Καταγγελία για Όχη - 2001
Ημερομηνία Sunday, March 16 @ 01:50:32 UTC
Θέμα Εύβοια


ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

ANΑΦΟΡΑ
(δυνάμει των άρθρων 21 και 194 ΕΚ)
Συλλόγου Προστασίας Περιβάλλοντος της Νοτίας Καρυστίας (Σ.Π.ΠΕ.Ν.Κ.), Τ.Θ. 4, Κάρυστος 34001, Εύβοια, ιθαγένεια ελληνική.
Ελληνικής Εταιρίας Προστασίας της Φύσης, Νίκης 24, 10557, Αθήνα, ιθαγένεια ελληνική
Πολιτιστικού Συλλόγου Αετού Ευβοίας, Αετός Ευβοίας, ιθαγένεια ελληνική
Πολιτιστικού Συλλόγου Γραμπιά «Καστέλλο Ρόσσο», Κάρυστος 34001, Εύβοια, ιθαγένεια ελληνική.



ΚΑΤΑ
Ελληνικής Δημοκρατίας
Υπουργείου Ανάπτυξης (Ελληνική Δημοκρατία)
Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας (Ελληνική Δημοκρατία)
Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (Ελληνική Δημοκρατία)
 
********************************************************
 
ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ

[μη προσήκουσα τήρηση των κανόνων του κοινοτικού δικαίου του περιβάλλοντος λόγω της αλόγιστης εγκατάστασης αιολικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας σε περιβαλλοντικά ευαίσθητες και άξιες προστασίας περιοχές της Ν. Εύβοιας –  παραβίαση των διατάξεων των οδηγιών 92/43/ΕΟΚ, του Συμβουλίου, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας και 79/409/ΕΟΚ, του Συμβουλίου, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών, σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 174§2 της Συνθήκης ΕΚ (αρχές της προφύλαξης και της προληπτικής δράσης) και των οδηγιών 85/337/ΕΟΚ και 2001/42/ΕΚ]
 
ΑΝΑΛΥΣΗ
Α. Η ανάδειξη της περιβαλλοντικής σημασίας της Ν. Εύβοιας
 
Ορισμένα τμήματα την Νότιας Εύβοιας και ειδικότερα η ευρύτερη περιοχή με επίκεντρο το Όρος Όχη(Περιοχή Όχης – Φαράγγι Δημοσάρη -- Κάμπος Καρύστου –Ποτάμι -- Ακρωτήριο Καφηρεύς με κώδικα τόπου GR2420001 και GR113 “Mount Ochi and surrounding area” στο προτεινόμενο δίκτυο Natura 2000) εμφανίζουν ιδιαίτερη περιβαλλοντική σημασία. Η περιοχή αυτή έχει καταγραφεί ως «σημαντική για την προστασία της φύσης» από το CORINE Biotopes Project, έχει προταθεί για να ενταχθεί οριστικά ως «Ζώνη Ειδικής Διατήρησης» στο Δίκτυο «Ναtura 2000» (proposed Sites of Community Interest – pSCI), αποτελεί τόπο κατοικίας ή φιλοξενίας ορνιθοπανίδας η οποία προστατεύεται από τη Συνθήκη της Βέρνης και από την οδηγία 79/409/ΕΟΚ, έχει χαρακτηρισθεί «σημαντική περιοχή για τα πουλιά της Ελλάδας» σύμφωνα με τα στοιχεία του Birdlife και της Ελληνικής ορνιθολογικής Εταιρίας (Important Bird Areas In Europe, 2000), και έχει χαρακτηρισθεί ως «Τοπίο Ιδιαίτερου Φυσικού Κάλλους», δυνάμει της ισχύουσας ελληνικής νομοθεσίας (ν.1650/86).
 

Η σημασία της περιοχής αναδείχθηκε με εμπεριστατωμένη διεπιστημονική μελέτη («Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη Περιοχής Φαραγγιού Δημοσάρη και Ευρύτερης Περιοχής», Δεκέμβριος 1998, 500 περίπου σελίδων, η οποία επισυνάπτεται στην παρούσα καταγγελία). Η μελέτη αυτή συντάχθηκε για λογαριασμό της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Εύβοιας, με κοινοτική χρηματοδότηση, και εκπονήθηκε με βάση τις διατάξεις τόσο της ελληνικής νομοθεσίας (άρθρα 18 επ. του ν. 1650/1986, άρθρο 11 της Κοινής Υπουργικής Απόφασης 69269/5387/1990) όσο και της κοινοτικής νομοθεσίας (κριτήρια και προϋποθέσεις της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ).
 

Από την μελέτη αυτή κατέστη σαφές ότι στην κρίσιμη περιοχή υφίσταται «μία ενιαία ενότητα διαχείρισης και προστασίας του περιβάλλοντος», η οποία «χαρακτηρίζεται από την παρουσία ενός μωσαϊκού οικότοπων που περιλαμβάνονται στην Οδηγία 92/43/ΕΟΚ (τέσσερις από τους οποίους είναι προτεραιότητας) και βρίσκονται σε αναπόσπαστη οικολογική και λειτουργική συνέχεια με έντονη διαφοροποίηση… Η μεγάλη ποικιλία σε τύπους οικότοπων αντιστοιχεί σε μεγάλη ποικιλία φυτών… Οι οικότοποι της περιοχής μελέτης αποτελούν χώρους διατροφής και φωλεοποίησης για σημαντικό αριθμό ορνιθοπανίδας… Τόσο τα είδη αυτά όσο και οι βιότοποί τους προστατεύονται από την Κοινοτική Οδηγία 79/409 καθώς από άλλες διεθνείς Συμβάσεις. Στους οικότοπους αυτούς φιλοξενούνται επίσης μεγάλοι αριθμοί μεταναστευτικών ειδών ορνιθοπανίδας… Τα είδη αυτά προστατεύονται ιδιαίτερα μέσω της Οδηγίας 79/409…» («Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη…, οπ. παρ., τόμος ΙΙ, σελ. 4). Ενδεικτικά, ας αναφερθεί ότι στην περιοχή έχουν καταγραφεί 211 είδη πτηνών εκ των οποίων τα 169 είναι μεταναστευτικά. Εξάλλου, με βάση την ίδια μελέτη, στην περιοχή απαντούν 4 παγκοσμίως απειλούμενα είδη (π.χ. κιρκινέζι, Falco naumanni), 72 απειλούμενα είδη σε ευρωπαϊκό επίπεδο και 56 αυστηρώς προστατευόμενα είδη βάση της οδηγίας 79/409 (πχ σπιζαετός, Hieraaetus fasciatus). (βλ «Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη..». οπ. παρ., τόμος Ι, σελ. 122 –134).
 

Ενόψει των στοιχείων αυτών και σύμφωνα με τα κριτήρια και τις κατηγοριοποιήσεις που τάσσουν η οδηγία 92/43/ΕΟΚ και ο ν. 1650/1986 εκπονήθηκε σχέδιο προεδρικού διατάγματος για την προστασία των ως άνω περιοχών, στο πλαίσιο της επικείμενης οριστικής ένταξής τους στο Δίκτυο «Φύση 2000». Ειδικότερα, οι περιοχές αυτές χωρίζονται σε τρεις ζώνες, ανάλογα με την σπουδαιότητά τους και τις ιδιαίτερες ανάγκες προστασίας τους, σύμφωνα και με τα όσα προβλέπονται στο άρθρο 19 του ν. 1650/1986.
 

