Welcome to eyploia.aigaio-net.gr!

     On Line Πλοία
Για να δείτε τα πλοία
On line στο Αιγαίο
πατήστε εδώ.

     Ανακοίνωση
 ΥΠΟΓΡΑΨΤΕ
Για να σωθεί η Σαντορίνη
και το Αιγαίο από
την τοξική βόμβα βυθού
Sea Diamond

 SIGN the PETITION
and help protect Santorini
and the Aegean Sea
from toxic dangers
 


     Κατηγορίες
?γρια Ζωή
Αεροδρόμια Λιμάνια
Αιολικά Πάρκα
Αλιεία
Ανανεώσιμες Π. Ε.
Απόβλητα
Απορ/τα-Ανακύκλωση
Απόψεις-Ιδέες
Βιοτοποι/βιοπ/λότητα
?γρια Ανάπτυξη
Βιώσιμη Ανάπτυξη
Δάση
Διάνοιξεις Δρόμων
Διατροφή
Διάφορα
Δίκτυο
Εκδηλώσεις-Ενημέρωση
Ενέργεια
Έρωτας και Αιγαίο
Θάλασσα-Ακτές
Κεραίες
Κλίμα
Κοινωνία Πολιτών
Κτηνοτροφία
Κυνήγι
Μ.Μ.Ε.
Νερό
Οικολογική Γεωργία
Παραδοσιακοί Οικισμοί
Περιβάλλον
Πολιτισμός
Ρύπανση
Συγκοινωνία
Τουρισμός
Φίλοι των ζώων
Φυσικοί Πόροι
Χωροταξία

     Νησιά


     Επιλογές
·Θέματα
·Αρχείο ?ρθρων

·1ο Τεύχος
·2ο Τεύχος
·3ο Τεύχος
·4ο Τεύχος
·5ο Τεύχος
·6ο Τεύχος
·7ο Τεύχος
·8ο Τεύχος
·9ο Τεύχος
·10ο Τεύχος
·11ο Τεύχος
·12ο Τεύχος
·13ο Τεύχος
·14ο Τεύχος
·15ο Τεύχος
·16ο Τεύχος
·17ο Τεύχος
·18ο Τεύχος
·19ο Τεύχος
·20ο Τεύχος
·21ο Τεύχος
·22ο Τεύχος

     Who's Online
Υπάρχουν επί του παρόντος 10 Επισκέπτης(ες) και 0 Μέλος(η) που είναι συνδεδεμένος(οι)

Είσαστε ανώνυμος χρήστης. Μπορείτε να εγγραφείτε πατώντας εδώ

     Search



     Έπαθλο

Το περιοδικό της Πελοποννήσου


 Φυσικοί Πόροι: Οι φυσικοί πόροι και η οικονομία

Νησιάπερί... περιβαλλοντικού α-πολιτισμού και υπ-ανάπτυξης
(ή αλλοιώς: μακρυνός ο κήπος, ακριβά τα λάχανα)

«Θα χρειαζόταν να προχωρήσει κανείς πιο πέρα από τις εύκολες λύσεις και τις βιαστικές επιδιορθώσεις. Οι προσπάθειες ως σήμερα κατέρρευσαν επειδή εστιάστηκαν στα άμεσα και όχι στα απώτερα αίτια της αποδάσωσης. Αυτό που επεδίωξαν ήταν να σταματήσουν τη δραστηριότητα όσων καλλιεργούν δάση για λόγους εμπορικούς, των κτηνοτρόφων, των κερδοσκόπων ακινήτων και όσων στοχεύουν στην «αξιοποίηση», των ξυλοκόπων και των μεταλλωρύχων και τέλος των στρατιών από εξαθλιωμένους καλλιεργητές. Όμως όλοι αυτοί είναι μόνο η «κορφή του παγόβουνου» μιας πολύ βαθύτερης δύναμης. Πρόκειται θα λέγαμε για τα δόντια του πριονιού - στη συγκεκριμένη περίπτωση το πριόνι είναι μια οικονομία που παραμένει τυφλή όσον αφορά στις οικολογικές της ρίζες».
?λαν Ντέρνιγκ

