Θαλασσινά τοπία - το Θινί
Ημερομηνία Monday, August 27 @ 21:15:54 UTC
Θέμα ?λλη Ελλάδα


Θαλασσινά τοπία - το Θινί

Υπάρχουν τοπία, πάντα θαλασσινά, γιατί η παιδική μου ηλικία είναι άμεσα συνυφασμένη με την θάλασσα, που επισκέφθηκα παιδί και ποτέ δεν επέστρεψα. Προτιμώ να μείνουν στην μνήμη μου ανέγγιχτα, αγνά κι' ηλιόλουστα, ξεχασμένα από τον Θεό και τους ανθρώπους. Προτιμώ να σκέφτομαι πως έχουν παραμείνει έτσι ακριβώς όπως τα έζησα. Σαν ένα όνειρο. Ενα όνειρο όπου ο πατέρας μου και άλλοι αγαπημένοι νεκροί ακόμα υπάρχουν, εγώ είμαι παιδί και τους κοιτάω με θαυμασμό, παρακολουθώντας το στόμα τους να μην χάσω λέξη, παρακολουθώντας τις κινήσεις τους για να μάθω το πως θα γίνω κι' εγώ ένας θαλασσόσκυλος.
Και γυρίσαμε πολλές θάλασσες, νομάδες γινόμασταν τα καλοκαίρια,ερημονήσια, κολπίσκοι όπου η πρόσβαση γινόταν μόνο μέσω θαλάσσης, βράχια κοφτερά κι'απέραντες χρυσαφένιες αμμουδιές που τα πεύκα έφταναν ως το νερό. Κι' έζησα θάλασσες άγριες και ήμερες σαν το λαδάκιτου καντηλιού που ανάβω κάποιες φορές, να μένουνοι μνήμες ζωντανές, μην τις ξεχάσω.Φόρος τιμής αυτές οι θάλασσες που κυλούν στο αίμα μου, ένα μ' εκείνο όσων πέρασαν από την ζωή μου και τους αγάπησα.
Πόσα ταξίδια, μακάρι να τα θυμόμουν όλα, αλλά ήμουν μικρή. Κάθε φορά που φτάναμε κάπου βιαζόμασταν με τον αδελφό μου να ρίξουμε την άγκυρα και πέφταμε στην θάλασσα για να παραβγούμε ως την ακτή. Μαγικά τοπία, όπου άλλοι άνθρωποι δεν υπήρχαν παρά μόνο η οικογένεια μου και η εκάστοτε γελαστή και γλεντζέδικη παρέα που φιλοξενούσαμε στο σκάφος. Και κάθε φορά που ξεκινούσαμε να πάμε κάπου, ποτέ δεν ξέραμε τι είχε ο πατέρας μου στο νου του, συνήθως μαθαίναμε ή αποφάσιζε στην πορεία. Οταν μας ρώταγε που θέλουμε να πάμε, η απάντηση ήταν πάντα η ίδια. Και συχνά μας έλεγε πως είναι μακριά ή πως έχει κανονίσει με παρέα σε κάποιο νησί. «Αχ μπαμπάκα, πότε θα μας πας στο Θινί;» Και κάποιες φορές μας έλεγε πως εκεί πάμε και μας το φύλαγε για έκπληξη ή παρίστανε πως άλλαξε γνώμη στην πορεία. Και άρχιζε ένα τρελλό χοροπηδηχτό, κι' εμείς τα πιτσιρίκια εκστασιασμένα τρέχαμε πάνω κάτω στην κουβέρτα. «Στο Θινί, στο Θινί! Πάμε στο Θινί!!» Δυσπρόσιτο από την στεριά, η πρόσβαση γινόταν συνήθως δια θαλάσσης.
Ενας απότομος κατσικόδρομος κατέβαινε από τους λόφους και ήθελε γενναιότητα να τον διασχίσεις. Δυό τρεις καλύβες για τους ψαράδες και το παλιό γκρίζοπέτρινο σπίτι του Γιώτη ήταν τα μόνα που στόλιζαν την αμουδιά . Και πάντα είχε ήλιο, πολύ ήλιο ή έτσι μου φαινόταν. Ο Γιώτης ήταν φίλος των γονιών μου, χωρισμένος με δύο παιδιά, τον Γιάννη και την Ερασμία, τα έπαιρνε εκείνος τα καλοκαίρια. Το σπίτι του ήταν λιγάκι ατσούμπαλο, έλειπε το γυναικείο χέρι, έτσι ήταν διακοσμημένο με δίχτυα, καλαθούνες και παραγάδια, είδη ψαρέματος σκορπισμένα δεξιά αριστερά, παντού παρατημένα κοχύλια και ξεραμένοι αστερίες και το σπουδαιότερο για μένα τότε, αμέτρητες χειροτεχνίες από πολύχρωμα καύκαλα αχινών που έφτιαχνε κάποιος από τους εργάτες του Γιώτη.
