Welcome to eyploia.aigaio-net.gr!

     On Line Πλοία
Για να δείτε τα πλοία
On line στο Αιγαίο
πατήστε εδώ.

     Ανακοίνωση
 ΥΠΟΓΡΑΨΤΕ
Για να σωθεί η Σαντορίνη
και το Αιγαίο από
την τοξική βόμβα βυθού
Sea Diamond

 SIGN the PETITION
and help protect Santorini
and the Aegean Sea
from toxic dangers
 


     Κατηγορίες
?γρια Ζωή
Αεροδρόμια Λιμάνια
Αιολικά Πάρκα
Αλιεία
Ανανεώσιμες Π. Ε.
Απόβλητα
Απορ/τα-Ανακύκλωση
Απόψεις-Ιδέες
Βιοτοποι/βιοπ/λότητα
?γρια Ανάπτυξη
Βιώσιμη Ανάπτυξη
Δάση
Διάνοιξεις Δρόμων
Διατροφή
Διάφορα
Δίκτυο
Εκδηλώσεις-Ενημέρωση
Ενέργεια
Έρωτας και Αιγαίο
Θάλασσα-Ακτές
Κεραίες
Κλίμα
Κοινωνία Πολιτών
Κτηνοτροφία
Κυνήγι
Μ.Μ.Ε.
Νερό
Οικολογική Γεωργία
Παραδοσιακοί Οικισμοί
Περιβάλλον
Πολιτισμός
Ρύπανση
Συγκοινωνία
Τουρισμός
Φίλοι των ζώων
Φυσικοί Πόροι
Χωροταξία

     Νησιά


     Επιλογές
·Θέματα
·Αρχείο ?ρθρων

·1ο Τεύχος
·2ο Τεύχος
·3ο Τεύχος
·4ο Τεύχος
·5ο Τεύχος
·6ο Τεύχος
·7ο Τεύχος
·8ο Τεύχος
·9ο Τεύχος
·10ο Τεύχος
·11ο Τεύχος
·12ο Τεύχος
·13ο Τεύχος
·14ο Τεύχος
·15ο Τεύχος
·16ο Τεύχος
·17ο Τεύχος
·18ο Τεύχος
·19ο Τεύχος
·20ο Τεύχος
·21ο Τεύχος
·22ο Τεύχος

     Who's Online
Υπάρχουν επί του παρόντος 10 Επισκέπτης(ες) και 0 Μέλος(η) που είναι συνδεδεμένος(οι)

Είσαστε ανώνυμος χρήστης. Μπορείτε να εγγραφείτε πατώντας εδώ

     Search



     Έπαθλο

Το περιοδικό της Πελοποννήσου


 Απορ/τα-Ανακύκλωση: Τι θα κάνουμε το RDF ή πότε θα διδαχθούμε από τα λάθη μας

?λλη Ελλάδα

Οικολογική Εταιρεία Ανακύκλωσης
Μαμάη 3 - 10440 Αθήνα / τηλ: 2108224481
http://www.ecorec.gr/        e-mail: info@ecorec.gr

Αθήνα 30 Οκτωβρίου 2007

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

ΤΙ ΘΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΤΟ RDF Ή ΠΟΤΕ ΘΑ ΔΙΔΑΧΘΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΑ ΛΑΘΗ ΜΑΣ;



Το ερώτημα του τι θα κάνουμε το RDF, που παράγεται από το Εργοστάσιο Μηχανικής Ανακύκλωσης & Κομποστοποίησης (ΕΜΑΚ) των ?νω Λιοσίων, δεν μπορεί να απαντηθεί σωστά εάν δεν γνωρίζουμε του τι προηγήθηκε, ώστε να διδαχθούμε από τα λάθη και τις επιτυχίες μας. Για το λόγο αυτό αναφερόμαστε παρακάτω και στο παρελθόν πριν απαντήσουμε στο αρχικό ερώτημα.