Η Ζώνη Α χαρακτηρίζεται ως «περιοχή προστασίας της φύσης» και σε αυτή περιλαμβάνονται α) το Φαράγγι του Δημοσάρη, β) η περιοχή Κορφών Όχης, γ) η περιοχή Καστανόλογγου και δ) το Φαράγγι της  Αρχάμπολης. Στη Ζώνη Β, η οποία χαρακτηρίζεται ως «περιοχή ειδικών ρυθμίσεων» περιλαμβάνονται δέκα ακόμη περιοχές. Τα υπόλοιπα εδάφη που εντάσσονται στην προτεινόμενη Ζώνη Ειδικής Διατήρησης «Natura 2000» κατατάσσονται στη Ζώνη Γ, η οποία χαρακτηρίζεται ως «ήπιας ανάπτυξης».
 

Το παραπάνω σχέδιο προεδρικού διατάγματος προβλέπει ιδιαιτέρως αυστηρούς περιορισμούς για τα εδάφη που περιλαμβάνονται στη Ζώνη Α’, απαγορεύοντας ρητά έργα υποδομής όπως είναι η κατασκευή σταθμών παραγωγής αιολικής ενέργειας. Για τη Ζώνη Β’, οι περιορισμοί είναι εξίσου αυστηροί. Εν τέλει, αιολικοί σταθμοί είναι δυνατόν να δημιουργηθούν μόνο σε επιλεγμένα σημεία στη Ζώνη Γ’, για την οποία προβλέπεται ρητά ότι «η εγκατάσταση αναμεταδοτικών κεραιών και ανεμογεννητριών μπορεί να επιτραπεί μετά από έγκριση περιβαλλοντικών όρων από τη Διεύθυνση Περιβαλλοντικού Σχεδιασμού του ΥΠΕΧΩΔΕ».
 

Θα πρέπει να τονισθεί ότι το ως άνω σχέδιο προεδρικού διατάγματος αποτυπώνει ακριβώς τις ιδιαίτερες ανάγκες για την προστασία των κρίσιμων περιοχών της Ν. Εύβοιας, στο μέτρο που εκπονήθηκε με βάση την Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη για τις περιοχές αυτές, μελέτη η οποία εντάσσεται στο πλαίσιο της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ. Για τον ίδιο λόγο, το κανονιστικό αυτό σχέδιο συνιστά και τον μοναδικό τρόπο ορθής υλοποίησης των στόχων και των απαιτήσεων της εν λόγω οδηγίας σε ό,τι αφορά τις περιβαλλοντικά αξιόλογες περιοχές της Ν. Εύβοιας.
 

Από τις ανωτέρω εξελίξεις, συνάγεται ότι
 

οι επίμαχες περιοχές της Ν. Εύβοιας πρέπει να τύχουν ειδικής περιβαλλοντικής προστασίας με βάση τόσο το εθνικό όσο και με το κοινοτικό δίκαιο,
η ανάπτυξη κάθε μορφής δραστηριότητας στις εν λόγω περιοχές πρέπει να συνάδει με την ανάγκη για ιδιαίτερη προστασία τους, να προβλέπεται ρητά και να εκτιμάται διεξοδικά και
τυχόν παράβαση των υποχρεώσεων αυτών προσκρούει τόσο στο εθνικό όσο και στο κοινοτικό δίκαιο
Β. Η αλόγιστη εγκατάσταση αιολικών σταθμών
 

Ωστόσο, το τελευταίο διάστημα, η ως άνω προστασία τίθεται σε κίνδυνο από τη δράση ορισμένων δημόσιων κέντρων εξουσίας τα οποία προωθούν την ανεξέλεγκτη και πέρα από κάθε μέτρο τοποθέτηση ανεμογεννητριών σε όλη τη Ν. Εύβοια, συμπεριλαμβανομένων και των παραπάνω περιοχών.
 

Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στην συνημμένη εδώ «Μελέτη Ορθολογικής Ανάπτυξης Αιολικών Πάρκων στο Νομό Εύβοιας», την οποία συνέταξε το Κέντρο Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΚΑΠΕ) τον Αύγουστο του 2000, μέχρι το πέρας της έρευνας αυτής είχαν ήδη χορηγηθεί για τη νότια Εύβοια 32 άδειες εγκατάστασης αιολικών πάρκων και εκκρεμούσαν ακόμη 81 αιτήσεις. Βραχυπρόθεσμα, λοιπόν, επρόκειτο να δημιουργηθούν στην περιοχή 113 σταθμοί αιολικής ενέργειας, συνολικής ισχύος 1277,76 MW, οι οποίοι αντιστοιχούν σε πάνω από 3000 ανεμογεννήτριες, χωρίς να αποκλείεται περαιτέρω αύξηση του αριθμού τους, εφόσον ζητηθεί από τους ενδιαφερόμενους η αύξηση της ισχύος του αιολικού σταθμού. Από τους σταθμούς αυτούς, τουλάχιστον 15 δημιουργούνται εντός της περιοχής που έχει προταθεί για ένταξη στο Δίκτυο «Natura 2000» (βλ. τους χάρτες 5, 6 και 10α που έχουν επισυναφθεί στην προαναφερθείσα Μελέτη του ΚΑΠΕ).
 

Από τον Αύγουστο του 2000 μέχρι σήμερα, ο αριθμός των αιτήσεων για τη χορήγηση άδειας έχει αυξηθεί σημαντικά, ενόψει και της απελευθέρωσης της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και της μεταφοράς της αρμοδιότητας για χορήγηση των σχετικών αδειών στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας.
 

Εξάλλου, με την προαναφερθείσα Μελέτη του ΚΑΠΕ, η οποία αποτελεί στην Ελλάδα την επιστημονική-τεχνική βάση για την ανάπτυξη της εν λόγω δραστηριότητας, προτείνεται, ως μεσοπρόθεσμο και ως μακροπρόθεσμο σενάριο, ο πολλαπλασιασμός των αιολικών σταθμών ειδικά στο νοτιοανατολικό άκρο της Εύβοιας και η εγκατάσταση στην περιοχή αυτή άνω των 10.000 ανεμογεννητριών. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι στο μακροπρόθεσμο σενάριο, το σύνολο σχεδόν των θέσεων που προτείνει το ΚΑΠΕ –το οποίο ανήκει στον ευρύτερο δημόσιο τομέα- για την εγκατάσταση επιπλέον ανεμογεννητριών, βρίσκονται εντός των περιοχών του Δικτύου «Natura 2000», ώστε πρακτικά να μην υπάρχει τμήμα της Νότιας Εύβοιας, προστατευόμενο από την οδηγία 92/43 στο οποίο δεν θα τοποθετηθούν ανεμογεννήτριες. (Βλ. τους χάρτες 11 και 12 που έχουν επισυναφθεί στην προαναφερθείσα Μελέτη του ΚΑΠΕ).  
 

Ουδείς αμφισβητεί βεβαίως ότι, καταρχήν, η ανάπτυξη ήπιων μορφών παραγωγής ενέργειας, όπως είναι οι αιολικοί σταθμοί, όχι μόνον δεν βλάπτει το περιβάλλον αλλά και συμβάλει στην διαφύλαξή του. Εντούτοις, και η πλέον «φιλική» για τη φύση δραστηριότητα θα πρέπει να γίνεται με μέτρο, μετά από χωροταξικό σχεδιασμό ώστε να εκτιμηθεί το πραγματικό κόστος και όφελος στην κοινωνία και το φυσικό περιβάλλον της εκάστοτε περιοχής. Αυτός ο στόχος συμπεριλαμβάνεται στην έννοια της «αειφόρου ανάπτυξης». Αναδεικνύεται με τις πρόσφατες νομοθετικές εξελίξεις σε κοινοτικό επίπεδο, ιδίως με την οδηγία για την υποχρεωτική εκτίμηση κατά το στάδιο της χάραξης της εθνικής ή της περιφερειακής στρατηγικής, των περιβαλλοντικών επιπτώσεων ορισμένων αναπτυξιακών σχεδίων μεγάλης εμβέλειας. Εν προκειμένω, όμως, οι ενέργειες και τα σχέδια του Ελληνικού Κράτους σε σχέση με την ανάπτυξη της αιολικής ενέργειας στην περιοχή της Ν. Εύβοιας, αντί να αναδεικνύουν, καταλήγουν να υποβαθμίζουν την ποιότητα του περιβάλλοντος κατά τρόπο ανεπίτρεπτο από την κοινοτική έννομη τάξη.
 

