(2) Διοικητικό Εφετείο Πειραιώς
Ημερομηνία Saturday, February 25 @ 22:14:37 UTC
Θέμα Σύρος


(*) (Βλέπε επίσης το άρθρο της Εύπλοιας: "Σύρος. Παράνομη και με δικαστική απόφαση η προσπάθεια ιδιωτικής πολεοδόμησης)

Τμήμα Α2 Ακυρωτικό



συνεδρίασε "δημόσια στο ακροατήριό του, στις 7 Ιουνίου 2005, ημέρα Τρίτη "και ώρα 11 π.μ., με δικαστές τους, Παναγιώτη Καρρά, Πρόεδρο Εφετών Διοικητικών Δικαστηρίων, Βασιλική Αναγνωστοπούλου-Σαρρή, Μηνά Μηναδάκη, Εφέτες Διοικητικών Δικαστηρίων και γραμματέα την Αλεξάνδρα Ιατρού,1 δικαστική υπάλληλο, για   να δικάσει την από 30-6-2003 αίτηση ακυρώσεως,
του Σωματείου με την επωνυμία .«Περιβαλλοντική-ομάδα Κυκλάδων ΓΑΙΑ», που εδρεύει στη Σύρο (οδός Αθ.Κρίνου αριθ.11-Ερμούπολη), το οποίο παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο του• δικηγόρο …, κάτοικο.Γλυφάδας (οδός Μαραγκού αριθ.7), δυνάμει του υπ' αριθ.2266/2005 συμβ/κού πληρεξουσίου,
κατά της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Κυκλάδων (Πολεοδομικό Γραφείο Σύρου), η οποία παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο της δικηγόρο ….


Με την αίτηση αυτή επιδιώκεται να ακυρωθούν οι υπ'αριθ.519, 521, 522, 589, 590, 591, 643, 644, 701, 702, 703, 750, 751, 754 και 756/2002 οικοδομικές άδειες του Πολεοδομικού Γραφείου Σύρου της Ν.Α. Κυκλάδων.
Εξάλλου άσκησαν παρέμβαση για τη διατήρηση της ισχύος των προσβαλλόμενων πράξεων οι:

1)… ο οποίος παραστάθηκε αυτοπροσώπως, με την ιδιότητα του ως δικηγόρου,

2)… και 3)…, οι οποίοι παραστάθηκαν δια του αυτού ως άνω δικηγόρου …, δυνάμει την υπ' αριθ.45120 και 45113/2003, αντίστοιχα, συμβ/κών πληρεξουσίων.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της Εισηγήτριας, Εφέτη Δ.Δ., Βασιλικής Αναγνωστοπούλου-Σαρρή.
Κατόπιν το Δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αιτούντος, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση. Εν συνεχεία το λόγο πήραν οι πληρεξούσιοι δικηγόροι της καθ' ης και των παρεμβαινόντων, οι οποίοι ζήτησαν να απορριφθεί η αίτηση.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη στο γραφείο του Προέδρου του Τμήματος. Κ α ι
Αφού μελέτησε τη δικογραφία.
Σκέφθηκε κατά το νόμο. 


Επειδή με την κρινόμενη αίτηση, για την οποία καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (βλ. τα υπ' αριθμ. 8364402-4 ειδικά έντυπα παραβόλου σειράς Α'), το αιτούν Σωματείο επιδιώκει την ακύρωση των 519, 521, 522, 589, 590, 591, 643, 644, 701, 702, 703, 750, 751, 754 και 7567 2002 οικοδομικών αδειών του Πολεοδομικού Γραφείου Σύρου της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Κυκλάδων, με τις οποίες επετράπη σε κάθε έναν από τους … (άδειες υπ1 αριθμ. 519, 591, 702, 703 και 756), … (άδειες υπ' αριθμ. 750, 644, 522 και 521) και …(άδειες υπ' αριθμ. 589, 590, 643, 701, 751 και 754) η ανέγερση ισόγειων κατοικιών με υπόγειο επί συνεχόμενων γηπέδων συνιδιοκτησίας τους, κατά ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου στον καθένα, κειμένων στην εκτός σχεδίου περιοχή Πλατύ Βουνί της νήσου Σύρου (?νω Σύρος) του Ν. Κυκλάδων, τα οποία προέκυψαν από κατάτμηση ευρύτερης εκτάσεως.