Η ιστορία του RDF

Έτσι λοιπόν όταν στη δεκαετία του 90’ τέθηκε το θέμα των στρατηγικών επιλογών, μεταξύ των οποίων και της δημιουργίας τριών ΕΜΑΚ, για την αντιμετώπιση του προβλήματος των απορριμμάτων στην Αττική, ως Οικολογική Εταιρεία Ανακύκλωσης (ΟΕΑ) ήμασταν αρνητικοί στην μηχανική ανακύκλωση μέσω ΕΜΑΚ για τους εξής λόγους:

·         Ήταν και είναι ακριβή μονάδα, τόσο από άποψη επένδυσης όσο και στο λειτουργικό κόστος.

·         Η καθαρότητα των παραγόμενων ανακυκλώσιμων υλικών είναι πολύ μικρή, συγκρινόμενη με την Διαλογή στην Πηγή (ΔσΠ). Πρακτικά το ΕΜΑΚ παράγει σίδερο και κακής ποιότητας αλουμίνιο (ελπίζουμε να έχει βελτιωθεί σήμερα) και γυαλί, ενώ τα χαρτιά, τα πλαστικά και άλλα υλικά δεν διαχωρίζονται όπως είναι αναμειγμένα με τα υπόλοιπα σκουπίδια.

·         Το παραγόμενο κομπόστ αποτελεί τη χειρότερη δυνατή ποιότητα που μπορεί να παραχθεί από μονάδες κομποστοποίησης, αφού μπορεί να περιέχει ξένες ύλες ή και επικίνδυνες ουσίες π.χ. βαρέα μέταλλα, καρκινογόνες ενώσεις κ.α., και γι’ αυτό το λόγο μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο για αποκατάσταση ΧΥΤΑ, χωματερών ή λατομείων, ενώ θα πρέπει να ελεγχθεί πολύ προσεκτικά κάποια άλλη πιθανή χρήση του και το πιο πιθανό να αποκλειστεί.

·         Μεταθέτοντας το πρόβλημα σε μια μονάδα που κάνει διαλογή των σκουπιδιών, που μαζεύονται όλα μαζί στις μαύρες σακούλες, χωρίς διαλογή από τους ίδιους τους πολίτες, διαιωνίζουμε το πρόβλημα με άλλη μορφή. Βασικό μειονέκτημα της μηχανικής ανακύκλωσης είναι ότι αφήνει τους πολίτες απέξω και δεν τους εκπαιδεύει για την ανακύκλωση και μείωση των απορριμμάτων, που είναι το ζητούμενο σήμερα των σύγχρονων πολιτικών διαχείρισης των απορριμμάτων. Ενώ με προγράμματα ενημέρωσης, συστήματα πληρωμής των τελών καθαριότητας με βάση την αρχή «πληρώνω όπως πετάω τα σκουπίδια μου» επιδιώκεται η ενεργοποίηση του πολίτη. Με την μηχανική ανακύκλωση εφησυχάζονται οι πολίτες, ότι ένα «μαγικό κουτί» θα μας «ανακυκλώσει» τα απορρίμματά μας και εμείς δεν χρειάζεται θα κάνουμε τίποτε.

·         Παράγει σημαντική ποσότητα υπολειμμάτων (περίπου το 25-40% των εισερχομένων κ.β.), τα οποία θα πρέπει να οδηγηθούν στο ΧΥΤΑ ή σε κάποια άλλη λύση τελικής διάθεσης.

·         Μεταξύ άλλων παράγεται σημαντική ποσότητα RDF (πλαστικό, χαρτί και άλλα καύσιμα υλικά), που δεν είχε προβλεφθεί τι θα γίνει (!!!), παρά τις επισημάνσεις και άλλων φορέων όχι μόνο της ΟΕΑ.