Καταρχάς, οι άδειες για εγκατάσταση αιολικών σταθμών χορηγήθηκαν και χορηγούνται χωρίς να έχει εκπονηθεί προηγούμενα συνολική χωροταξική μελέτη. Η κάθε άδεια αντιμετωπίζεται αυτοτελώς από τις αρμόδιες διοικητικές αρχές χωρίς να εκτιμάται ως μέρος ενός συνολικού σχεδίου του οποίου οι ευρύτερες περιβαλλοντικές και χωροταξικές επιπτώσεις θα πρέπει να αξιολογηθούν εκ των προτέρων. Κάθε επενδυτής που ενδιαφέρεται να αποκτήσει άδεια αιολικού σταθμού υποβάλλει ο ίδιος μία πρόχειρη μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων ειδικά για το σταθμό που προτίθεται να δημιουργήσει και επί τη βάσει της μελέτης αυτής χορηγείται η προέγκριση χωροθέτησης και εγκρίνονται οι περιβαλλοντικοί όροι. Πρόκειται για κατ’ ευφημισμόν μελέτες οι οποίες εμφανίζουν την περιοχή ως μη έχουσα οικολογικό ενδιαφέρον, σε ευθεία αντίθεση με τα πορίσματα της Ειδικής Περιβαλλοντικής Μελέτης που αναφέρθηκε προηγούμενα αλλά και άλλων επιστημονικών μελετών και οικολογικών αξιολογήσεων οι οποίες συντείνουν στην αναγκαιότητα αυστηρής περιβαλλοντικής προστασίας της εν λόγω περιοχής (Τράπεζα Δεδομένων για το Ελληνικό Φυσικό Περιβάλλον του Εθνικού Μετσοβείου Πολυτεχνείου, Corine Biotopes Project, Important Bird Areas κ.α). Είναι σαφές ότι η παντελής έλλειψη σχεδιασμού και συνολικής εκτίμησης των συνεπειών που θα προκαλέσει μια τόσο ευρεία επέμβαση στο περιβάλλον αντίκειται στις επιταγές της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι οποίες απορρέουν από τις οδηγίες για την εκπόνηση μελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων (1986/337/ΕΟΚ) και για την συνολική εκτίμηση των επιπτώσεων ενός σχεδίου μεγάλης εμβέλειας στο περιβάλλον (2001/42/ΕΟΚ).
 

Αλλά και με τη Μελέτη του ΚΑΠΕ για την ορθολογική ανάπτυξη των αιολικών πάρκων, μπορεί μεν το ζήτημα να προσεγγίζεται στο σύνολό του, δεν λαμβάνεται ωστόσο υπόψη η περιβαλλοντική παράμετρος. Στη σελ. 36 αναφέρεται ότι «για την περιοχή της Νότιας Εύβοιας, που υπάγεται στο NATURA δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη η εκπόνηση του σχετικού Διαχειριστικού Σχεδίου… Κατόπιν τούτου, οι χαρακτηρισμένες περιοχές NATURA… δεν έχουν εξαιρεθεί από τον σχεδιασμό για την ανάπτυξη Α/Π». Εξάλλου, στη σελίδα 37 αναφέρεται εσφαλμένα ότι «όλες οι επιλεγμένες θέσεις βρίσκονται σε περιοχές με ευνοϊκό αιολικό δυναμικό ενώ παράλληλα δεν βρίσκονται σε ευαίσθητες περιοχές (ZOE, NATURA, κλπ)». Στην πραγματικότητα, το μόνο που φαίνεται να απασχολεί τις αρμόδιες ελληνικές αρχές είναι η κατασκευή όσο το δυνατόν μεγαλύτερου αριθμού αιολικών σταθμών, με βάση οικονομικά, ενεργειακά και τεχνικά κριτήρια και όχι η ορθολογική ανάπτυξη της Χώρας, η οποία διέρχεται σαφώς από την περιβαλλοντική και χωροταξική προσέγγιση του κάθε ζητήματος.
 

Συνεπώς, εάν η τοποθέτηση συγκεκριμένου αριθμού ανεμογεννητριών προάγει το αγαθό της «αειφόρου ανάπτυξης», η εμφύτευση, στην ίδια πάντοτε περιοχή, δέκα χιλιάδων τέτοιων μονάδων αντιβαίνει καταφανώς σε κάθε έννοια αναλογικότητας και μέτρου και κατ’ επέκταση προσκρούει στα διδάγματα και τις επιταγές του ευρωπαϊκού κοινοτικού δικαίου.
 

Σε ό,τι αφορά ειδικά τις περιοχές που έχουν προταθεί για το Δίκτυο «Natura 2000» και οι οποίες οριοθετούνται στην προαναφερθείσα Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη (βλ. ανωτέρω, σημεία 2 επ.), η κατασκευή αιολικών πάρκων πιθανολογείται ότι θα προκαλέσει μη αναστρέψιμη υποβάθμιση, αν όχι καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος. Εκτός από την αναμφίβολη αισθητική υποβάθμιση που θα επέλθει με την εμφύτευση εκατοντάδων ανεμογεννητριών και την δημιουργία των αντίστοιχων έργων υποδομής (δρόμοι, υποσταθμοί μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας), τίθεται άμεσα σε κίνδυνο η ορνιθοπανίδα της περιοχής ακόμη και εκείνη που προστατεύεται από την οδηγία 79/409/ΕΟΚ και από τις διεθνείς συμβάσεις. Αναφέρθηκε ήδη ότι στο τμήμα της Ν. Εύβοιας το οποίο περιλαμβάνεται στο Δίκτυο «Natura 2000» κατοικούν, αναπαράγονται ή φιλοξενούνται περιστασιακά πάρα πολλά είδη πτηνών εκ των οποίων αρκετά θεωρούνται από τα διεθνή και τα κοινοτικά κείμενα ως χρήζοντα απόλυτης προστασίας. Εξάλλου, κατά παράβαση των αρχών της προφύλαξης και της πρόληψης, δεν έχει μέχρι σήμερα γίνει καμία εμπεριστατωμένη μελέτη ως προς τις επιπτώσεις στην ορνιθοπανίδα της Ν. Εύβοιας από την εγκατάσταση και τη λειτουργία ανεμογεννητριών. Αντιθέτως, συναφείς έρευνες που έχουν γίνει στο εξωτερικό έχουν αποδείξει ότι οι εγκαταστάσεις αυτές σαφώς επηρεάζουν αρνητικά την ορνιθοπανίδα. Σημαντικό είναι μάλιστα να επαναληφθεί ότι, σε κάθε περίπτωση, δεν είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι συνιστά προσήκουσα προστασία μιας περιοχής που καλύπτεται από το Δίκτυο «Natura 2000», συμβατή με τις απαιτήσεις της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, ο σχεδιασμός της πλήρους κάλυψής της με ανεμογεννήτριες, όπως το ευαγγελίζεται το μακροχρόνιο σενάριο της προαναφερθείσας Μελέτης του ΚΑΠΕ (βλ. ανωτέρω, σημείο 10).
 