Με την παγκοσμιοποίηση της οικονομίας, τα οικολογικά προβλήματα είναι τα ίδια παντού. Μολονότι το θέμα των φυσικών πόρων είναι η πρώτη συνιστώσα στην οικολογική σκέψη διεθνώς, στην Ελλάδα ο προβληματισμός βρίσκεται ακόμα δυστυχώς σε εμβρυϊκό στάδιο. Στο άρθρο αυτό, θα επιχειρήσουμε μια τομή -όχι απαραίτητα ανώδυνη- στα πράγματα που συμβαίνουν στη χώρα μας. Το θέμα είναι πολύ πλατύ και έτσι θα περιοριστούμε σε ορισμένες βασικές νύξεις.

Κρίση των πηγών: ένα πρόβλημα δραματικά υπαρκτό

«Φανταστείτε μια κινηματογραφική ταινία τραβηγμένη από το Διάστημα, που απεικονίζει την πάροδο του χρόνου στη Γη. Γυρίστε πίσω κατά 10.000 χρόνια και προβάλετέ τη σε γρήγορη κίνηση ώστε να περνά μια χιλιετία ανά λεπτό. Η οθόνη δείχνει κάτι ακίνητο, τον γαλάζιο πλανήτη Γη, με τις στεριές του τυλιγμένες σ΄ ένα μανδύα από δέντρα... Ύστερα από 7,5 λεπτά (7.500 χρόνια) οι εκτάσεις γύρω από την Αθήνα και τα νησιά του Αιγαίου αρχίζουν να χάνουν τα δάση τους. Πρόκειται για την άνθηση της κλασσικής Ελλάδας.» (1)

Με απλά λόγια, η ζωή προϋποθέτει τη χρήση της φύσης - «ανάλωση των τόκων». Από την άλλη μεριά η εμπορευματοποίηση των φυσικών αξιών οδηγεί στην κατάχρηση της φύσης - «ανάλωση του κεφαλαίου».
Η κρίση των πηγών είναι μία από τις βασικές πτυχές της γενικής κρίσης της εποχής μας. Με την υπερκατανάλωση και την κατασπατάληση των παραγωγικών δυνάμεων, απέκτησε ιδιαίτερη οξύτητα ένα αρχαίο και βασικό πρόβλημα «ανταγωνισμού». Ο υπερπληθυσμός έφερε στην επιφάνεια ένα πρόβλημα που κάποτε δεν ήταν τόσο έντονο, μόνο επειδή οι πηγές «επαρκούσαν» για την κάλυψη των αναγκών - σήμερα οι πηγές καλούνται να καλύψουν τις ανάγκες περισσότερων, απαιτητικότερων και καταστροφικότερων ανθρώπων. Παρουσιάζεται λοιπόν η αντικειμενική ανάγκη για ορθή χρήση και συνετή «διαχείριση» της φύσης - αυτό που συχνά ονομάζεται περιβαλλοντική πολιτική.

Φυσικοί Πόροι (natural recources): η αιώνια παρακαταθήκη
Είναι οι φυσικές παραγωγικές δυνάμεις μιας χώρας που ενυπάρχουν και δρουν στο φυσικό περιβάλλον και οι οποίες, τόσο για τον σημερινόν άνθρωπο όσο και για τις επόμενες γενιές, θα μπορέσουν να χρησιμοποιηθούν για την κάλυψη των βασικών βιοτικών αναγκών. Σήμερα οι φυσικοί πόροι είναι οι εξής: α) ορυκτές πρώτες ύλες, υγρά και στερεά ορυκτά καύσιμα, φυσικό αέριο, β) υδατοπτώσεις, γη, ήλιος, άνεμος, θαλάσσια κύματα σαν πηγές ήπιων μορφών ενέργειας, γ) θαλάσσια χλωρίδα και πανίδα, δ) αγροτική γη, ε) δασική και λιβαδική γη, δασική βιομάζα και τα πολλαπλά προϊόντα και υπηρεσίες της -ξύλο και άλλα δασικά προϊόντα, προστασία εδαφών, αντιπλημμυρική προστασία γεωργικών εδαφών και των έργων του ανθρώπου, ρύθμιση υδατικού δυναμικού, υπόγεια αποθέματα νερού τα οποία και χαρακτηρίζονται σήμερα ως ο σημαντικότερος ορυκτός πλούτος κάθε χώρας, αναψυχή, φιλτράρισμα προστασία και εμπλουτισμός ατμόσφαιρας, μείωση εξάπλωσης ραδιενεργού ακτινοβολίας κλπ.-, εθνικοί δρυμοί, φυσικά αποθέματα, υδροβιότοποι και λοιπές προστατευόμενες περιοχές για αισθητικούς και ερευνητικούς σκοπούς, η δασική χλωρίδα και πανίδα και ειδικότερα το γενετικό δυναμικό των δύο τελευταίων.

