1941 - 1944. Θάνατοι από πείνα στη Σύρα
Ημερομηνία Friday, November 02 @ 01:06:08 UTC
Θέμα Σύρος


Από το ημερολόγιο του Ανδρέα Θ. Δρακάκη

Το θανατικό εντωμεταξύ εξακολουθεί δραματικό. Πεθαίνουν τριάντα-σαράντα την ημέρα. Κανείς δεν ξέρει τον ακριβή αριθμό. Λένε πως η Δημαρχία για λόγους σκoπιμότητος δεν περνά στα ληξιαρχεία όλους τους νεκρούς. Το ξερίζωμα του πληθυσμού έχει προσλάβει απελπιστική μορφή. Οι διηγήσεις, που ακούγονται κάθε μέρα, είναι ανατριχιαστικές και το θέαμα της φτωχολογιάς απελπιστικό. Προ ολίγης ώρας μπήκε στο καφενείο ένα παλληκάρι. Θα ’ταν κοντά είκοσι χρόνων. Το πρόσωπό του ήταν τελείως παραμοφωμένο. Τα μάτια του σχεδόν κλειστά απ’ το πρήξιμο. Τα πόδια του μισόγυμνα ως τα γόνατα, πρησμένα σαν αυτών που πάσχουν από ελεφαντίαση ήταν γεμάτα έλκη. Μαλάγρα, ψώρα, ψείρες και λύγδα. Αργά το βράδυ κάποιος ήρθε και ανήγγειλε το θάνατο του συναδέλφου Ευαγγέλου Προχεράρη. Τον ηύραν νεκρό μέσα σ’ ένα χαντάκι στα Χρούσα. Μισοσκεπασμένο απ’ το χιόνι, αποξηραμένο απ’ την πείνα και το κρύο, μισόγυμνο απ’ την ανέχεια. Οι δικηγόροι κάνομε σήμερα τα έξοδα της κηδεία του. Μακάβρια αλληλεγγύη!

(?γνωστος πρόδωσε στις ιταλικές αρχές ότι ο Ανδρέας Δρακάκης κρατούσε Ημερολόγιο της Κατοχής. Ο Ανδρέας Δρακάκης πιάστηκε και φυλακίστηκε στην Καραμπινιερία. Το Ημερολόγιό του κατασχέθηκε. Το παραπάνω κείμενο είναι απόσπασμα που σώθηκε.)

.................................................................................................................