Η πρόταση της Οικολογικής Εταιρείας Ανακύκλωσης ήταν τότε - αντί της μονάδας μηχανικής ανακύκλωσης (ΕΜΑΚ)- να γίνουν επενδύσεις των σημαντικών πόρων σε πολύ καλά οργανωμένα προγράμματα ανακύκλωσης και κομποστοποίησης με διαλογή στην πηγή και εναλλακτικής διαχείρισης στην Αττική. Με τα 35 τουλάχιστον δισεκατομμύρια δραχμές (περίπου 103.000.000 €) που κόστισε τότε η μονάδα θα μπορούσαν να είχαν γίνει πολλά στον τομέα και της ενημέρωσης, για να αρχίσει επιτέλους η ουσιαστική προσπάθεια της ανακύκλωσης και κομποστοποίησης στην πηγή και οι πολίτες να αρχίζουν να αποτελούν μέρος της λύσης του προβλήματος. Αυτή η πρόταση είχε και έχει τα εξής πλεονεκτήματα σε σχέση με τη λύση του ΕΜΑΚ που επιλέχτηκε:

·         Περίπου με το ίδιο κόστος του ενός ΕΜΑΚ στα ?νω Λιόσια, θα είχαμε δρομολογήσει όλες τις επενδύσεις και διαδικασίες για την ανακύκλωση των συσκευασιών και τις επενδύσεις και ενέργειες της οικιακής κομποστοποίησης για την ανακύκλωση του μεγαλύτερου μέρους των οικιακών οργανικών σε όλους τους ΟΤΑ, που σήμερα εξυπηρετούνται από το ΧΥΤΑ Φυλής. Αυτό σημαίνει ότι η ανακύκλωση και κομποστοποίηση θα είχε μειώσει σε σύντομο χρόνο κατά πολύ τα προς τελική διάθεση απορρίμματα και δεν θα είχαμε φτάσει στις σημερινές οριακές καταστάσεις.

·         Θα είχαν δημιουργηθεί περισσότερες νέες και μόνιμες θέσεις απασχόλησης σε όλους τους ΟΤΑ.

·         Θα παραγόντουσαν πολύ καθαρότερα υλικά (χαρτί, μέταλλα, πλαστικά, γυαλί), που θα πήγαιναν άμεσα για ανακύκλωση, καθώς και καθαρό οργανικό κομπόστ, που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί σε πάρκα, σε κήπους και σε έργα αποκατάστασης υποβαθμισμένων περιοχών.

·         Τα παραγόμενα υπολείμματα (RDF) από τις λίγες μονάδες τελικής διαλογής, που θα έπρεπε να δημιουργηθούν σε όλη την Αττική, θα μπορούσαν να είναι σαφώς λιγότερα από τις σημερινές τεράστιες ποσότητες του RDF, που παράγονται στο ένα ΕΜΑΚ των ?νω Λιοσίων και που μπορεί να φθάνουν τους 100.000 τόνους ετησίως.

·         Θα αυξανόταν κατά πολύ ο χρόνος ζωής του ΧΥΤΑ ?νω Λιοσίων και του ΧΥΤΑ Φυλής και ίσως δεν θα χρειαζόταν να δημιουργηθούν νέοι ΧΥΤΑ στο Γραμματικό και την Κερατέα αν οργανώνονταν εγκαίρως η ανακύκλωση και η κομποστοποίηση με διαλογή στην πηγή σε όλη την Αττική.

·         Τέλος, θα εξορθολογίζονταν σταδιακά το κόστος διαχείρισης των απορριμμάτων στους ΟΤΑ, γεγονός που αρχίζουμε ήδη να το βλέπουμε σε ΟΤΑ που έχουν δρομολογήσει την ανακύκλωση, εναλλακτική διαχείριση και οικιακή κομποστοποίηση.