Το κανονικό από άποψη δομής φυσικό δάσος συνιστά την πληρέστερη μορφή οικοσυστήματος, ικανή να ασκήσει στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό την προστατευτική του επίδραση στο φυσικό περιβάλλον γενικά και στα έργα του ανθρώπου ειδικότερα. Επιπλέον, το δάσος είναι απολύτως ανανεώσιμος ενεργειακός πόρος, επειδή τα προϊόντα του είναι από τη φύση τους υλικά ανακυκλώσιμα και απόλυτα φιλικά προς το περιβάλλον.

Η διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος πρέπει να είναι τέτοια που να συντηρεί αλλά και να βελτιώνει τις παραγωγικές δυνάμεις και μάλιστα σε μακροπρόθεσμη θεώρηση. Η αρχή της αειφορίας των πολλαπλών λειτουργιών του δάσους παίρνει λοιπόν την εξής καταφατική διατύπωση: «το δάσος πρέπει να χειρίζεται έτσι ώστε να διατηρείται η ικανότητά του να παρέχει διαρκώς και σε βέλτιστο συνδυασμό τις πολλαπλές του υπηρεσίες για τις σημερινές και τις μελλοντικές γενιές του ανθρώπου».(2) Οι φυσικοί πόροι λοιπόν επιδέχονται και απαιτούν μόνο μακρόπνοο σχεδιασμό.

Το εσωτερικό επιτόκιο: η βία των αριθμών (το μεγάλο «μικρόβιο»)
Στην κλασσική Οικονομική των Επιχειρήσεων, ως εσωτερικό επιτόκιο ορίζεται γενικά η ποσοστική αύξηση της κεφαλαιακής αξίας της επιχείρησης σε δεδομένο χρονικό διάστημα, ως αποτέλεσμα της παραγωγικής διαδικασίας. Η διαφορά του εσωτερικού επιτοκίου από τα επιτόκια της αγοράς είναι που ορίζει την «οικονομικότητα», δηλαδή την επικέρδεια της επιχείρησης. Στην παραγωγική δασοπονία, το εσωτερικό επιτόκιο αποτελεί την οικονομική έκφραση της εγγενούς αύξησης του κεφαλαίου (ξύλου) ως αποτέλεσμα της παραγωγικής διαδικασίας της φύσης μέσα στα δασικά οικοσυστήματα. Με άλλα λόγια, εκφράζει ποσοστικά την ετήσια προσαύξηση του ξύλου μέσα στις ξυλοπαραγωγές συστάδες, συνεπώς και συγχρόνως την ετήσια προσαύξηση της οικονομικής αξίας του δάσους με στενή έννοια. Στις καλύτερες ποιότητες τόπου (δηλαδή συνδυασμό παραγωγικού εδάφους και άριστης κατάστασης και διαχείρισης των συστάδων) μπορεί να φτάσει το μέγεθος του 3,5%. Δηλαδή, το ξύλο που περιέχεται σε ένα δάσος προσαυξάνεται κάθε χρόνο κατά μέγιστο ποσοστό 3,5%. Ποτέ παραπάνω.