Μαρτυρία του Ευάγγελου Ν. Ρούσσου

Ορκίζομαι στη μνήμη των νεκρών παιδιών της γενιάς μου να πω την αλήθεια χωρίς φόβο και χωρίς πάθος, αναφέροντας μόνο όσα έζησα προσωπικά και διαπίστωσα ο ίδιος στο άμεσο περιβάλλον μου και αφήνοντας κατά μέρος όσα άκουσα ή διάβασα για την Κατοχή στη Σύρα ή αλλού.
Παιδιά οχτάχρονα, δεκάχρονα, δωδεκάχρονα, σε ώρες που έδενε το κορμί τους και χρειάζονταν τα καλύτερα υλικά για να τραφούν, έσβυναν, έγερναν και βυθίζονταν στο θάνατο μέσα σε σπίτια σκοτεινά και παγωμένα, όπου στο τζάκι δεν έβραζε τσουκάλι, όπως πριν, όπου στο δωμάτιο δεν άναβε μαγκάλι, όπως πριν, όπου στη γωνιά δεν έφεγγε καντήλι, όπως πριν, όπου τα ρούχα δεν ήταν ζεστά και καθαρά και μυρωμένα, όπως πριν, μα ήταν κουρέλια κι ήταν φωλιές της ψείρας και του ψύλλου και του κοριού.
Τέσσερα χρόνια δίχως κρέας και ψάρι, εμείς στη μέση του Αιγαίου. Το γάλα το γευτήκαμε μόνο σκόνη και μόνο κατά διαστήματα, όποτε γίνονταν διανομές από τον Ερυθρό Σταυρό ή άλλους παρόμοιους οργανισμούς. Σαράντα μέρες δίχως μπουκιά ψωμί στο στόμα σου κι οχτώ μήνες δίχως σταγόνα λάδι στο σπίτι σου, ο κεφαλικός σου φόρος στην Κατοχή, δώδεκα χρόνων παιδί σκελετωμένο, με κόκκινες βούλες στο δέρμα από την αβιταμίνωση, με την ψώρα να σε τρώει και με τις ανοιγμένες πληγές πασαλειμμένες με θειάφι.
Μια φορά μας μοίρασαν ψωμί, που το αλεύρι του είχε βραχεί με πετρέλαιο. Φαρμάκι. Έτρωγες μια μπουκιά και παρατούσες. Η πείνα όμως νικούσε την πίκρα και το ξανάπιανες πάλι σε λίγη ώρα. Πάλι μια μπουκιά και πάλι το παρατούσες. Και πάλι και πάλι. Στο τέλος δεν άφησες ούτε ψίχουλο από τη μερίδα σου. Την κατάφερες με πολλές – πολλές δόσεις!
.......................................................................................................
Κάποτε κάποιοι πήραν την πρωτοβουλία και ίδρυσαν τη «Στέγη του παιδιού». Το ίδρυμα στεγάστηκε στο χτίριο του παλιού Ορφανοτροφείου Αρρένων στους Τρεις Ιεράρχες, σημερινό 3ο Γυμνάσιο. Εκεί μάζεψαν από τους δρόμους καμιά πενηνταριά κουρελιασμένα και σκελετωμένα παιδιά. Τους πήραν από πάνω τους τα κουρέλια τα ψειριασμένα και τα έκαψαν. Τα παιδιά τα έπλυναν και τους φόρεσαν μόνο από μια καμιζόρα κι ένα σωβρακάκι από κάμποτο, φτηνό, από τα συριανά υφαντήρια, και τα κράτησαν έτσι αρκετόν καιρό, ώσπου να μαζευτούν χρήματα από φιλανθρωπίες και να τους αγοράσουν να τους φορέσουν ρούχα κανονικά. Εκεί τα παιδιά είχαν εξασφαλίσει μια ζεστή σούπα και μια φέτα ψωμί κάθε μέρα. Όμως ζούσαν σαν ορφανά, χωρίς να έχουν ορφανέψει, σα φυλακισμένα, αποκομμένα από τους δικούς τους και από τους γνώριμους ελεύθερους χώρους. Κοιμόντουσαν είκοσι παιδιά σε κάθε θάλαμο. Κάποιες κυρίες από καλές οικογένειες της Ερμούπολης ερχόντουσαν τα πρωινά και φρόντιζαν το φαγητό και τις άλλες ανάγκες των παιδιών. Διευθύντρια ήταν μια δεκαοχτάχρονη λυγερή κοπέλα, ονειρική. Πού βρέθηκε τέτοιος Αρχάγγελος μέσα στον καταποντισμό του σύμπαντος! Τα βράδυα, πριν από τον ύπνο, εκείνη έλεγε στα παιδιά ιστορίες ή και τα παιδιά έλεγαν σ’ εκείνην δικές τους ιστορίες, κι εκείνη τα άκουγε με αφοσίωση και τα μάτια της είχαν ένα φως τόσο γλυκό, που, αν κανείς δεν έχει ερωτευτευτεί στη ζωή του, δεν το ξέρει. Τα παιδιά της είχαν βγάλει και τραγουδάκι:
Κόκκινα τα γοβάκια της
και άσπρη η φορεσιά της,
απάνω τα μαλλάκια της
και Βίργω τ’ όνομά της.

------------------------------------------------------------------------
(πηγή: "ΣΥΡΙΑΝΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ")

 



17ο Τεύχος



Το άρθρο αυτό προέρχεται από eyploia.aigaio-net.gr
old.eyploia.gr

Το URL της ιστορίας αυτής είναι ο εξής
old.eyploia.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=1322