Η μέχρι σήμερα εμπειρία από το ΕΜΑΚ

Φαίνεται ότι οι πολλές, αλλά μικρές επενδύσεις στην ανακύκλωση και οικιακή κομποστοποίηση, που προτείναμε, δεν ήταν συμβατές με τους στόχους του ενός, αλλά πολύ ακριβού και προβληματικού ΕΜΑΚ. Αντί λοιπόν της παραπάνω πολιτικής διαχείρισης των απορριμμάτων, επιλέχθηκε, τη δεκαετία του 90’, η δημιουργία τριών ΧΥΤΑ και τριών ΕΜΑΚ στην Αττική, εκ των οποίων μόνο ο ΧΥΤΑ ?νω Λιοσίων – Φυλής και το ΕΜΑΚ ?νω Λιοσίων κατασκευάστηκαν μέχρι σήμερα. Μάλιστα, σχετικά με το ΕΜΑΚ θα πρέπει να επισημανθούν τα εξής:

·         Κατασκευάσθηκε και λειτούργησε με καθυστέρηση τουλάχιστον 6 ετών, με βάση το αρχικό χρονοδιάγραμμα.

·         Κόστισε τουλάχιστον τριπλάσια, με βάση τον αρχικό προϋπολογισμό.

·         Το παραγόμενο κομπόστ δεν έχει εμπορική αξία (π.χ. για την αγροτική παραγωγή) και οι χρήσεις του, όπως αναφέρθηκε, είναι οριακές (κάλυψη απορριμμάτων στο ΧΥΤΑ).

·         Παρήγαγε συνολικά τουλάχιστον 100.000 τόνους υπολειμμάτων - RDF τα έτη 2005 και 2006, και από το 2007 περίπου 100.000 τόνους ετησίως, οι οποίοι μέχρι σήμερα καταλήγουν στο ΧΥΤΑ ?νω Λιοσίων – Φυλής. Πληρώνουμε δηλαδή τα τελευταία έτη πανάκριβα για να διαχωρίσουμε τα υλικά των απορριμμάτων μας και μετά τα θάβουμε και γεμίζουμε το μοναδικό ΧΥΤΑ της Αττικής (!!!). Μοναδικό όφελος είναι η κάποια μείωση των απορριμμάτων που καταλήγουν στο εργοστάσιο και η ανάκτηση κάποιων ποσοτήτων μετάλλων κυρίως και χαρτονιών πριν την είσοδο των απορριμμάτων στο εργοστάσιο.

Τι κάνουμε το RDF;

Οι λανθασμένες κατ’ εμάς επιλογές, οδηγούν και σε αποτελέσματα, για τα οποία θα πρέπει να αναζητηθούν λύσεις οι οποίες είναι δύσκολες. Έτσι, από τη λειτουργία του ΕΜΑΚ δημιουργείται μια μεγάλη ποσότητα RDF και μπαίνει επιτακτικά το δίλημμα: ΤΙ ΘΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΤΟ RDF;

Η θέση της ΟΕΑ σε αυτό το θέμα έχει δύο σκέλη:

Α. Δραστική Μείωση του παραγόμενου RDF.
Η βασική αντιμετώπιση του προβλήματος RDF είναι η πρόληψη, δηλαδή να μειωθούν σημαντικά οι παραγόμενες ποσότητες RDF τουλάχιστον στο 1/8-1/10 της σημερινής ετήσιας ποσότητας. Αυτό μπορεί να γίνει με τους εξής τρόπους και δράσεις:
1.     Με επέκταση και ολοκλήρωση των προγραμμάτων ανακύκλωσης συσκευασιών με διαλογή στην πηγή (χωριστούς κάδους για κάθε υλικό) σε όλους τους ΟΤΑ της Αττικής, ώστε τα απορρίμματα που θα οδηγούνται στο ΕΜΑΚ να περιέχουν πολύ λιγότερες ποσότητες χαρτιού, πλαστικών και άλλων υλικών, που γίνονται RDF στο ΕΜΑΚ. Ουσιαστικά η μονάδα τότε θα λειτουργεί ως μονάδα κομποστοποίησης.