Τα τρέχοντα επιτόκια της αγοράς κεφαλαίων είναι όμως πολύ μεγαλύτερα. Στο δασοκτήμονα λοιπόν (όποιος κι αν είναι αυτός, ιδιώτης, κράτος κλπ.) πάντα συμφέρει να «ρευστοποιήσει» αμέσως τις συστάδες του, δηλαδή να κόψει το δάσος και να βάλει την ονομαστική του αξία σε χρήμα (κεφάλαιο) στην τράπεζα (τουλάχιστον αυτό αν όχι να το επενδύσει αλλού). Στην οικονομική πραγματικότητα λοιπόν, αυτό ακριβώς είναι το μεγάλο πρόβλημα της δασοπονίας, σε παγκόσμιο επίπεδο. Και επειδή το δάσος αποτελεί την παραγωγικότερη (με κάθε έννοια) και συνάμα πληρέστερη μορφή φυσικού οικοσυστήματος από άποψη προστασίας του περιβάλλοντος, το πρόβλημα του δάσους γίνεται αυτόματα και πρόβλημα του περιβάλλοντος. Όσο η ανθρώπινη οικονομία μέσα από τα αναπτυξιακά της μοντέλα (αγορά κεφαλαίων) καλπάζει με ρυθμούς υψηλότερους από τον εγγενή ρυθμό της φύσης (το 3,5%), το μέλλον του περιβάλλοντος είναι κάτι περισσότερο από επισφαλές. Στη δασοπονία οι έννοιες της επικέρδειας κεφαλαίου και της παραγωγικότητας έχουν άκρως ιδιάζοντα χαρακτήρα, κατά κανόνα λειτουργούν ανεστραμμένες. Δηλαδή με τις επενδύσεις στη δασοπονία, ο πρακτικός στόχος είναι η βελτίωση της αρνητικής επικέρδειας των κεφαλαίων. Υπάρχει βέβαια σε μερικές χώρες και σε μερικές περιπτώσεις θετική επικέρδεια, κάτω όμως από τις ευνοϊκότερες συνθήκες, δηλαδή μέσα από μία ενδεδειγμένη, ορθολογική και μακροχρόνια σταθερή επενδυτική πολιτική.

Συνθήκες τέτοιες στην Ελλάδα ποτέ δεν υπήρξαν. Στην Ελλάδα, όπως και στις περισσότερες χώρες του κόσμου, έχει αναγνωριστεί η κοινωνική και οικολογική αναγκαιότητα της ύπαρξης των δασών, έτσι το κράτος ως ο μόνος συλλογικός κοινωφελής φορέας ικανός να διαχειριστεί αυτή την τεράστια φυσική κληρονομιά σε μακροπρόθεσμη βάση, υποτίθεται πως αναλαμβάνει αφ΄ ενός να οργανώσει και να συντονίσει αυτό το βασικό και εθνικής σημασίας έργο, αφ΄ ετέρου ν΄ αντλήσει τους απαραίτητους οικονομικούς πόρους για τη δασοπονία από άλλες πηγές που οφείλουν να παρουσιάζουν θετική επικέρδεια. Αυτός θεωρείται -και πρέπει να θεωρείται- στην παρούσα συγκυρία ο μόνος τρόπος για να διασφαλιστεί η διατήρηση των φυσικών πόρων και για τις επόμενες γενιές, μέσα από την αρχή της αειφορικής διαχείρισής τους.

Η ελληνική οικονομία: η μεγάλη ασθένεια
Είναι γνωστό από τις αναλύσεις των οικονομολόγων ότι η ανάπτυξη στο σύγχρονο ελληνικό κράτος στηρίχθηκε και στηρίζεται στην εισροή κεφαλαίων από το εξωτερικό. Όχι, όπως θα έπρεπε, στο εγχώριο παραγωγικό δυναμικό, δηλαδή στην ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα με την ορθολογική εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας. Δηλαδή των φυσικών πόρων της.