Το Θινί ήταν ένα νταλιάνι, ένας κλειστός κόλπος που είχε πόρτεςγια να μπαινοβγαίνουν τα ψάρια. Παρατηρητές ξεροψημένοι από τονήλιο με πλατύγυρα ψάθινα καπέλλα παρακολουθούσαν με κομμάτια γυαλιού τα κοπάδια να μπαίνουν μέσα κι' έκλειναν τις πόρτες εγκλωβίζοντας τα. Ωραίοι τύποι οι ψαράδες, πλακατζήδες, άνθρωποι του μόχθου που φαινόταν όμως να διασκεδάζουν αυτό που κάνουν. Ηταν πάντα γελαστοί, απίστευτα υπομονετικοί με τα παιδιά και μας έπαιρναν πάντα μαζίτους στις μεγάλες μαύρες μαούνες. Καθόμουν πάντα στην πλώρη και είχα τα πόδια μου στο νερό.«Μάζεψε τα θα στα φάει κανένα σκυλόψαρο» με μάλλωνε ο Θρασύβουλος. Είναι ο μόνος ο οποίος θυμάμαι. Κι' αυτό γιατί έβριζε και δεν μιλούσε. Κι'εμείς σκάγαμε από τα γέλια να τον ακούμε. Οι μισές λέξεις που έβγαιναν από το στόμα του ήταν απαγορευμένες εκείνη την εποχή. Και ήταν και εξαίσιος μάγειρας.
Το ψάρεμα είχε τελειώσει κι' εμείς τα πιτσιρίκια ο Γιάννης και η Ερασμία , ο αδελφός μου κι'εγώ και κάποιες φορές και τα ξαδέλφια τους πλατσουρίζαμε στα κρυστάλλινα νερά ή πετάγαμε κεφτέδες από άμμο ο ένας στον άλλον. Κι' ο Θρασύβουλος λίγο πιό κει καθάριζε τα ψάρια και ετοίμαζε την ωραιότερη κακαβιά από καταβολής κόσμου. Επαιρνε όλα ταπερισσεύματα και τα μικρά ψάρια που ήταν ακατάλληλα για την αγορά, τα έβαζε σε ένα τεράστιο μαύρο γκαγκανιασμένο τσουκάλι κι' άναβε φωτιά με ξύλα στην αμμουδιά. Κι' οι μεγάλοι καθισμένοι στην αυλή με τις γκρίζες πλάκες, να πίνουν ουζάκια και να θυμούνται τα παλιά. Λίγοι έχουν απομείνει σήμερα και οι περισσότεροι μοιάζουν να μην θέλουν να θυμούνται πιά. Σου αλλάζουν θέμα μόλις πας να τους ανοίξεις κουβέντα.
Είναι οι απουσίες που πονάνε πιό πολύ από την χαρά της μνήμης. Δεν ξαναπήγα ποτέ, αν και πάντα το ψάχνω όταν πέσει στα χέρια μου κάποιος χάρτης της περιοχής. Και ποτέ σχεδόν δεν το ανεφέρουν. Κι'αναρωτιέμαι αν υπάρχει ακόμα ή ανέχει αλλάξει όνομα ή αν βούλιαξε το Θινί και χάθηκε σ'εκείνα τα βαθειά σκούρα νερά. Δεν θέλω να δω τις συνέπειες της εξέλιξης, την καταστροφή που φέρνουν οι σύγχρονοι άνθρωποι στο πέρασμα τους. Εξάλλου εκείνο το παλιό θαλασσινό τοπίο θυμάμαι κι' εκείνο νοσταλγώ. Θέλω να μείνει ζωντανό μέσα μου για πάντα, να το επισκέπτομαι όποτε νοιώθω την ανάγκη ... σαν να είναι όνειρο. Ηλιόλουστος τόπος, δεν είδα ποτέ μου βροχή στο Θινί.

"Ελληνίδα, ερευνήτρια του διαστήματος"

04.03.2007







Το άρθρο αυτό προέρχεται από eyploia.aigaio-net.gr
old.eyploia.gr

Το URL της ιστορίας αυτής είναι ο εξής
old.eyploia.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=1086