2.     Να ελαχιστοποιηθεί η ποσότητα RDF (υπολειμμάτων), που παράγεται στα κέντρα διαλογής ανακυκλώσιμων υλικών (ΚΔΑΥ), από το πρόγραμμα των «μπλε» κάδων της ΕΕΑΑ. Αυτό μπορεί να γίνει με τοποθέτηση, όπου υπάρχει μπλε κάδος και ενός επιπλέον κάδου μόνο για το χαρτί/χαρτόνι, ο οποίος θα αδειάζει και θα οδηγείται για ανακύκλωση στις χαρτοβιομηχανίες και δεν θα πηγαίνει στα ΚΔΑΥ για διαλογή. Αυτό θα συμβάλει στη μείωση των υπολειμμάτων που είναι σήμερα της τάξης του 25-30% των συλλεγόμενων στους μπλε κάδους ανακύκλωσης συσκευασιών. Έτσι θα μειωθούν οι προς τελική διάθεση ποσότητες RDF. Επίσης, η αφαίρεση του χαρτιού/χαρτονιού (συμπεριλαμβανομένων των εφημερίδων/περιοδικών) από το σημερινό μπλε κάδο (ίσως και 80% των συλλεγόμενων συσκευασιών) θα δώσει τη δυνατότητα, ώστε η διαλογή των υπολοίπων υλικών στα ΚΔΑΥ να γίνεται πολύ καλύτερα με συνέπεια την περαιτέρω μείωση των υπολειμμάτων (RDF) από τα ΚΔΑΥ.

3.     Για την επιτυχία των δύο προηγούμενων προτάσεων θα πρέπει να γίνουν πολύ καλά οργανωμένα και εκτεταμένα προγράμματα ενημέρωσης των δημοτών, ώστε να ανταποκριθούν ικανοποιητικά στις αυξημένες ανάγκες διαχωρισμού των υλικών.

Β. Μεθοδολογία και κριτήρια επιλογής της τελικής διαχείρισης του RDF

Εφόσον καταβληθεί κάθε προσπάθεια ελαχιστοποίησης του παραγόμενου RDF, με τους παραπάνω ή και άλλους τρόπους, τότε σε σχέση με την τελική διάθεση θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας τα εξής:
Με βάση τα σημερινά ελληνικά δεδομένα και την διεθνή εμπειρία, η τελική διάθεση/διαχείριση του RDF μπορεί να γίνει α) σε ΧΥΤΑ, β) σε λιγνιτικά εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, γ) σε εργοστάσια παραγωγής τσιμέντου και δ) σε χαρτοβιομηχανίες. Και οι 4 επιλογές δημιουργούν, ενδεχομένως, επιπλέον «εξωτερικό» περιβαλλοντικό κόστος από το υπάρχον, το οποίο αναφέρεται στα εξής:<BR>
1.     Στις επιπτώσεις στις κλιματικές αλλαγές
2.     Στις επιπτώσεις στην υγεία λόγω ατμοσφαιρικής ρύπανσης
3.     Στις επιπτώσεις στην υγεία λόγω ρύπανσης του εδάφους
4.     Στο «κοινωνικό» κόστος π.χ. μείωση αξίας της γης κ.α.

Είναι γνωστό ότι η ευρύτερη περιοχή των ?νω Λιοσίων δοκιμάζεται εδώ και δεκαετίες από τη λειτουργία της χωματερής και του ΧΥΤΑ, όπως επίσης είναι γνωστό ότι και περιοχές που γειτνιάζουν με λιγνιτικά εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας ή τσιμέντου αντιμετωπίζουν σοβαρά περιβαλλοντικά προβλήματα και προβλήματα υγείας των κατοίκων.