Η εισβολή του ξένου χρήματος -όπως γίνεται σ΄ αυτές τις περιπτώσεις- συνοδεύτηκε από τον οικονομοκεντρισμό, την εμπορευματοποίηση και τον σταδιακό εκχρηματισμό, μέσω της αύξησης της έντασης κεφαλαίου εις βάρος της έντασης εργασίας, ακόμη και των βασικότερων παραγωγικών διαδικασιών, οι σπουδαιότερες από τις οποίες βέβαια αφορούν στην άμεση εξάρτηση του κοινωνικού ιστού από το φυσικό περιβάλλον. Έτσι ένας ολόκληρος λαός που, ακριβώς χάρη σ΄ αυτή τη στενή σχέση με τους φυσικούς πόρους της χώρας του, κατόρθωσε να επιβιώσει μετά από τα τετρακόσια χρόνια της τούρκικης σκλαβιάς, μέσα σε ελάχιστες δεκαετίες αποξενώθηκε από το φυσικό του χώρο τόσο ώστε κατάντησε να προσδοκά την (οικονομική) σωτηρία του στο αντίθετο άκρο: στον υπερδιογκωμένο και οικονομικά παθητικό -όπως ήταν επόμενο- τριτογενή τομέα.

Μέσα από αυτό τον φαύλο κύκλο, φτάσαμε στο σημείο ο μεν Έλληνας πολίτης να μην έχει πια λόγο να ενδιαφέρεται για το φυσικό περιβάλλον του τόπου του -εφ΄ όσον δεν προσδοκά όφελος απ΄ αυτό- το δε κράτος να έχει μόνιμη τακτική (αδιέξοδη τακτική που κατάντησε στρατηγική!) να καταφεύγει σε ολοένα πιεστικότερες εισπρακτικές πολιτικές -εις βάρος του πολίτη- για να καλύπτει τα αυξανόμενα ελλείμματα. Από τη μια οι πόροι από παραγωγικές επενδύσεις (μόνο αυτοί είναι οι πραγματικοί πόροι) λείπουν και από την άλλη το χρήμα πιέζει για την άμεση επαναπόκτηση των κεφαλαίων που διατέθηκαν. Και μάλιστα το απαιτεί αυτό μέσα από τον δευτερογενή (μεταποιητικό) και τριτογενή κυρίως τομέα (κεφαλαιακή αγορά στην πράξη), οπωσδήποτε πάντως μακριά από τις μακροπρόθεσμες και συνεπώς μη άμεσα κερδοφόρες επενδύσεις του πρωτογενούς τομέα.

Φτάσαμε λοιπόν στο καταπληκτικό σημείο όχι μόνο οι επενδύσεις στον πρωτογενή τομέα να είναι πολύ μικρότερες από αυτές του τριτογενούς (όσες γίνονται προκαλούνται ουσιαστικά από τις ποικίλες κοινωνικές πιέσεις) αλλά και να επιδοτούνται πρακτικές που θέτουν σε κίνδυνο την ίδια την ύπαρξη της ελληνικής φύσης. Παράδειγμα η μαζική κτηνοτροφία που δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο συστηματικότερος καταστροφέας του ελληνικού περιβάλλοντος (3) (σημ.: το κείμενο γράφτηκε το 1998). Γιατί βέβαια κανείς δεν προτίθεται να διαθέσει κεφάλαια στη δασοπονία με το εσωτερικό επιτόκιο του 3,5%. Δεν ισχύει όμως καθόλου το ίδιο με την κτηνοτροφία που ενώ μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο στην Ελλάδα ήταν περιορισμένη, σήμερα με την εντελώς άναρχη παραδοσιακή αγελαία κτηνοτροφία υπεβόσκεται το 65% της συνολικής έκτασης της χώρας! Στο ίδιο πνεύμα, τα διατιθέμενα κονδύλια είτε προέρχονται από την ΕΟΚ απ΄ ευθείας είτε πλέον από «εσωτερική» χρηματοδότηση, κατά το μεγαλύτερο μέρος τους διατίθενται για μεγάλης κλίμακας έργα, βάρβαρες τεχνικές επεμβάσεις που ασελγούν στο σώμα της χώρας. Οι μέτοχοι των εταιρειών κερδίζουν και η ελληνική γη στενάζει κάτω από τις ερπύστριες των κίτρινων τεράτων.