Επειδή το αιτούν Σωματείο, με έννομο συμφέρον ασκεί την υπό κρίση αίτηση, διότι, σύμφωνα με το προσκομιζόμενο καταστατικό του, έχει έδρα την Ερμούπολη της Σύρου, μεταξύ δε των σκοπών του περιλαμβάνεται και η προστασία του περιβάλλοντος των Κυκλάδων σε όλες του τις μορφές καθώς και η μελέτη, προώθηση και επίλυση των προβλημάτων του περιβάλλοντος στην ευρύτερη περιοχή. Περαιτέρω, παραδεκτά προσβάλλονται με το ίδιο δικόγραφο οι .επίμαχες οικοδομικές άδειες, λόγω συνάφειας, εφόσον αμφισβητείται η νομιμότητα τους με κοινούς ως προς όλες λόγους που στηρίζονται στα αυτά πραγματικά περιστατικά και στις ίδιες διατάξεις.
Επειδή στην παρούσα δίκη παραδεκτώς παρεμβαίνουν και με προφανές έννομο συμφέρον υπέρ του κύρους των προσβαλλόμενων πράξεων οι ως άνω δικαιούχοι των αδειών …, … και ….


Επειδή με το κατατεθέν στις 18-3-2005 υπόμνημα τους οι παρεμβαίνοντες υποστηρίζουν ότι η υπό κρίση αίτηση, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 2-7-2003, έχει ασκηθεί εκπροθέσμως, διότι αμέσως μετά την έκδοση των οικοδομικών αδειών, η οποία έλαβε χώρα κατά το χρονικό διάστημα από 2-8-2002 έως 30-10-2002, αναρτήθηκε στην επίμαχη έκταση ιδιαίτερη πινακίδα, στην οποία αναγράφονταν οι αριθμοί τους και, επομένως, το αιτούν Σωματείο είχε από τότε πλήρη γνώση των αδειών αυτών. Ο ισχυρισμός όμως αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι από το γεγονός και μόνον της αναρτήσεως της πινακίδας, που πάντως δεν αποδεικνύεται, δεν μπορεί να συναχθεί πλήρης γνώση εκ μέρους του αιτούντος Σωματείου των προσβαλλόμενων αδειών σε χρόνο που να καθιστά εκπρόθεσμη την άσκηση της κρινόμενης αιτήσεως (Σ.τ.Ε. 2563/1999, 421/1998, 2480/1997 κ.ά.)- Συνεπώς, η αίτηση αυτή, η οποία έχει ασκηθεί κατά τα λοιπά παραδεκτώς, είναι περαιτέρω εξεταστέα.