Θεωρώντας ως προϋπόθεση, ότι σε όλες τις πιθανές επιλογές τελικής διάθεσης του RDF τηρούνται όλες οι προϋποθέσεις της ευρωπαϊκής και εθνικής νομοθεσίας (μεταξύ των οποίων και τα όρια των αέριων εκπομπών - Οδηγία 2000/76/EC) (δηλαδή αποκλείονται όσες επιλογές δεν πληρούν την ευρωπαϊκή και εθνική νομοθεσία), για να μπορέσουμε με επιστημονικά κριτήρια να επιλέξουμε τη βέλτιστη κοινωνικά επιλογή θα πρέπει:
·         Να εξετασθούν οι πιθανές εναλλακτικές επιλογές τελικής διάθεσης του RDF, δηλαδή ο ΧΥΤΑ Φυλής ή άλλος πιθανός ΧΥΤΑ, πιθανά λιγνιτικά εργοστάσια παραγωγής ενέργειας, πιθανές χαρτοβιομηχανίες και πιθανά εργοστάσια παραγωγής τσιμέντου, και να προσδιορισθεί το επίπεδο του υπάρχοντος συνολικού «εξωτερικού» περιβαλλοντικού κόστους από τη λειτουργία τους στην ευρύτερη περιοχή. Η βέλτιστη επιλογή από αυτή τη διερεύνηση είναι να επιλεγούν ως υποψήφιες λύσεις διάθεσης του RDF, οι 2-3 επιλογές με το μικρότερο συνολικό «εξωτερικό» περιβαλλοντικό κόστος.
·         Για τις 2-3 επιλογές τελικής διάθεσης του RDF, που θα προκύψουν από την προηγούμενη διερεύνηση, θα πρέπει να επιλεχθεί η «λύση» με το μικρότερο περιβαλλοντικό κόστος με βάση επιστημονικά κριτήρια.

Η Οικολογική Εταιρεία Ανακύκλωσης τονίζει ότι πρέπει να ξεκινήσουμε πάλι από την αρχή και να οργανώσουμε τη μείωση του παραγόμενου RDF και εν συνεχεία για την μικρή ποσότητα RDF, που μπορεί να παράγεται, θα πρέπει να ακολουθηθεί η μεθοδολογία επιλογής που παρουσιάσθηκε παραπάνω.

Σχετικά με τη διάθεση του RDF σε τσιμεντάδικο;

Στο σημείο αυτό αξίζει να επισημανθεί ότι από πρόσφατη εκπονούμενη έρευνα του Τμήματος Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αιγαίου (Σκούρτος, Κυρκίτσος και Κοντογιάννη, 2007) βασισμένη στην επίσημη σχετική μεθοδολογία αξιολόγησης της Ε.Ε. έχει διαπιστωθεί ότι εάν το RDF διατεθεί σε εργοστάσιο καύσης αποβλήτων, που πληρεί τις τελευταίες πιο αυστηρές προδιαγραφές αντιρρύπανσης της Ε.Ε., αντί στο ΧΥΤΑ ?νω Λιοσίων - Φυλής, τότε το συνολικό εξωτερικό κόστος στην πρώτη περίπτωση είναι μικρότερο από το να διατεθεί σε ΧΥΤΑ.

Στην περίπτωση της διάθεσης σε εργοστάσιο παραγωγής τσιμέντου υπάρχει ένα επιπλέον πλεονέκτημα, ότι το τσιμεντάδικο με το RDF υποκαθιστά καύσιμο, άρα μειώνει ακόμη περισσότερο τις αρνητικές επιπτώσεις του στις κλιματικές αλλαγές και το συνολικό του εξωτερικό κόστος σε σχέση με τη λύση ΧΥΤΑ.

Από την άλλη πλευρά, όμως, είναι γνωστό, με βάση διεθνώς αποδεκτούς δείκτες εκπομπών, ότι ένα τσιμεντάδικο εκπέμπει αέριους ρύπους, μεταξύ των οποίων μπορεί να εκπέμπει υδράργυρο και διοξίνες.

Ιδιαίτερα η εκπομπή διοξινών εξαρτάται από την τεχνολογία που χρησιμοποιείται και από τη θερμοκρασία του ηλεκτροστατικού φίλτρου ή του σακκόφιλτρου και μπορεί να κυμανθεί από 0-5 μg TEQ/τόνο παραγόμενου τσιμέντου (UN Environment Programme, 2001). Η χρήση RDF ως εναλλακτικό καύσιμο μπορεί ενδεχομένως να αυξήσει τις εκπεμπόμενες διοξίνες, αφού το RDF μπορεί να περιέχει πλαστικό PVC ή άλλες ουσίες που περιέχουν χλώριο (π.χ. χρώματα κ.α.).