Την περασμένη δεκαετία, ο Έλληνας Υπουργός Γεωργίας Ι. Μπούτος, «αξιοποιώντας» τις αναλύσεις των οικονομολόγων του, δήλωσε χωρίς ενδοιασμό: «δε θέλω δάση, λεφτά θέλω!». Ο σημερινός Υπουργός ΠΕΧΩΔΕ Κ. Λαλιώτης δηλώνει: «Η οικολογία ως Λόγος και Αντίλογος δεν μπορεί και δεν πρέπει να αποτελεί μια αμελητέα πτυχή ή μια υποταγμένη παράμετρο στον οικονομικό σχεδιασμό» και μερικές σελίδες πιο κάτω: «Στην περίοδο 1994-1999 μόνο το ΥΠΕΧΩΔΕ θα διαθέσει και θα διαχειριστεί για το σχεδιασμό και την εκτέλεση των Μεγάλων Έργων αλλά και των Έργων Εθνικής και Περιφερειακής κλίμακας το ποσό των 3,5 τρις. Αυτό το ποσό των 3,5 τρις προκύπτει από τη σύντηξη Εθνικών και Κοινοτικών Πόρων. Η ύπαρξη και η δέσμευση αυτού του ποσού αποδεικνύει ότι η απορρόφηση των πόρων αυτών είναι η μεγάλη πρόκληση για την ανάπτυξη, το μεγάλο στοίχημα της Ελλάδας για τη συντεταγμένη πορεία της στον 21ο αιώνα» (4).

Το ελληνικό περιβάλλον: ο μεγάλος ασθενής
Στην Ελλάδα οι ιδιωτικές δασικές εκτάσεις καταλαμβάνουν ένα σημαντικό ποσοστό της επιφάνειας της χώρας και στην πλειοψηφία τους (σε έκταση) πρόκειται για μεγάλες ιδιοκτησίες, που προήλθαν από την εξαγορά τίτλων ιδιοκτησίας από τους αποχωρούντες Τούρκους «για μερικά γρόσια», από πρόσωπα που είχαν τότε πολιτική ισχύ και επιρροή (τσιφλικάδες και μοναστήρια). Έτσι ξεκίνησε η μεγάλη πληγή, το ιδιοκτησιακό πρόβλημα. Οι πολύπλοκες μορφές κυριότητας, συγκυριότητας ή διακατοχής μεταξύ δημοσίου και τρίτων είναι ο ανασταλτικός παράγοντας που φρενάρει κάθε είδος νοικοκυρέματος και ανάπτυξης, ενώ ενθαρρύνει την κερδοσκοπία της γης και τις καταλήψεις και καταπατήσεις των δασικών εκτάσεων. Η δασοπονία, η γεωργία, η κτηνοτροφία, η οικιστική χρήση, η μεταλλευτική χρήση, ο τουρισμός και όλες οι άλλες οικονομικές δραστηριότητες βρίσκονται σε συνεχή και ανελέητη σύγκρουση μεταξύ τους. Η έλλειψη χωροταξικού σχεδιασμού, κτηματολογίου κλπ. έχει σαν αποτέλεσμα την έντονη αποδάσωση, τη μη αναστρέψιμη απώλεια παραγωγικών εδαφών, την καταστρεπτική δράση των χειμάρρων και την ολική πολλές φορές και μη αναστρέψιμη καταστροφή του περιβάλλοντος.

Το πρόβλημα δεν είναι ούτε οικονομικό ούτε τεχνικό - είναι ένα πρόβλημα βασικής πολιτικής. Επειδή οι προσπάθειες στρέφονται στη θεραπεία των συμπτωμάτων και όχι της ασθένειας (στην πραγματικότητα δεν γίνεται ούτε κι αυτό!), συμβαίνουν τα εξής κακά: α) το περιβάλλον μένει αθεράπευτο και χωρίς προοπτική θεραπείας, β) πολύτιμα χρήματα ξοδεύονται άδικα και γ) οι άστοχες ενέργειες το τραυματίζουν ακόμα περισσότερο.