Εν κατακλείδι, είναι απαράδεκτο ένα κράτος-μέλος το οποίο οφείλει να συμμορφωθεί με την οδηγία 92/43/ΕΟΚ, να οριοθετεί μεν τις περιοχές με ιδιαίτερο περιβαλλοντικό ενδιαφέρον, αλλά να αμελεί τη λήψη των συγκεκριμένων μέτρων προστασίας και στο ενδιάμεσο, να προωθεί αναπτυξιακά σχέδια τα οποία πλήττουν καίρια τις επίμαχες περιοχές από περιβαλλοντική σκοπιά και αίρουν κάθε πρακτική αποτελεσματικότητα από το κείμενο της ως άνω οδηγίας.       
 

Γ. Οι παραβάσεις της κοινοτικής νομοθεσίας στις οποίες έχει υποπέσει η Ελληνική Δημοκρατία


Ενόψει των ανωτέρω, θεωρούμε ότι η Ελληνική Δημοκρατία έχει υποπέσει σε μία σειρά από παραβάσεις του πρωτογενούς και του παραγώγου κοινοτικού δικαίου για τις οποίες είναι απαραίτητη η παρέμβαση των αρμόδιων κοινοτικών οργάνων και ιδίως της Επιτροπής με την ιδιότητά της ως εγγυήτριας της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου (άρθρο 211 ΕΚ: « η Επιτροπή… μεριμνά για την εφαρμογή της παρούσας Συνθήκης καθώς και των διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει αυτής από τα όργανα»).
 
 

ι) οι υποχρεώσεις που απορρέουν από την οδηγία 79/409/ΕΟΚ


Καταρχάς, το εγχείρημα της δημιουργίας ενός εκτεταμένου δικτύου ανεμογεννητριών στην τόσο ευπαθή και μοναδική από περιβαλλοντική σκοπιά περιοχή της Ν. Εύβοιας, αντιβαίνει στα όσα επιτάσσουν οι διατάξεις της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ.
 

Η οδηγία αυτή αφορά «τη διατήρηση όλων των ειδών πτηνών που ζουν εκ φύσεως σε άγρια κατάσταση».
 

Σύμφωνα με το άρθρο 2 της οδηγίας, τα κράτη μέλη οφείλουν να υιοθετήσουν «όλα τα αναγκαία μέτρα» με σκοπό να διατηρηθεί ή να προσαρμοσθεί ο πληθυσμός των αγρίων πτηνών στο προσήκον επίπεδο. Για το σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη «λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα με σκοπό να διαφυλαχθεί, διατηρηθεί ή αποκατασταθεί.. μια επαρκής ποικιλία και επιφάνεια οικοτόπων», ιδίως με τη «δημιουργία ζωνών προστασίας» και με τη «συντήρηση και διευθέτηση των οικοτόπων σύμφωνα με τις οικολογικές απαιτήσεις».
 

Εξάλλου, τα κράτη μέλη καλούνται  (άρθρο 4 της οδηγίας) αφενός να δημιουργήσουν «ειδικές ζώνες προστασίας» για τα πλέον ευπαθή και απειλούμενα είδη, αφετέρου, να υιοθετήσουν τα κατάλληλα μέτρα για να αποφεύγονται στις ειδικές ζώνες προστασίας οι «επιζήμιες για τα πτηνά διαταράξεις, όταν αυτές έχουν σημαντικές συνέπειες».
 

Όπως εξηγήθηκε εκτενώς προηγούμενα και όπως αποδεικνύεται με την προαναφερθείσα «Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη» για την ένταξη της επίμαχης περιοχής στο Δίκτυο «Natura 2000» (βλ. σημείο 2),  στην περιοχή αυτή κατοικούν μόνιμα ή περιστασιακά αλλά και αναπαράγονται πάνω από 200 είδη αγρίων πτηνών, μεταξύ των οποίων και κάποια ιδιαιτέρως σπάνια, ευπαθή ή απειλούμενα είδη, για τα οποία απαιτείται ιδιαίτερη προστασία, σύμφωνα με την οδηγία 79/409.
 

Παρά το γεγονός αυτό, η Ελληνική Δημοκρατία προωθεί την εγκατάσταση σημαντικού αριθμού ανεμογεννητριών ακόμη και εντός των «ειδικών ζωνών προστασίας», κατά την έννοια της οδηγίας 79/409, οι οποίες βρίσκονται στην Νότια Εύβοια. Υπάρχει μάλιστα η δεδηλωμένη πρόθεση πολλαπλασιασμού των ανεμογεννητριών αυτών στο άμεσο μέλλον, μέχρι του σημείου της σχεδόν ολοκληρωτικής κάλυψης της περιοχής με αυτές.
 

Η παραβίαση του κοινοτικού δικαίου στην οποία υποπίπτει με τις πράξεις και τις επιδιώξεις της αυτές η Ελληνική  Δημοκρατία συνίσταται στο ότι, οι σχετικές πρωτοβουλίες αποδεδειγμένα «διαταράσσουν» την παρουσία των πτηνών καθώς και των τους οικοτόπους τους στις επίμαχες τοποθεσίες λόγω της κατασκευής και της λειτουργίας αιολικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Οι επιζήμιες αυτές συνέπειες έχουν διαπιστωθεί επιστημονικά από μελέτες οι οποίες έχουν γίνει σε άλλα κράτη, από τις οποίες συνάγεται ότι η λειτουργία ανεμογεννητριών είναι υπεύθυνη για σημαντικό αριθμό θανάτων πτηνών και επιδρά αποτρεπτικά στην εγκατάσταση και την αναπαραγωγή πληθυσμών ευαίσθητων ειδών πτηνών. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι το σχέδιο προωθείται παρά τις αντιδράσεις των τοπικών- μη κυβερνητικών περιβαλλοντικών οργανώσεων της περιοχής και παρά τις αντιρρήσεις της «Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρίας».
 

Σε κάθε περίπτωση, το γεγονός ότι το σχέδιο δημιουργίας ενός τόσο εκτεταμένου δικτύου ανεμογεννητριών σε περιοχές οι οποίες χρήζουν ιδιαίτερης προστασίας δυνάμει της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ, χωρίς προηγουμένως να διενεργηθεί έρευνα ως προς τις συνέπειες που θα επιφέρει το δίκτυο αυτό επί των αγρίων πτηνών και επί των οικοτόπων με τους οποίους αυτά είναι άμεσα συνδεδεμένα, συνιστά από μόνο του παράβαση της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ, όπως συνιστά βεβαίως και παράβαση της θεμελιώδους αρχής της πρόληψης η οποία κατοχυρώνεται με το άρθρο 174§2 ΕΚ. 
 

ιι) οι υποχρεώσεις που απορρέουν από την οδηγία 92/43/ΕΟΚ, ερμηνευομένη υπό το φως των θεμελιωδών αρχών της προφύλαξης και της προληπτικής δράσης για την προστασία του περιβάλλοντος και της ανάγκης διασφάλισης της πρακτικής αποτελεσματικότητας των κοινοτικών κανόνων 


Περαιτέρω, η συστηματική εγκατάσταση αιολικών σταθμών στις περιοχές της Νότιας Εύβοιας με ύψιστη περιβαλλοντική σημασία, οι οποίες εντάσσονται στο προστατευτικό πλαίσιο της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, συνιστά παραβίαση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την ως άνω οδηγία σε βάρος της Ελληνικής Δημοκρατίας.
 