Επειδή κατά το άρθρο 20 του Ν.Δ/τος της 17-7/16-8-1923 «Περί σχεδίων πόλεων, κωμών και συνοικισμών του Κράτους και οικοδομής «αυτών» (φ. 228 Α'),  με το οποίο προς αποφυγή ιδιωτικών σχεδίων ρυμοτομίας και εξασφάλιση του αναγκαίου κρατικού ελέγχου επί της δομήσεως εν γένει, απαγορεύθηκε κατ' αρχήν, από της θέσεως σε ισχύ των διατάξεων του και εφεξής, η καθ' οιονδήποτε τρόπο δημιουργία οδών ή άλλων κοινοχρήστων χώρων από ιδιώτες «Δεν επιτρέπεται οιαδήποτε μεταβίβασις της κυριότητος μέρους ή του όλου γηπέδου, εφ' ου ο ιδιοκτήτης εσχημάτισεν ή ανεγνώρισε σχηματισθέντος τυχόν άνευ της θελήσεως του κοινοχρήστους χώρους (ιδιωτικός οδούς και πλατείας, κ.τ.τ.), ή δεν εσχημάτισεν ουδ' ανεγνώρισε μεν τοιούτους, αλλ’  επιδιώκει τον σχηματισμόν ή την αναγνώρισήν των δια της τοιαύτης μεταβιβάσεως. Εν τη έννοια του σχηματισμού κοινοχρήστων χώρων περιλαμβάνεται ο καθ’ οιονδήποτε τρόπον ιδιωτική πρωτοβουλία ή συμφωνία γινόμενος περιορισμός ή παραίτησις δικαιωμάτων επί των ειρημένων γηπέδων εττί τω τέλει αμέσου ή εμμέσου σχηματισμού των εν λόγω χώρων. Πάσα μεταβίβασις της κυριότητος, γινομένη παρά τας ανωτέρω διατάξεις, είναι αυτοδικαίως άκυρος. Η περί ακυρότητος διάταξις αύτη ισχύει και αν ακόμη δεν εγένετο εν επισήμω τινί πράξει σαφής μνεία περί του σχηματισμού των ειρημένων κοινοχρήστων χώρων, αλλ' εμμέσως προκύπτη εκ των γενομένων μεταβιβάσεων ότι αύται εγένοντο επί τω τέλει του τοιούτου σχηματισμού και εν γένει της εφαρμογής ιδιωτικού σχεδίου ρυμοτομίας» (παρ.1). Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, απαγορεύεται η κατάτμηση ευρυτέρας εκτός σχεδίου πόλεως εκτάσεως που γίνεται με το σκοπό της οικοπεδοποιήσεώς της και της δημιουργίας, για την καλύτερη δυνατή εκμετάλλευση των προερχομένων από την κατάτμηση επί μέρους γηπέδων, κοινοχρήστων χώρων και ιδιωτικών οδών που οδηγούν στην εφαρμογή ιδιωτικού σχεδίου ρυμοτομίας. Ως
συνέπεια των κατά τις ως άνω διατάξεις απαγορευόμενων κατατμήσεων
προβλέπεται   η   ακυρότητα   των   σχετικών   δικαιοπραξιών,   η   οποία
 συνεπάγεται, περαιτέρω, αδυναμία χρησιμοποιήσεως του μη νομίμως
μεταβιβασθέντος τμήματος γηπέδου για έκδοση μελλοντικής οικοδομικής άδειας από τον προς ον η μεταβίβαση (πρβλ. Σ.τ.Ε. 3159/1998), τέτοια δε άδεια αν εκδοθεί είναι μη νόμιμη.


Επειδή, εξάλλου: κατά το άρθρο 2 παρ. 12 και 13 του Γ.Ο.Κ. του 1985 (φ. 210 Α') ως γήπεδο ή οικόπεδο θεωρείται το ακίνητο, το οποίο αφενός μεν αποτελεί συνεχόμενη έκταση γης, υπό την έννοια ότι η συνέχεια της δεν διασπάται από μεσολαβούσες ιδιοκτησίες τρίτων ή κοινόχρηστους χώρους, αφ' ετέρου ανήκει στην κυριότητα ενός ή και πλειόνων εξ αδιαιρέτου και κατά το αυτό ποσοστό συνιδιοκτησίας για τον καθέναν (Σ.τ.Ε. 3047/2002, 4955/1998, 1842/1997, 908/1997, 2845-6/1994, 46/1990, 1047/1985 κ.ά.). Η κρίση της πολεοδομικής αρχής για το αν ορισμένη έκταση γης αποτελεί ενιαίο οικόπεδο ή γήπεδο πρέπει να διατυπώνεται βάσει των ανωτέρω δεδομένων, να .στηρίζεται δηλ. στο συνεχόμενο της εκτάσεως και στο ενιαίο ιδιοκτησιακό καθεστώς, δεδομένου μάλιστα ότι η κρίση αυτή της πολεοδομικής αρχής αποτελεί το νόμιμο έρεισμα για την εφαρμογή από αυτήν των διεπουσών την εκτός σχεδίου δόμηση διατάξεων, οι οποίες συνδέονται προς το δημόσιο συμφέρον, διότι αποβλέπουν στη διαφύλαξη του ιδιαίτερου χαρακτήρα των εκτός σχεδίου περιοχών (Σ.τ.Ε. 1842/1997, πρβλ. και Σ.τ.Ε. 2846/1994 κ.ά.). Για το χαρακτηρισμό, άλλωστε, ενός γηπέδου ως ενιαίου δεν ασκούν επιρροή οι δηλώσεις ή η συμπεριφορά των ενδιαφερομένων ως προς την ύπαρξη ενός .ή περισσοτέρων γηπέδων (Σ.τ.Ε. 1842/1997,2845/1994).