Περιβαλλοντική πολιτική: η μεγάλη απούσα
Η συνεπακόλουθη αστυφυλία μέσα από την αποαγροτοποίηση του πληθυσμού, τη μετανάστευση, την ανεργία και τη γενική οικονομική ύφεση επιτείνει το πρόβλημα, επειδή τώρα το εκκρεμές επιστρέφει στην αρχική του θέση αλλά με πολύ χειρότερους όρους. Οι κάτοικοι των πόλεων ζητώντας να απομακρυνθούν όσο μπορούν από τις αφόρητες συνθήκες της διαβίωσής τους, ξεχύνονται στην ύπαιθρο ολοένα και περισσότερο διατεθειμένοι να πληρώσουν σημαντικά ποσά για να αγοράσουν εξοχικές κατοικίες και γη. Οι κάτοικοι της υπαίθρου από την άλλη, όσοι απομένουν εκεί, επανακάμπτουν, όμως τώρα υπό καθεστώς ανάγκης: είτε ως μικροκαλλιεργητές που στοχεύουν προς την καταπάτηση της δασικής γης στην έσχατη προσπάθειά τους για αύξηση του εισοδήματός τους ή και ως κτηνοτρόφοι που στοχεύουν στη διατήρηση κοπαδιών με τον ίδιο οικονομικό στόχο (ας μη σταθούμε σ΄ αυτούς που έχουν ήδη πλουτίσει και συνεχίζουν...). Οι κυνηγοί διεκδικούν αυτό που οι ίδιοι θεωρούν ως δικαίωμά τους στις δασικές εκτάσεις. Οι μεταλλευτικές επιχειρήσεις πιέζουν για ολοένα και μεγαλύτερο όγκο εργασιών. Η αγορά ξύλου, ήδη προβληματική στις εισαγωγές, πιέζει για μεγαλύτερες ξυλοπαραγωγές. Τα υποβαθμισμένα γεωργικά εδάφη, χάρη στις εξαντλητικές μεθόδους καλλιέργειας της συμβατικής γεωργίας αλλά και τα αυξανόμενα έργα του ανθρώπου τόσο στην ύπαιθρο όσο και στις πεδινές αστικές περιοχές, απαιτούν πιο έντονη αντιπλημμυρική προστασία. Η γεωργία και η βιομηχανία απαιτούν περισσότερο νερό. Οι αστικοί πληθυσμοί απαιτούν περισσότερα περιαστικά δάση για αναψυχή αλλά και τα δάση που βρίσκονται σε όλο και μεγαλύτερες αποστάσεις, χάρη στη δυνατότητα μετακίνησης που παρέχει η μαζική χρήση του αυτοκινήτου. Έτσι το δασικό έδαφος έχει γίνει ο κοινός στόχος πρακτικά όλων των κοινωνικών ομάδων. Όλα αυτά σημαίνουν ότι ο δρόμος ανοίγει για την αλματώδη αύξηση της αξίας της δασικής γης, τις καταπατήσεις, τους αποχαρακτηρισμούς της χρήσεως γης, την οικοπεδοφαγία κλπ.