Σύμφωνα με το άρθρο 4§4 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, τα κράτη μέλη υποχρεούνται, όταν πρόκειται για περιοχές οι οποίες εμφανίζουν τα περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά ούτως ώστε να θεωρηθούν «τόποι κοινοτικής σημασίας» (πρόκειται για περιοχές όπου απαντώνται «τύποι φυσικών οικοτόπων προτεραιότητας» ή «είδη προτεραιότητας»), να κατατάξουν τις περιοχές αυτές σε «ειδικές ζώνες διατήρησης» το ταχύτερο δυνατόν και, το αργότερο, μέσα σε μία εξαετία. Καλούνται επίσης να καθορίσουν τις προτεραιότητες  σε συνάρτηση με τη σημασία των τόπων αυτών και σε συνάρτηση με τους υφιστάμενους κινδύνους υποβάθμισης ή καταστροφής.
 

Σύμφωνα με το άρθρο 6§1 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, τα κράτη μέλη οφείλουν να καθορίσουν τα αναγκαία, κανονιστικά, διοικητικά ή συμβατικά μέτρα για τη διατήρηση των ως άνω ειδικών ζωνών, μέτρα τα οποία ανταποκρίνονται στις ιδιαίτερες οικολογικές απαιτήσεις των φυσικών οικοτόπων και των απειλούμενων ειδών που σκοπεί να διαφυλάξει η κρίσιμη οδηγία. Συναφώς, είναι υποχρεωμένα να θεσπίσουν μέτρα απαγόρευσης της υποβάθμισης και των ενοχλήσεων που ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις για τους οικοτόπους και τα είδη που προστατεύει η οδηγία. 
 

Σύμφωνα με το άρθρο 6§3 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ «κάθε σχέδιο, μη άμεσα συνδεόμενο ή αναγκαίο για τη διαχείριση του τόπου, το οποίο όμως είναι δυνατόν να επηρεάζει σημαντικά τον εν λόγω τόπο, καθεαυτό ή από κοινού με άλλα σχέδια, εκτιμάται δεόντως ως προς τις επιπτώσεις του στον τόπο, λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησής του». Οι αρμόδιες αρχές επιτρέπεται να συμφωνήσουν για το οικείο σχέδιο «μόνο αφού βεβαιωθούν ότι δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα του τόπου περί του οποίου πρόκειται και, ενδεχομένως, αφού πρώτα εκφραστεί η δημόσια γνώμη».
 

Σύμφωνα με το άρθρο 12§1 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, «τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να θεσπισθεί ένα καθεστώς αυστηρής προστασίας των ζωικών ειδών που αναφέρονται στο σημείο α) του παραρτήματος IV, στην περιοχή φυσικής κατανομής τους, που να απαγορεύει… να παρενοχλούνται εκ προθέσεως τα εν λόγω είδη…τη βλάβη ή καταστροφή των τόπων αναπαραγωγής ή των τόπων ανάπαυσης».
 

Δεν μπορεί εξάλλου να αντιταχθεί στην καταγγελία μας ότι οι ως άνω υποχρεώσεις που τάσσει η οδηγία 92/43 στα κράτη μέλη δεν υφίστανται εν προκειμένω σε βάρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, λόγω του ότι δεν έχει ολοκληρωθεί η οριστική κατάρτιση των περιοχών που εντάσσονται στο Δίκτυο «Natura 2000» ούτε βεβαίως έχουν θεσμοθετηθεί οι επίμαχες περιοχές της Νοτίου Ευβοίας ως «ειδικές ζώνες διατήρησης» από τις αρμόδιες ελληνικές αρχές.
 

Καταρχάς, το γεγονός ότι η Ελληνική Δημοκρατία, εφαρμόζοντας ειδικά τα κριτήρια της οδηγίας 92/43 στην περιοχή της Νότιας Εύβοιας και ακολουθώντας τη διαδικασία του άρθρου 4§1 της οδηγίας αυτής, αποφάσισε να προτείνει στην Επιτροπή, προς ένταξη στο Δίκτυο «Natura 2000», τις επίμαχες τοποθεσίες, όπως οριοθετούνται στην Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη που εκπονήθηκε για το σκοπό αυτό, έχει τις ακόλουθες έννομες συνέπειες για την ίδια: αφενός, αποδέχθηκε ότι η επίμαχη περιοχή πληροί τα κριτήρια για την ιδιαίτερη προστασία που επιτάσσει η οδηγία 92/43, χωρίς να μπορεί να υπαναχωρήσει πλέον από την αποδοχή αυτή. Αφετέρου, αυτοδεσμεύθηκε ως προς τον τρόπο με τον οποίο θα αντιμετωπίζει ρυθμιστικά και πρακτικά την κρίσιμη περιοχή.
 

Ειδικότερα, από τη στιγμή που συνομολογείται ότι το τμήμα αυτό της Νότιας Εύβοιας παρουσιάζει, ήδη σήμερα, περιβαλλοντική σημασία σε ευρωπαϊκό επίπεδο, απαγορεύονται τα μέτρα και οι ενέργειες που θα θέσουν σε κίνδυνο τη διατήρηση της υψηλής περιβαλλοντικής ποιότητας της περιοχής ακόμη και πριν την ολοκλήρωση της διοικητικής διαδικασίας που προβλέπει η οδηγία 92/43.
 

Η αντίθετη λύση -- σύμφωνα με την οποία, από τη στιγμή που δεν έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία της οδηγίας 92/43, δεν έχει δηλαδή οριστικοποιηθεί ο κατάλογος των «τόπων κοινοτικής σημασίας» ούτε έχει εκδοθεί εθνική πράξη με την οποία το κρίσιμο τμήμα της Νοτίου Καρυστίας να χαρακτηρίζεται από τις ελληνικές αρχές ως «ειδική ζώνη διατήρησης» (αφού ακόμη δεν υπάρχει σχετική εθνική υποχρέωση), η Ελληνική Δημοκρατία είναι ελεύθερη να αναπτύξει κάθε χρήση ή δραστηριότητα στις επίμαχες περιοχές, ακόμη και επιζήμια για το περιβάλλον – δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή.
 

Πρώτον, προσκρούει στην αρχή της υποχρέωσης διαφύλαξης της πρακτικής αποτελεσματικότητας των κανόνων του κοινοτικού δικαίου. Εάν η Ελληνική Δημοκρατία υλοποιήσει το σχέδιό της να τοποθετήσει χιλιάδες ανεμογεννήτριες στα σημεία που θα ενταχθούν μελλοντικά στο Δίκτυο «Φύση 2000», η περιβαλλοντική καταστροφή, ιδίως σε ό,τι αφορά τα άγρια πτηνά, πιθανολογείται ότι θα επέλθει πλήρως, η δε εφαρμογή των κανόνων της οδηγίας 92/43 περί λήψεως ειδικών μέτρων προστασίας προσαρμοσμένων στις ιδιαιτερότητες και τη σημασία κάθε περιοχής κοινοτικού ενδιαφέροντος, θα έχει καταστεί «κενό γράμμα».
 

Η με αυτό τον τρόπο άρση του πρακτικού αποτελέσματος της κοινοτικής νομοθεσίας είναι απαράδεκτη, όπως το έχει σαφώς διακηρύξει το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Αρκεί να υπενθυμισθεί η απόφαση C-129/96, Interenvironnement Wallonie (18.12.1997, Συλλ. Ι-7411) – η οποία είχε και αυτή περιβαλλοντικό αντικείμενο – σύμφωνα με την οποία τα κράτη μέλη στα οποία απευθύνεται μία οδηγία επιβάλλεται «να απέχουν, κατά τη διάρκεια της προθεσμίας που τάσσει η οδηγία για τη θέση της σε εφαρμογή, από τη θέσπιση διατάξεων ικανών να διακυβεύουν σοβαρά την επίτευξη του αποτελέσματος που επιδιώκει η οδηγία αυτή».
 