Επειδή, περαιτέρω, το από 24/31.5.1985  Π.Δ/μα «Τροποποίηση των όρων και περιορισμών δόμησης των γηπέδων των κειμένων εκτός των ρυμοτομικών σχεδίων των πόλεων και εκτός των ορίων των νομίμως υφισταμένων προ του έτους 1923 οικισμών» (Δ’ 270), όπως είχε πριν να τροποποιηθεί με το Ν. 3212/2003, όριζε στο άρθρο 1, προκειμένου για τη δόμηση των κειμένων στις εκτός σχεδίου περιοχές και εκτός οικισμών προϋφισταμένων του έτους 1923 γηπέδων, τα ελάχιστα όρια εμβαδού και διαστάσεων κατά κανόνα (παρ. 1) και κατά παρέκκλιση (παρ. 2). Στην ως άνω παρ. 1 του άρθρου αυτού όριζε, κατά γενικό κανόνα, ότι τα εκτός σχεδίου γήπεδα πρέπει για να είναι άρτια να έχουν ελάχιστο εμβαδόν 4.000 μ2.
Επειδή, κατά τις διατάξεις του ως άνω Π.Δ/τος της 24/31-5-1985 και ενόψει των όσων αναπτύχθηκαν ανωτέρω, ένα γήπεδο εκτός σχεδίου για να είναι άρτιο και οικοδομήσιμο θα πρέπει, εκτός από τα ελάχιστα όρια αρτιότητας που τάσσονται από τις διατάξεις αυτές, αφενός, να μην προέρχεται από απαγορευόμενη κατά το άρθρο 20 του Ν.Δ/τος της 17-7/16-8-1923 κατάτμηση μείζονος εκτάσεως, αφετέρου να είναι και αυτοτελές, κατά την προεκτεθείσα σε προηγούμενη σκέψη έννοια, η δε: πολεοδομική αρχή οφείλει πριν από την έκδοση της οικοδομικής αδείας να ερευνά τα ζητήματα αυτά, που αποτελούν τις νόμιμες προϋποθέσεις για την έκδοση της αδείας και ασκούν επιρροή στη δόμηση του ακινήτου. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση από τα στοιχεία του φακέλλου προκύπτουν τα εξής: Με τα 1777-1783/5-10-1992 επτά συμβόλαια της Συμβ/φου Σύρου …οι παρεμβαίνοντες και ο … αγόρασαν κατά τα 3/12 εξ αδιαιρέτου ο καθένας επτά γήπεδα, όπως αυτά απεικονίζονται στο από Οκτωβρίου του 1992 τοπογραφικό διάγραμμα του τρίτου των παρεμβαινόντων … (με αριθμούς 1, 2, 3, 4, 5, 6 και 7), τα οποία σχηματίσθηκαν από κατάτμηση μείζονος εκτάσεως (σκληροχώραφου) 36.943,99 τ.μ., που βρίσκεται εκτός ΖΟΕ, στη θέση Πλατύ Βουνί της περιοχής «Επάνω Μεριά» της Σύρου και ανήκε στον ….