Ο υδράργυρος είναι ίσως πιο «αδύνατο» θέμα για την διάθεση του RDF σε τσιμεντάδικο σε σχέση με τις διοξίνες. Θα πρέπει να εξετασθεί η περιεκτικότητα του RDF σε υδράργυρο και η αποτελεσματικότητα των συστημάτων αντιρρύπανσης στη συγκράτηση του υγραργύρου.

Έτσι, η αύξηση ή μη των ενδεχόμενων εκπεμπόμενων διοξινών ή υδραργύρου θα εξαρτηθεί από τη περιεκτικότητα του υπάρχοντος καυσίμου και του RDF σε χλώριο ή υδράργυρο και από τα τεχνικά χαρακτηριστικά της τεχνολογίας του τσιμεντάδικου και της τεχνολογίας αντιρρύπανσης που χρησιμοποιεί, για τα οποία δεν διαθέτουμε τις απαραίτητες τεχνικές πληροφορίες, τεστ και δεδομένα λειτουργίας για να εκφράσουμε τεκμηριωμένη άποψη.

Τέλος, ένα άλλο θέμα που θα πρέπει να προσεχθεί είναι η αύξηση της περιεκτικότητας του τελικού προϊόντος (τσιμέντο) σε βαρέα μέταλλα (χαλκό, μόλυβδο, χρώμιο, ψευδάργυρο) και σε χλώριο. Η επιβάρυνση αυτή μεταφέρεται στις κατασκευές και θα πρέπει να δοθούν στοιχεία του όλου κύκλου ζωής τους και των πιθανών επιπτώσεων στο περιβάλλον και την υγεία.

?ρα, πριν από οποιαδήποτε τελική διάθεση του RDF σε τσιμεντάδικο, η συγκεκριμένη βιομηχανία πρέπει να προηγηθεί δημόσιος διάλογος και να παρουσιάσει μετρήσεις και στοιχεία σχετικά με τις επιπτώσεις από τη χρήση του RDF ως εναλλακτικού καυσίμου του. Μεταξύ άλλων πρέπει να αποδείξει ότι:
·         Tο υπάρχον «εξωτερικό» περιβαλλοντικό και κοινωνικό κόστος σε σχέση με την ευρύτερη περιοχής του είναι σχετικά με άλλες επιλογές χαμηλό,
·         Διαθέτει κατάλληλα συστήματα αντιρρύπανσης, ώστε να ελαχιστοποιούνται οι αέριες εκπομπές του (και ιδιαίτερα ο υδράργυρος και οι διοξίνες), όταν χρησιμοποιεί ως καύσιμο το RDF, και
·         Οι επιπτώσεις από την επιβάρυνση του τσιμέντου με βαρέα μέταλλα και χλώριο είναι πραγματικά αμελητέες,

τότε πιθανά η λύση διάθεσης του RDF σε τσιμεντάδικο σε σχέση με ανεξέλεγκτες χωματερές ή ακόμη και οργανωμένους ΧΥΤΑ να έχει μικρότερο συνολικό «εξωτερικό» περιβαλλοντικό κόστος. Όμως, αυτό είναι προς απόδειξη για κάθε υποψήφιο τσιμεντάδικο, που θα θελήσει να παραλάβει το RDF.

Συμπερασματικά

Είναι σαφές ότι ως Οικολογική Εταιρεία Ανακύκλωσης πιστεύουμε ότι η λύση του προβλήματος διάθεσης του RDF έχει να κάνει ακριβώς με την μείωση της ποσότητας που παράγεται, με την υλοποίηση δηλαδή των μέτρων πρόληψης και δραστικής μείωσης των παραγόμενων ποσοτήτων RDF, τόσο από το εργοστάσιο μηχανικής ανακύκλωση (ΕΜΑΚ) που επεξεργάζεται απορρίμματα που δεν έχουν περάσει από καμία διαλογή στην πηγή, όσο και από τα Κέντρα Διαλογής Ανακυκλώσιμων Υλικών (ΚΔΑΥ) που επεξεργάζονται υλικά συσκευασίας που τοποθετούνται όλα μαζί στους μπλε κάδους ανακύκλωσης χωρίς, όμως, μεγαλύτερη διαλογή των υλικών στην πηγή (χαρτιά, μέταλλα, πλαστικά, γυαλι, κα). Δεν πρέπει να εξετάζουμε το πρόβλημα στο τέλος της διαδρομής του, να αποδεχόμαστε δηλαδή ότι θα παράγεται μια τεράστια ποσότητα, και θα πρέπει αναγκαστικά να βρούμε μια λύση για αυτή την ποσότητα.

