιμετωπίσουμε με ειλικρίνεια τα κρίσιμα ζητήματα της Ορεινής Πατρίδας, που, διάβολε, υπάρχει ακόμα σε πείσμα των πολλών που θέλουν να ξεχάσουν την καταγωγή τους, τη γενέθλια ρίζα.
Προτίμησα να προτάξω την κοινωνιολογική ματιά του συγγραφέα. Θα ήταν άδικο όμως να μη γίνει λόγος στις πανέμορφες φωτογραφίες που ο ίδιος έχει τραβήξει καθώς και τις γόνιμες και εγερσίθυμες λεζάντες που τις συνοδεύουν.
Στην εικόνα λ.χ. με τη φιδοκτόνο κυρία Φωτεινή από τα Κάτω Σκλήθρα, η λεζάντα αφηγείται την ιστορία της χώρας του εικοστού αιώνα από τη Μικρασιατική καταστροφή έως σήμερα και είναι μια θαυμάσια υποβολή - αλληγορία των σχέσεων των ανθρώπων με τα ερπετά, ή με τους ανθρώπους ερπετά που μας περιζώνουν στην κάθε μέρα.
Υπέροχες σελίδες για τον θυμό του ποταμού που, δυστυχώς, λόγω φράγματος, γυρίζει πίσω και για τις γέφυρες που ένωσαν τους ανθρώπους αλλά έγιναν και αφετηρία να φύγουν για τον έξω κόσμο, για τις κορυφές της Πίνδου και την κοινωνία των δέντρων, για την μυρωδιά του χώματος που όσοι έφυγαν δεν ξαναβρήκαν στη ζωή τους, για τους ήχους από τους νερόμυλους και τις νεροτριβές, για τις κρήνες, τα μικρά αυτά αρχιτεκτονήματα αλλά και κόμβους επικοινωνίας και επαφής.
Ο συγγραφέας συναρμολογεί (χρησιμοποιώ δική του έκφραση) "λέξεις που στάζουν μουσκεμένους ήχους", βουτηγμένους, προσθέτω, στους χυμούς της ζαμπέλας, στο πραϋντικό αλλά και στο μεταρσιωτικό πνεύμα της.
Εξαίρονται τα μικρά και ταπεινά, ο αργαλειός και το αλέτρι, η σιωπή του τόπου, οι κερασιές που ανθίζουν και καρπίζουν ακόμη στα σταροχώραφα, αλλά δεν υπάρχουν γυναικεία χείλη για να δροσιστούν, "ενώ τα χωράφια δίπλα στις ρίζες τους ξέχασαν την αίσθηση του ρίγους, όταν το υνί χαράκωνε το κορμί του.. .".
Πάνω απ' όλα δοξάζεται ο άνθρωπος της Ορεινής Πατρίδας, οι ρυτίδες του, το χαμόγελό του, ο καημός του, η απαντοχή του. Ας λιγοστεύουν τα πανηγύρια, όπου ημέρευε τον καημό, ο άνθρωπος της Πίνδου και του Αχελώου εξακολουθεί να συλλέγει τους καρπούς και τα γεννήματα της φύσης με υπομονή και σεβασμό, με αγάπη προς αυτή. Ας έχουν φύγει οι πολλοί. Τίποτε δεν έχει χαθεί αν η Πολιτεία στρέψει το χαμένο, ούτως ή άλλως, βλέμμα της σ' αυτήν την πατρίδα που αντιστέκεται, που επιμένει (κι όποιος δεν καταλαβαίνει, δεν ξέρει πού πατά και πού πηγαίνει).
Κάτι τελευταίο που με χαροποίησε ιδιαίτερα. Η τόλμη του Ηλία να ψηλαφίσει την αρχεγονία, τα πρώτα σκιρτήματα, τα μονοπάτια προς την κορυφή της Πίνδου που ήταν - εικάζει - το δύσκολο κυνήγι των θηραμάτων, η συνάντηση με το ιερό, με το θείο, σε κείνες τις κορυφές, η γέννηση πιθανώς του θρησκευτικού συναισθήματος. Ένα λεύκωμα - κόσμημα για την ελληνική περιφέρεια. Ρηξικέλευθο, ριζοσπαστικό, καινοτόμο. Είναι βέβαιο ότι θα αποτρέψει πολλούς τυχάρπαστους να συγγράψουν κάτι ανάλογο. Ακόμη πιο βέβαιο θεωρώ ότι θα γίνει πρότυπο εργασίας για δυνατούς ερευνητές και πάσης φύσεως ταξιδιωτικούς συγγραφείς.
Ένας προσεκτικός αναγνώστης θα συναντήσει στις σελίδες του όλη σχεδόν την ελληνική παράδοση: από τον Όμηρο και το Δημόκριτο έως τις κοινότητες της τουρκοκρατίας και τις δεκαετίες έως το '80. Ας το μελετήσουν οι ιθύνοντες και μετά ας κάνουν κι ένα χαρακίρι.

Τελειώνω, παραφράζοντας μερικούς στίχους του Νικόλα ?σιμου:
                     Η αποκέντρωση απoδείχτηκε ένα όνειρο
                       μία βολεμένη κι ευφυής δικαιολογία
                       διατηρούμε την εσώτερη μιζέρια μας
                          με ψευδοπεριφερειακή ιδεολογία

Πηγή: ΠΕΡΙΩΔΙΚΟ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ,  Φεβρουάριος 2008







Το άρθρο αυτό προέρχεται από eyploia.aigaio-net.gr
old.eyploia.gr

Το URL της ιστορίας αυτής είναι ο εξής
old.eyploia.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=1796