Η κατάτμηση έγινε με τα παραπάνω συμβόλαια βάσει του εν λόγω τοπογραφικού, τα δε προερχόμενα από την κατάτμηση γήπεδα έχουν όλα έκταση μεγαλύτερη των 4.000 τ.μ. Στη συνέχεια με τα 1785-1792/ 5-12-1992 οκτώ συμβόλαια της ίδιας Συμβ/φου οι παρεμβαίνοντες και ο … απέκτησαν, επίσης κατά τα 3/12 εξ αδιαιρέτου ο καθένας, άλλα οκτώ γήπεδα που σχηματίσθηκαν από κατάτμηση δεύτερης μείζονος εκτάσεως 35.312 τ.μ. στην ίδια θέση, συνεχόμενης με την προηγούμενη έκταση, η οποία ανήκε .στον …. Η κατάτμηση έγινε ομοίως με τα παραπάνω συμβόλαια βάσει του ιδίου τοπογραφικού διαγράμματος, στο οποίο τα προερχόμενα από την κατάτμηση γήπεδα, εκτάσεως το κάθε ένα μεγαλύτερης των 4.000 τ.μ., -εμφαίνονται με αριθμούς 8, 9, 10, 11, 12, 13, 14 και 15. Ακολούθως, με. τα 43.745 - 43759/29-5-2002 συμβόλαια της Συμβ/φου Αθηνών …ο εκ των συνιδιοκτητών ….μεταβίβασε στους παρεμβαίνοντες κατ' ισομοιρία στον καθένα το ποσοστό του επί των ως άνω ακινήτων και έτσι αυτοί κατέστησαν συγκύριοι επί των ακινήτων αυτών κατά το 1/3 εξ αδιαιρέτου ο καθένας, προκειμένου δε να προβούν στην ανοικοδόμηση τους, υπέβαλαν στη συνέχεια προς την αρμόδια πολεοδομική αρχή αιτήσεις για την έκδοση των σχετικών οικοδομικών αδειών. Με τις εκδοθείσες και ήδη προσβαλλόμενες οικοδομικές αυτές άδειες επετράπη στους παρεμβαίνοντες η ανέγερση επί ενός εκάστου των παραπάνω 15 γηπέδων ισόγειων κατοικιών με υπόγεια.

Με την υπό κρίση αίτηση προβάλλεται ότι η κατάτμηση των εν λόγω δύο συνεχόμενων εκτάσεων με τα προεκτεθέντα συμβόλαια είναι παράνομη και άκυρη, ότι με την κατάτμηση αυτή σκοπείται ο σχηματισμός ιδιωτικών δρόμων και εν γένει ιδιωτικής ρυμοτομίας στην περιοχή χωρίς την οποία είναι αδύνατη η εκμετάλλευση τους, κατά παράβαση του άρθρου 20.παρ. 1 του από: 17- 7/16-8-1923 ν.δ/τος, και ότι η πολεοδομική αρχή όφειλε να έχει ελέγξει τα ανωτέρω πριν την έκδοση των οικοδομικών αδειών, οι οποίες εξ αυτού του λόγου είναι μη νόμιμες. Περαιτέρω, ιστορείται ότι το Μάϊο του 2003   το   αιτούν   Σωματείο   πληροφορήθηκε  την  παράνομη   διάνοιξη ιδιωτικού δρόμου στη θέση που βρίσκεται η επίμαχη έκταση, ώστε   να καταστεί δυνατή η πρόσβαση στις παραπάνω ιδιοκτησίες και ότι ο δρόμος αυτός δεν προβλεπόταν στις χορηγηθείσες οικοδομικές άδειες, ούτε είχε ληφθεί για τη διάνοιξη του προηγούμενη έγκριση του αρμοδίου οργάνου αρχιτεκτονικού και πολεοδομικού ελέγχου.