Δεύτερον, αξίζει να τονισθεί ότι, ανεξάρτητα από το κατά πόσον η οδηγία 92/43 έχει μεταφερθεί ή όχι ορθώς στο εσωτερικό δίκαιο, σε κάθε περίπτωση, έχει παρέλθει η προθεσμία για την ενσωμάτωσή της, την οποία τάσσει το άρθρο 23 αυτής. Για τις ειδικές εθνικές υποχρεώσεις που επιβάλλουν οι επιμέρους διατάξεις της οδηγίας (βλ. ιδίως το άρθρο 4) έχει βεβαίως τεθεί λιγότερο αυστηρό χρονοδιάγραμμα, η καταληκτική ημερομηνία του οποίου δεν έχει παρέλθει, Ωστόσο, από τη στιγμή που η γενική προθεσμία συμμόρφωσης έχει εξαντληθεί προ πολλού, έχει δε αρχίσει η διαδικασία υλοποίησης των στόχων που προβλέπει η οδηγία, η τελευταία παράγει πλέον δεσμευτικές έννομες συνέπειες έναντι των κρατών μελών. Ως τέτοιας μορφής δεσμευτική έννομη συνέπεια θα πρέπει να θεωρηθεί και η απαγόρευση λήψης εθνικών μέτρων τα οποία αντιστρατεύονται τους στόχους της οδηγίας και δημιουργούν πραγματικές καταστάσεις οι οποίες καθιστούν αδύνατη την ορθή και ολοκληρωμένη εφαρμογή της.
 

Τρίτον, η ως άνω ερμηνευτική εκδοχή με την οποία θα γινόταν ανεκτό η Ελληνική Δημοκρατία να προσβάλει τα κοινοτικώς προστατευόμενα περιβαλλοντικά αγαθά προτού εξαναγκασθεί να τα σεβασθεί από την κοινοτική έννομη τάξη, είναι αντίθετη και στην θεμελιώδη αρχή της πρόληψης που διατυπώνεται στο άρθρο 174§2 ΕΚ. Με άλλα λόγια, η οδηγία 92/43, ως κανόνας του παράγωγου δικαίου, θα πρέπει να ερμηνευθεί σύμφωνα με τα όσα επιτάσσουν οι θεμελιώδεις διατάξεις της Συνθήκης και συγκεκριμένα η αρχή της πρόληψης κατά την άσκηση της κοινοτικής πολιτικής για το περιβάλλον.
 

Εν κατακλείδι, η μόνη σύμφωνη με τη Συνθήκη ΕΚ ερμηνεία της κρίσιμης οδηγίας είναι εκείνη κατά την οποία τα κράτη μέλη – εν προκειμένω, η Ελληνική Δημοκρατία – από τη στιγμή που προτείνουν (στάδιο Ι της οδηγίας) ορισμένες περιοχές προς ένταξη στο Δίκτυο «Natura 2000», είναι υποχρεωμένα να απέχουν από κάθε μέτρο ή ενέργεια που θα έθετε σε κίνδυνο την εκπλήρωση των στόχων της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, ιδίως με την περιβαλλοντική υποβάθμιση των περιοχών που πρόκειται να καταστούν «τόποι κοινοτικής σημασίας».
 

Κατά συνέπεια, οι ενέργειες της Ελληνικής Δημοκρατίας που συντείνουν στην ανάπτυξη ενός εκτεταμένου δικτύου ανεμογεννητριών εντός των ορίων περιοχών που η ίδια έχει προτείνει για ένταξη στο Δίκτυο «Natura 2000»και για υπαγωγή σε κοινοτικό καθεστώς περιβαλλοντικής προστασίας, αντιβαίνει στις επιταγές της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, ερμηνευομένης υπό το φως των περιβαλλοντικών αρχών της προφύλαξης και της προληπτικής δράσης. Συγκεκριμένα, η άμεση απαγόρευση της τοποθέτησης ανεμογεννητριών στην επίμαχη περιοχή ως μέσο συμμόρφωσης στην οδηγία 92/43/ΕΟΚ και διασφάλισης της πρακτικής της αποτελεσματικότητας, επιβάλλεται για τους ακόλουθους λόγους.  
 

Πρώτον, όπως προέκυψε από την προαναφερθείσα Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη η οποία εκπονήθηκε με βάση την οδηγία 92/43/ΕΟΚ, οι περιοχές της Νότιας Εύβοιας που προτείνονται για ένταξη στο Δίκτυο «Natura 2000» περιλαμβάνουν «τύπους φυσικών οικοτόπων προτεραιότητας», «είδη κοινοτικού ενδιαφέροντος», «είδη προτεραιότητας» (ιδίως άγρια πτηνά) καθώς και είδη του παραρτήματος IV της οδηγίας τα οποία χρήζουν αυστηρής προστασίας.
 

Δεύτερον, όπως συνάγεται από το σχέδιο προεδρικού διατάγματος το οποίο εκπονήθηκε με βάση την προαναφερθείσα Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη, ο μόνος κοινοτικά αποδεκτός τρόπος διαφύλαξης των επίμαχων περιοχών, όπως το παραδέχονται και τα εντεταλμένα όργανα στα οποία οι ελληνικές δημόσιες αρχές ανέθεσαν την μελέτη του ζητήματος, συνίσταται στο χαρακτηρισμό του μεγαλύτερου τμήματός τους ως «ζώνη προστασίας της φύσης» και ως «ζώνη ειδικών ρυθμίσεων», κατά την έννοια του νόμου 1650/1986 και στην επιβολή αυστηρότατων περιορισμών στις επιτρεπόμενες δραστηριότητες, μεταξύ των οποίων είναι και η απαγόρευση τοποθέτησης ανεμογεννητριών. Με άλλα λόγια, οι αρμόδιες ελληνικές αρχές, για να υλοποιήσουν τους στόχους της οδηγίας 92/43, προέβησαν σε περιβαλλοντική εκτίμηση των επίμαχων περιοχών και τις πρότειναν για ένταξη στο Δίκτυο «Natura 2000». Περαιτέρω, με το κρίσιμο σχέδιο προεδρικού διατάγματος οι ελληνικές αρχές συνομολογούν ότι η προσήκουσα τήρηση των υποχρεώσεων για την Ελληνική Δημοκρατία  που απορρέουν από το άρθρο 6§§1 και 2 της οδηγίας (λήψη μέτρων προστασίας των ειδικών ζωνών διατήρησης) επιβάλλει την απαγόρευση της εγκατάστασης δικτύου ανεμογεννητριών εντός του μεγαλύτερου τμήματος των περιοχών της Νότιας Καρυστίας οι οποίες εντάσσονται στο Δίκτυο «Natura 2000».
 

Τρίτον, η τοποθέτηση ανεμογεννητριών σε τοποθεσίες που έχουν υπαχθεί στην περιοχή του Δικτύου «Natura 2000», ιδίως λόγω της σημασίας τους για τη διατήρηση των αγρίων πτηνών που απαντώνται στη Νότια Εύβοια, αντίκειται στην οδηγία 92/43, όπως αντιβαίνει και στην οδηγία 79/409 λόγω του ότι υποβαθμίζει σημαντικά την οικολογική σημασία των προστατευόμενων περιοχών ως σημείων φωλιάσματος, αναπαραγωγής και φιλοξενίας σπανίων, ευπαθών ή απειλουμένων ειδών ορνιθοπανίδας. Η υποβάθμιση οικοτόπων που θα προκαλέσει η κατασκευή και λειτουργία ανεμογεννητριών λόγω της αλλοτρίωσης της φυσικότητας και της συνέχειας της βλάστησης και στοιχείων του ζωτικού χώρου της πανίδας επηρεάζει άμεσα αυτά τα προστατευόμενα είδη. Ειδικά τα είδη αρπακτικών πουλιών, τα θηράματά τους, καθώς και αρκετά είδη μεταναστευτικών πτηνών θα ζημιωθούν άμεσα από ανεμογεννήτριες εντός της προτεινόμενης περιοχής «Natura 2000». Τούτο αποδεικνύεται από διεθνείς μελέτες και πιστοποιείται στην Ελλάδα από έρευνα και εργασίες της «Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρίας» για τη Νότια Εύβοια.
 