Είναι προφανές ότι υπάρχουν διαφορετικές δυνατότητες αν η ποσότητα του παραγόμενου RDF είναι ελάχιστη και άλλες αν συνεχιστεί η σημερινή τάση με δημιουργία μάλιστα και άλλων μονάδων μηχανικής ανακύκλωσης. Εφόσον πρόκειται για ελάχιστη και απόλυτα ελεγχόμενη ως προς τη σύσταση της ποσότητα RDF, αυτή με βάση την διεθνή εμπειρία μπορεί να οδηγηθεί σε ΧΥΤΥ, σε λιγνιτικό εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, σε χαρτοβιομηχανία ή σε τσιμεντάδικο, ανάλογα με το μικρότερο «εξωτερικό» περιβαλλοντικό και κοινωνικό κόστος και τη μικρότερη αύξηση του «εξωτερικού» κόστους της κάθε πιθανής περιοχής. Οι επιπτώσεις πρέπει να τεκμηριώνονται με επιστημονικά κριτήρια και να επαληθεύονται από ανεξάρτητο και κοινά αποδεκτό φορέα.

Πληροφορίες:
Φίλιππος Κυρκίτσος
Πρόεδρος της Οικολογικής Εταιρείας Ανακύκλωσης<BR>
Τηλ. 210-8224481, 210-8228795, 693-6140795

Βιβλιογραφία
Σκούρτος, Κυρκίτσος και Κοντογιάννη (2007) Εξωτερικό κόστος του ΧΔΑ ?νω Λιοσίων. Δήμος ?νω Λιοσίων, Τμήμα Περιβάλλοντος Πανεπιστημίου Αιγαίου (υπό εκπόνηση).
UN Environment Programme (2001) Standardized Toolkit for Identification and Quantification of Dioxin and Furan Releases. Draft report, January 2001. Prepared by UNEP Chemicals Geneva, Switzerland, inter-Organization programme for the sound management of chemicals IOMC, A cooperative agreement among UNEP, ILO, FAO, WHO, UNIDO, UNITAR and OECD.




 
     Συσχετιζόμενοι Σύνδεσμοι
· Περισσότερα για ?λλη Ελλάδα
· Νέα administrator


Πιο δημοφιλής είδηση για ?λλη Ελλάδα:
Οι βρώμικες παραλίες της Αττικής


     Article Rating
Average Score: 0
Αριθμός Ψήφων: 0

Please take a second and vote for this article:

Excellent
Very Good
Good
Regular
Bad


     Επιλογές

 Εκτύπωση αρχικής σελίδας Εκτύπωση αρχικής σελίδας


"Τι θα κάνουμε το RDF ή πότε θα διδαχθούμε από τα λάθη μας" | Κωδικός Εισόδου / Δημιουργία Λογαριασμού | 0 Παρατηρήσεις
Οι παρατηρήσεις είναι ιδιοκτησία του αποστολέα. Δεν ευθυνόμαστε για το περιεχόμενο τους.

Δεν επιτρέπεται η αποστολή σχολίων για τους Ανώνυμους Χρήστες. Παρακαλώ γραφτείτε πρώτα στην υπηρεσία.




PHP-Nuke Copyright © 2004 by Francisco Burzi. This is free software, and you may redistribute it under the GPL. PHP-Nuke comes with absolutely no warranty, for details, see the license.
Παραγωγή Σελίδας: 0.04 Δευτερόλεπτα