Επειδή    ο    τελευταίος    αυτός    ισχυρισμός    των    αιτούντων αποδεικνύεται  από  την   1/23-7-2003  πράξη   του   Κλιμακίου   Ελέγχου Ποιότητας Περιβάλλοντος Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Κυκλάδων που συστήθηκε με την Δ.Π.  οικ. 6046/16-7-2003 απόφαση του Νομάρχη Κυκλάδων, με την οποία το κλιμάκιο αυτό, κατόπιν αυτοψίας, κατά την οποία διαπίστωσε τη διάνοιξη δρόμου στην επίμαχη περιοχή μήκους 230 περίπου μέτρων και πλάτους 4 μέτρων, εισηγείται προς την Διεύθυνση Πολεοδομίας την επιβολή σε βάρος των παρεμβαινόντων προστίμου για την παράνομη διάνοιξη του δρόμου αυτού, την αποκατάσταση των γενομένων επεμβάσεων, την επίχωση των εσκαμμένων τμημάτων και την απαγόρευση οποιασδήποτε νέας επεμβάσεως στην περιοχή χωρίς τις νόμιμες εγκρίσεις, καθώς, επίσης, και από την από 10-10-2003 επιστολή των παρεμβαινόντων προς τη Διεύθυνση  Πολεοδομίας της Ν.Α.  Κυκλάδων (η οποία έλαβε αριθμό  πρωτοκ. 8576/14-10-2003), με την οποία αυτοί αναφέρουν ότι μετά την έκδοση των οικείων οικοδομικών αδειών προέβησαν στη δημιουργία των αναγκαίων προσβάσεων ώστε να καταστεί δυνατή η ανοικοδόμηση των τυφλών όμορων αγροτεμαχίων τους. Εξάλλου, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτει, περαιτέρω ότι οι παρεμβαίνοντες με πρόθεση 5° Φύλλο της απόφασης 2043/2005
να δημιουργήσουν στην επίμαχη έκταση παραθεριστικό οικισμό είχαν κινήσει τη διαδικασία εγκρίσεως της οικιστικής της καταλληλότητας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 29 του Ν. 1947/1991, ότι για το σκοπό αυτό, είχε εκδοθεί η υπ' αριθμ. πρωτοκ. 4270/755/6-2-1996 (φ. 204 Α') απόφαση του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ, με την οποία είχε εγκριθεί η χωροθέτηση της εκτάσεως αυτής και η οικιστική της καταλληλότητα και ότι, όμως, τελικά η παραπάνω διαδικασία δεν ολοκληρώθηκε, διότι το σχέδιο του προεδρικού διατάγματος περί εγκρίσεως της οικείας πολεοδομικής μελέτης δεν εγκρίθηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας (βλ. 91/2000 πρακτικό), το οποίο, άλλωστε, με προηγούμενο πρακτικό του (16/1996) είχε κρίνει, κατά την επεξεργασία νέου Π.Δ/τος περί καθορισμού Ζώνης Οικιστικού ελέγχου (ΖΟΕ), κατωτάτου ορίου κατατμήσεως και λοιπών όρων και περιορισμών δομήσεως στις εκτός σχεδίου περιοχές της Σύρου, μεταξύ των οποίων και της επίμαχης περιοχής της ?νω Σύρου, ότι η περιοχή αυτή αποτελεί βιότοπο μεγάλης αξίας με πλούσια χλωρίδα και πανίδα και ότι δεν επιτρεπόταν η καθ' οιονδήποτε τρόπο διάσπαση της ενότητας αυτού με διάνοιξη αμαξωτών οδών ή με την τουριστική ανάπτυξη της περιοχής.

Από τα παραπάνω εκτιθέμενα πραγματικά περιστατικά προκύπτει ευθέως η πρόθεση των ιδιοκτητών των οικοπέδων να δημιουργήσουν στην παραπάνω περιοχή της Επάνω Μεριάς της νήσου Σύρου, με την ανοικοδόμηση των επί μέρους προκυψάντων από την κατάτμηση τμημάτων, παραθεριστικό οικισμό, για τη λειτουργία και την εκμετάλλευση του οποίου τυγχάνει προφανώς απαραίτητη η διάνοιξη μεταξύ των τυφλών οικοπέδων ιδιωτικών δρόμων πρόσβασης. Η διαίρεση όμως στην οποία προέβησαν με τα παραπάνω συμβόλαια προς το σκοπό αυτό της εν λόγω ευρύτερης εκτάσεως δεν είναι νόμιμη, κατά τα εκτεθέντα, για το λόγο δε αυτό δεν είναι νόμιμες και οι εκδοθείσες για κάθε προερχόμενο από την
παράνομη κατάτμηση τμήμα της εκτάσεως αυτής οικοδομικές άδειες.
Επειδή πέραν των ανωτέρω, τα επίμαχα οικόπεδα για να θεωρηθούν ως άρτια και οικοδομήσιμα έπρεπε να είναι και αυτοτελή, κατά την έννοια που αναπτύχθηκε σε προηγούμενη σκέψη, κατά την οποία αυτοτελές και ενιαίο γήπεδο αποτελεί συνεχόμενη έκταση γης, η συνέχεια της οποίας δεν διασπάται από μεσολαβούσες ιδιοκτησίες τρίτων ή κοινόχρηστους χώρους και η οποία ανήκει στην κυριότητα ενός ή και πλειόνων εξ αδιαιρέτου κατά το αυτό ποσοστό συνιδιοκτησίας για τον καθέναν. Στην -προκειμένη περίπτωση όμως, όπως εμμέσως προβάλλεται με την υπό κρίση αίτηση, κατά το χρόνο εκδόσεως των επίμαχων οικοδομικών αδειών, τα παραπάνω γήπεδα, ανεξαρτήτως του ότι κτήθηκαν με διαφορετικά συμβόλαια από καθέναν από τους παρεμβαίνοντες, δεν ήταν αυτοτελή, αλλά αποτελούσαν μία ενιαία έκταση που ανήκε εξ αδιαιρέτου και στους τρείς κατά το αυτό ποσοστό στον καθένα, ως τέτοια δε έπρεπε να έχει αντιμετωπισθεί από την πολεοδομική αρχή όσον αφορά τους όρους και τις προϋποθέσεις ανοικοδομήσεώς της, εφόσον μόνη η διαίρεση της εκτάσεως αυτής με τα προαναφερθέντα   συμβόλαια   δεν   αρκούσε   για   να   προσλάβουν   τα γήπεδα που προήλθαν από αυτήν το χαρακτήρα αυτοτελούς γηπέδου (πρβλ. Σ.τ.Ε. 1842/1997). Και για τον πρόσθετο αυτό λόγο οι εκδοθείσες επ' ονόματι των παρεμβαινόντων ως άνω οικοδομικές άδειες δεν είναι νόμιμες, ο δε ισχυρισμός των τελευταίων, ότι σύμφωνα και με την σχετική 430/1991 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους τα παραπάνω γήπεδα είναι άρτια και οικοδομήσιμα διότι καίτοι . συνεχόμενα, εφόσον έχουν κτηθεί με διαφορετικά συμβόλαια, διατηρούν την αυτοτέλεια τους, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.