Τέταρτον, από τη συνδυαστική εφαρμογή των διατάξεων των οδηγιών 92/43 και 79/409 από τη μία πλευρά και της αρχής της προφύλαξης από την άλλη συνάγεται το εξής: και επί τη εκδοχή ακόμη ότι δεν έχει αποδειχθεί επιστημονικά με τρόπο ανεπίδεκτο αμφισβήτησης ότι η εγκατάσταση και λειτουργία μεγάλου αριθμού ανεμογεννητριών είναι επιβλαβής για την ορθνιθοπανίδα, υπάρχουν όμως βάσιμες ενδείξεις προς αυτή την κατεύθυνση ενώ δεν έχει αποδειχθεί και το αντίθετο, και πάλι, οι εθνικές αρχές είναι υποχρεωμένες να αποφύγουν την τοποθέτηση ανεμογεννητριών σε περιοχές με ιδιαίτερη σημασία για τον κύκλο ζωής των προστατευόμενων αγρίων πτηνών, όπως είναι εν προκειμένω οι περιοχές της Νότιας Καρυστίας.
 

Πέμπτον, από τη συνδυαστική εφαρμογή των διατάξεων των οδηγιών 92/43 και 79/409 από τη μία πλευρά και της αρχής της πρόληψης από την άλλη συνάγεται το εξής: οι εθνικές αρχές δεν δικαιούνται να προωθήσουν τη δημιουργία ενός εκτεταμένου δικτύου ανεμογεννητριών σε περιοχή του Δικτύου «Natura 2000» που είναι εξέχουσας σημασίας για την προστασία των αγρίων πτηνών και των φυσικών οικοτόπων τους, και επί τη εκδοχή ότι τούτο είναι καταρχήν επιτρεπτό, προτού εκπονήσουν μελέτη ως προς τις ειδικές επιπτώσεις επί των αγρίων πτηνών και των φυσικών οικοτόπων τους από την συγκεκριμένη δραστηριότητα, όπως αυτή πρόκειται να αναπτυχθεί.
 

Έκτον, υποχρέωση για τα κράτη μέλη, συναφή με την προηγούμενη, επιβάλλει και το άρθρο 6§3 της οδηγίας σύμφωνα με το οποίο κάθε σχέδιο που είναι δυνατόν να επηρεάζει σημαντικά τόπους που εντάσσονται στο Δίκτυο «Natura 2000», «εκτιμάται δεόντως ως προς τις επιπτώσεις του στον τόπο, λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησής του». Από τη στιγμή επομένως που η Ελληνική Δημοκρατία προτίθεται να αναπτύξει ένα μεγάλο δίκτυο αιολικών σταθμών στη Νότια Εύβοια, εντός και εκτός των περιοχών που προστατεύονται δυνάμει της οδηγίας 92/43, οφείλει να εκπονήσει μια συνολική μελέτη ως προς τον τρόπο με τον οποίο το δίκτυο αυτό θα επηρεάσει τις προστατευόμενες περιοχές. Την ανάγκη συνολικής μελέτης έχει εξάλλου αναγνωρίσει και το ελληνικό Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ 2759-2760/1994). Επειδή, λοιπόν, η ανάπτυξη του δικτύου ξεκίνησε ήδη για να ολοκληρωθεί κατά την επόμενη δεκαετία και θα έχει μόνιμες συνέπειες στην περιοχή της Νότιας Εύβοιας, (εγκατάσταση πυλώνων, διάνοιξη οδών), είναι σαφές ότι η Ελληνική Δημοκρατία οφείλει από τώρα να εκτιμήσει τις περιβαλλοντικές του συνέπειες και δεν δικαιούται να περιμένει μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας κατάρτισης του Κοινοτικού Καταλόγου των προστατευόμενων περιοχών και της θέσης σε ισχύ του εθνικού ρυθμιστικού πλαισίου για τη διαφύλαξή τους.
 

Για να συμφωνήσει μάλιστα με την προώθηση του επίμαχου σχεδίου ανάπτυξης της αιολικής ενέργειας θα πρέπει πρώτα να βεβαιωθεί ότι το σχέδιο αυτό «δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα του τόπου περί του οποίου πρόκειται», λαμβάνοντας υπόψη και την «δημόσια γνώμη». Η Ελληνική Δημοκρατία δεν έχει μέχρι στιγμής συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις αυτές που απορρέουν ρητά από το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 6 της οδηγίας 92/43.
 

Εξάλλου, η Ελληνική Δημοκρατία δεν μπορεί να καλυφθεί  πίσω από την εξαίρεση της παραγράφου 4, του άρθρου 6 της οδηγίας, σύμφωνα με την οποία είναι εν τέλει δυνατή, «ελλείψει εναλλακτικών λύσεων» η προώθηση ενός σχεδίου το οποίο υποβαθμίζει την κοινοτικά κατοχυρωμένη προστασία μιας περιοχής εφόσον το σχέδιο αυτό πρέπει να πραγματοποιηθεί «για άλλους επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος». Αφενός, η καθόλα θεμιτή ανάγκη προώθησης των ήπιων μορφών ενέργειας δεν μπορεί να δικαιολογήσει την πλήρη κάλυψη και των ειδικά προστατευόμενων (δυνάμει της οδηγίας 92/43) περιοχών με ανεμογεννήτριες. Αφετέρου, η ευχέρεια που διαθέτουν τα κράτη μέλη για κάμψη της περιβαλλοντικής προστασίας σε ειδικά προστατευόμενες περιοχές όταν υφίστανται επιτακτικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος προϋποθέτει να λαμβάνεται «κάθε αναγκαίο αντισταθμιστικό μέτρο ώστε να εξασφαλισθεί η προστασία της συνολικής συνοχής του Natura 2000». Τέτοια αντισταθμιστικά μέτρα είναι αδύνατο να ληφθούν εν προκειμένω στο μέτρο που, με βάση τα όσα ευαγγελίζονται οι αρμόδιες εθνικές αρχές, αιολικοί σταθμοί πρόκειται να δημιουργηθούν στο σύνολο σχεδόν της Νότιας Εύβοιας. 
 

Έβδομον, οι εθνικές υποχρεώσεις που απορρέουν από το άρθρο 12 της οδηγίας για αυστηρή προστασία ορισμένων ζωικών ειδών με την  απαγόρευση της παρενόχλησής τους και της καταστροφής των τόπων διαβίωσης ή αναπαραγωγής τους, δεσμεύουν ήδη την Ελληνική Δημοκρατία και δεν εξαρτώνται από την ολοκλήρωση της διαδικασίας που αναφέρεται στο Δίκτυο «Natura 2000». Η αλόγιστη εξάπλωση των ανεμογεννητριών συνιστά από μόνη της παράβαση των ως άνω υποχρεώσεων, όχι μόνο λόγω των διαπιστωμένων συνεπειών που έχει επί των κρίσιμων περιβαλλοντικών αγαθών αλλά και διότι δεν έχουν μέχρι σήμερα εκτιμηθεί δεόντως οι περιβαλλοντικές συνέπειες των αιολικών σταθμών και από τη σκοπιά του άρθρου 12 της οδηγίας 92/43. 
Δ. Το ζήτημα της κοινοτικής χρηματοδότησης έργων με τα οποία παραβιάζεται η κοινοτική περιβαλλοντική νομοθεσία
 
 