Επειδή οι παρεμβαίνοντες με το κατατεθέν στις 18-3-2005 υπόμνημα τους αναφέρουν περαιτέρω ότι μετά την έκδοση των οικοδομικών αδειών έλαβαν χώρα με τα υπ' αριθμ. 45479-45489/15-12-6° φύλλο της απόφασης 2043/2005
2003, συμβόλαια της Συμβ/φου Αθηνών: … έντεκα συνολικά αγοραπωλησίες σχετιζόμενες με τα επίμαχα ακίνητα, τα οποία πλέον ανήκουν κατά κυριότητα και κατά το 1/3 εξ αδιαιρέτου σε διαφορετικούς κατά ένα μέρος ιδιοκτήτες και, ειδικότερα, στους …, … και …τα υπ' αριθμ. 1, 2, 7, 8, 10 και 11, στους …, … και …τα υπ' αριθμ. 3, 6 και 9, στους …, … και … τα υπ' αριθμ. 4, 5 και 13, στον …το. υπ' αριθμ. 12, στον …το υπ' αριθμ,:.14 και στον …το υπ' αριθμ. 15. Ο ισχυρισμός όμως αυτός και εκτός του ότι δεν ασκεί επιρροή επί της απαγορευόμενης κατατμήσεως της επίμαχης εκτάσεως και αφορά σε στοιχεία μεταγενέστερα των προσβαλλόμενων πράξεων είναι απορριπτέος προεχόντως, διότι προβάλλεται και απαραδέκτως για πρώτη φορά με το υπόμνημα, με το οποίο δεν μπορούν να προταθούν νέοι πραγματικοί ισχυρισμοί ή να γίνει επίκληση νέων αποδεικτικών μέσων (Σ.τ.Ε. 604/199, 2159/1990, 3703/1990, 167/1988 κ.ά.).


Επειδή, περαιτέρω, με το από 13-6-2005 υπόμνημα των παρεμβαινόντων, προβάλλεται εμμέσως, κατ' επίκληση της 266/1999 αποφάσεως του Εφετείου Αιγαίου, ότι η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 20 του Ν.Δ. της 17-7/16-8-1923 αναφέρεται σε εκτάσεις που ήδη έχουν ενταχθεί ή επίκειται η ένταξη τους στο σχέδιο πόλεως και όχι και σε εκείνες εκτός σχεδίου. Ο ισχυρισμός όμως αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι από την αντιπαραβολή των διατάξεων της παραπάνω παρ. 1 του άρθρου 20 του εν λόγω Ν.Δ/τος με την παρ. 2 του ίδιου άρθρου προκύπτει ότι με τις διατάξεις αυτές καθιερώνεται σαφής διάκριση μεταξύ αφενός των περιοχών που βρίσκονται μέσα σε εγκεκριμένα σχέδια πόλεως (παρ. 2) και προορίζονται για οικιστική ανάπτυξη και αφετέρου των λοιπών περιοχών, οι οποίες ευρίσκονται
εκτός εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως (παρ.1) και, συνεπώς, δεν έχουν. ως προορισμό τη δόμηση, και στις οποίες κατά την παρ. 3 του αυτού άρθρου επιτρέπεται ο σχηματισμός ιδιωτικών οδών μόνον προκειμένου για καλλιεργούμενα γήπεδα, δηλ. για γεωργικές κ.λ.π. εκμεταλλεύσεις, και μόνον για την μεταφορά ' των προϊόντων, τους (πρβλ. Σ.τ.Ε.535/2003).


Επειδή, εξάλλου, προβάλλεται με το δικόγραφο της παρεμβάσεως και αναπτύσσεται με το υπόμνημα ότι η απαγόρευση εκμεταλλεύσεως και αξιοποιήσεως της ακίνητης περιουσίας των παρεμβαινόντων, για την οποία έχουν δαπανηθεί σημαντικά ποσά, προσκρούει στις προστατευτικές της ιδιοκτησίας διατάξεις του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το οποίο έχει αυξημένη τυπική ισχύ έναντι του κοινού νόμου. Και ο λόγος όμως αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, διότι η απαγόρευση της οικιστικής εκμετάλλευσης και ανάπτυξης από την ιδιωτική πρωτοβουλία των εκτός εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου περιοχών της Χώρας που καθιερώνεται από τις προεκτεθείσες διατάξεις προς το σκοπό της προστασίας του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος, το οποίο προστατεύεται από το άρθρο 24 του Συντάγματος, αποβλέπει στη θεραπεία του δημοσίου συμφέροντος και αποτελεί, ως εκ τούτου, θεμιτό και ανεκτό περιορισμό της ιδιοκτησίας, ο οποίος ουδόλως αντίκειται στην επικαλούμενη ως άνω διάταξη του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών (ΕΣΔΑ), που κυρώθηκε μαζί με τη Σύμβαση με το Ν.Δ. 53/1974 (φ. 256 Α').


Επειδή, κατ’ ακολουθία, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση, να απορριφθεί η παρέμβαση και να ακυρωθούν οι προσβαλλόμενες οικοδομικές άδειες, ως μη νόμιμες. Το Δικαστήριο μετ' 7° φύλλο της απόφασης 2043/2005
εκτίμηση των περιστάσεων κρίνει ότι οι παρεμβαίνοντες πρέπει να απαλλαγούν από τη δικαστική δαπάνη του αιτούντος Σωματείου (άρθρο 39 παρ. 1 του Π.Δ. 18/1989).

ΔΙΑ   ΤΑΥΤΑ
Δέχεται την αίτηση.
Ακυρώνει τις 519, 521, 522, 589, 590, 591, 643, 644, 701, 702, 703, 750, 751, 754 και 756/ 2002

οικοδομικές άδειες του Πολεοδομικού Γραφείου Σύρου της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Κυκλάδων.
Απορρίπτει την παρέμβαση.
Διατάσσει την απόδοση του κατατεθέντος παραβόλου.
Απαλλάσσει τους παρεμβαίνοντες και τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Κυκλάδων από τη δικαστική δαπάνη του αιτούντος Σωματείου.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στον Πειραιά στις 15 Νοεμβρίου 2005.
Δημοσιεύτηκε στον αυτό τόπο την  1η Δεκεμβρίου 2005, στο ακροατήριο σε δημόσια συνεδρίαση, απόντων

των διαδίκων.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ          Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ



4ο Τεύχος



Το άρθρο αυτό προέρχεται από eyploia.aigaio-net.gr
old.eyploia.gr

Το URL της ιστορίας αυτής είναι ο εξής
old.eyploia.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=157