Αξίζει να τονισθεί ότι, η παραπάνω βαρύτατη υποβάθμιση του περιβάλλοντος και παραβίαση των στοιχειωδών κανόνων του κοινοτικού περιβαλλοντικού δικαίου, επιχειρείται με επενδύσεις οι οποίες χρηματοδοτούνται από τα ταμεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όπως αναφέρεται στη σελ. 18 της προαναφερθείσας Μελέτης του ΚΑΠΕ, σε σύνολο 30 Αιολικών Πάρκων που έχουν ήδη λάβει άδεια εγκατάστασης, 12 από αυτά έχουν ενταχθεί στο «Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Ενέργειας» του Β’ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης (Β΄ΚΠΣ) και επιδοτούνται με 40%. Συναφώς, γίνεται προσπάθεια ούτως ώστε το σύνολο των αιολικών σταθμών που πρόκειται να δημιουργηθούν, σύμφωνα με το ανωτέρω καταστροφικό σχέδιο, να ενταχθούν στο Γ’ ΚΠΣ και να χρηματοδοτηθούν με αυτό τον τρόπο. Κοντολογίς, η προσβολή του περιβάλλοντος και η αντίστοιχη παραβίαση των κοινοτικών κανόνων γίνεται με χρήματα της Κοινότητας!
 

Σύμφωνα με τη θεμελιώδη αρχή της ενσωμάτωσης, η οποία πλέον περιέχεται στο άρθρο 6 ΕΚ, «οι απαιτήσεις της περιβαλλοντικής προστασίας πρέπει να ενταχθούν στον καθορισμό και την εφαρμογή των κοινοτικών πολιτικών και δράσεων… ιδίως προκειμένου να προωθηθεί η αειφόρος ανάπτυξη».
 

Εξάλλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού ΕΟΚ/2052/88, όσον αφορά το συντονισμό των παρεμβάσεων των διαφόρων διαρθρωτικών ταμείων μεταξύ τους καθώς και με τις παρεμβάσεις της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και των λοιπών υφισταμένων χρηματοδοτικών προγραμμάτων, οι αρμόδιες κοινοτικές υπηρεσίες είναι υποχρεωμένες να ελέγχουν, πριν από κάθε στάδιο χρηματοδότησης ενός έργου, κατά πόσον τηρείται η εφαρμοστέα στο έργο αυτό κοινοτική νομοθεσία, μεταξύ των οποίων είναι και οι κοινοτικοί κανόνες περί προστασίας του περιβάλλοντος.
 

Επομένως, η κοινοτική χρηματοδότηση ή η με άλλο τρόπο ενίσχυση δραστηριοτήτων στον τομέα της ενέργειας, όπως είναι εν προκειμένω η κατασκευή σταθμών παραγωγής αιολικής ενέργειας, επιβάλλεται να συνοδεύεται από συνεχή έλεγχο από μέρους των αρμόδιων κοινοτικών υπηρεσιών, κατά πόσον γίνεται καλή και σύμφωνη με το κοινοτικό δίκαιο χρήση των διανεμούμενων κονδυλίων.
 

Από τη στιγμή που, όπως αποδείχθηκε ενδελεχώς προηγούμενα, η χρηματοδότηση της κατασκευής ανεμογεννητριών στη Νότια Εύβοια έχει ως συνέπεια, ειδικά στις περιπτώσεις όπου οι ανεμογεννήτριες αυτές εγκαθίστανται εντός του Δικτύου «Natura 2000», να παραβιάζεται καταφανώς η εφαρμοστέα κοινοτική περιβαλλοντική νομοθεσία και να τίθεται σε κίνδυνο το έννομο αγαθό του περιβάλλοντος, η κοινοτική αυτή χρηματοδότηση δεν συνάδει με το κοινοτικό δίκαιο διότι υποβοηθά την καταπάτησή του. 
 

Εν κατακλείδι, η αρχή της ενσωμάτωσης επιβάλλει στις αρμόδιες κοινοτικές υπηρεσίες,
 

να διακόψουν άμεσα τη χρηματοδότηση έργων κατασκευής ανεμογεννητριών σε σημεία της Νότιας Εύβοιας που έχουν προταθεί για ένταξη ως Ζώνη Ειδικής Διατήρησης στο Δίκτυο «Natura 2000»
να αναζητήσουν τα κονδύλια που έχουν ήδη καταβληθεί και χρησιμοποιηθεί κατά παράβαση του κοινοτικού δικαίου του περιβάλλοντος.
 

Η διακοπή της χρηματοδότησης όταν πρόκειται για περιοχές που ανήκουν στο Δίκτυο «Natura 2000» σε συνδυασμό με τη συνέχιση της χρηματοδότησης αιολικών σταθμών που τοποθετούνται σε άλλα γεωγραφικά σημεία της Νότιας Εύβοιας συνιστά και το αποτελεσματικότερο μέσο για την διασφάλιση των τόπων κοινοτικής σημασίας η οποία επιχειρείται με την οδηγία 92/43/ΕΟΚ. Η απώλεια κονδυλίων της τάξης του 40% του συνολικού κόστους ενός έργου συνιστά το καλύτερο αντικίνητρο για τη δημιουργία αιολικών πάρκων εντός του Δικτύου «Natura 2000».
Ε. Οι λόγοι επείγοντος
 

Η εξάπλωση των ανεμογεννητριών εντός των περιοχών του Δικτύου «Natura 2000» που βρίσκονται στη Νότια Καρυστία γίνεται με ταχύτατους ρυθμούς. Υπάρχει δε άμεσος κίνδυνος πρόκλησης μη αναστρέψιμης περιβαλλοντικής βλάβης ιδίως σε ό,τι αφορά την ορνιθοπανίδα, τους οικότοπους, ορισμένα είδη σπάνιας χλωρίδας καθώς και για τα άλλα προστατευόμενα είδη της περιοχής. Για τους λόγους αυτούς, καλούμε την Επιτροπή να κινηθεί με όσο το δυνατόν ταχύτερους ρυθμούς ούτως ώστε να προληφθεί η πιθανολογούμενη περιβαλλοντική προσβολή. Ειδάλλως, η οριστική ένταξη των κρίσιμων περιοχών στο Δίκτυο «Natura 2000» ή  η καταδίκη της Ελλάδας για προσβολή της κοινοτικής περιβαλλοντικής νομοθεσίας δεν θα έχουν πλέον κανένα πρακτικό αντίκρυσμα. 
 
*****************************************
                         Για όλους αυτούς τους λόγους

ΖΗΤΟΥΜΕ
 
Να γίνει δεκτή η αναφορά μας.
Να γίνουν, το συντομότερο δυνατόν, οι απαραίτητες ενέργειες ούτως ώστε να παύσει η εγκατάσταση ανεμογεννητριών εντός της περιοχής της Νότιας Εύβοιας η οποία προτάθηκε ως Ζώνη Ειδικής Διατήρησης (pSCI) του Δικτύου «Natura 2000».
Να διακοπεί η κάθε μορφής κοινοτική χρηματοδότηση της  δημιουργίας αιολικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας εντός της περιοχής της Νότιας Εύβοιας η οποία προτάθηκε ως Ζώνη Ειδικής Διατήρησης (pSCI) του Δικτύου «Natura 2000».
 

Αντιπρόσωπό μας ορίζουμε τον κ. Γεώργιο Δελλή, Δ.Ν., Δικηγόρο, οδός Τσακάλωφ 32, 10673 Αθήνα, τηλ. 3390938, φαξ 3630339, e-mail: dylaw@dylaw.gr
 

                              Ο ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΣ



19ο Τεύχος



Το άρθρο αυτό προέρχεται από eyploia.aigaio-net.gr
old.eyploia.gr

Το URL της ιστορίας αυτής είναι ο εξής
old.eyploia.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=1713