Η καταστροφή του ελληνικού περιβάλλοντος δεν είναι θα λέγαμε το πρόβλημα, είναι το φανερό και επίμονο σύμπτωμα μιας χρόνιας ασθένειας. Αυτή δεν είναι καθόλου αδιάγνωστη! Το Πόρισμα της Διακομματικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής του 1993 (3) αποδεικνύει ότι όλοι γνωρίζουν -ή οφείλουν να γνωρίζουν!- και μάλιστα με κάθε λεπτομέρεια το τι πρέπει να γίνει για να σωθεί το ελληνικό περιβάλλον γενικά και ειδικά. Με κάθε λεπτομέρεια! Είμαστε λοιπόν υποχρεωμένοι να συμπεράνουμε ότι αυτό που δεν υπάρχει δεν είναι η γνώση του τι πρέπει να γίνει, αλλά η πολιτική βούληση για να γίνει αυτό που είναι γνωστό ότι πρέπει να γίνει. Και δε φτάνει αυτό αλλά συμβαίνει και το χειρότερο από όλα: υπάρχει η πολιτική βούληση για το ακριβώς αντίθετο! ... για την καταστροφή του περιβάλλοντος!
Για να το διαπιστώσει αυτό κανείς, αρκεί να μελετήσει τα Σχέδια Νόμου κι όλα τ΄ άλλα θεσμικά μέσα σχετικά με τις δασικές εκτάσεις, που έχουν προταθεί από τις κυβερνήσεις των τελευταίων δεκαετιών. Στην αυγή της τρίτης χιλιετίας, η Ελλάδα μπαίνει πανηγυρικά στην «αναπτυγμένη» Ευρώπη εφοδιασμένη με ένα... Υπουργείο Ανάπτυξης (διάβαζε «Υπανάπτυξης») υποταγμένο στον αμαρτωλό κύκλο του χρήματος. (Είναι χαρακτηριστικό ότι αυτό προήλθε από ... μετάλλαξη του Υπουργείου Εμπορίου.) Στο όνομα μιας «ανάπτυξης» που αφήνει πίσω της μονάχα ερείπια, κομμάτια έφτασε να γίνεται ακόμα και το Σύνταγμα του Κράτους σύμφωνα με το οποίο το περιβάλλον προστατεύεται με ειδικές διατάξεις. Είτε με άμεσες καταστροφές είτε με την συγκάλυψη μιας ένοχης ανοχής και κρατικής απουσίας, οι βιότοποι υγρότοποι φυσικά αποθέματα κλπ. που απομένουν είναι τόποι περιζήτητοι για «τουριστικές επιχειρήσεις» «αναπλάσεις» «αξιοποιήσεις» και δε συμμαζεύεται, τα περιαστικά δάση γίνονται οικόπεδα, τα οικιστικά σχέδια (σχέδια χωρίς σχέδια...) τρώνε λίγο λίγο τη χώρα, δασικές εκτάσεις ισοπεδώνονται για χωματερές βιομηχανικές ζώνες κλπ. (έχουμε τέτοιες προοπτικές για τη βιομηχανία μας που τα εργοστάσια ... δεν ξέρουμε πού να τα βάλουμε), δημόσιες εκτάσεις ξεπουλιούνται νομίμως στους καταπατητές αντί πινακίου φακής και όλα αυτά γίνονται στην ευρωπαϊκή χώρα με τα λιγότερα δάση και -αυτολεξεί!- «για την εξυπηρέτηση της εθνικής οικονομίας»! (5) Αλλά ακόμα και με οικονομικούς όρους τη διαφορά μεταξύ «ανάπτυξης» και πραγματικής ανάπτυξης δίνουν οι εξής δύο απλές διαπιστώσεις: α) το κόστος που πληρώνουμε όλοι για την αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών προβλημάτων και β) το γεγονός ότι η προστασία του περιβάλλοντος δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας. Σε έκθεση της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (1997) αναφέρεται ότι είναι διαθέσιμες 3,5 εκατομμύρια θέσεις εργασίας στην ΕΕ για το περιβάλλον και 2 εκατ. για τις καθαρές τεχνολογίες.

Το ελληνικό κράτος από τα πράγματα αποδεικνύεται απρόθυμο να ασκήσει το βασικό κοινωφελή του ρόλο. Καμμιά κυβέρνηση της νεότερης πολιτικής ιστορίας της Ελλάδας δεν τόλμησε ποτέ να θέσει τις υγιείς βάσεις μιας ουσιαστικής περιβαλλοντικής πολιτικής, αναλαμβάνοντας το κόστος το οποίο αυτό το τόλμημα θα απαιτούσε.

Φτάσαμε να ακούμε κατά καιρούς δια στόματος υψηλά ισταμένων ότι οι δασικές πυρκαγιές στην Ελλάδα οφείλονται στις ιδιομορφίες του μεσογειακού τοπίου! Όμως οι μαρτυρίες των αρχαίων δείχνουν ότι ο ελλαδικός χώρος καλύπτονταν από καταπληκτικά δάση - με εξαίρεση τις περιοχές των μεγάλων πόλεων. Μέσα σ΄ ένα καθεστώς σύγχυσης, οι αρμοδιότητες των κρατικών υπηρεσιών συγκρούονται μεταξύ τους, η πολεοδομική νομοθεσία συγκρούεται με τη δασική, τα αυθαίρετα κτίσματα νομιμοποιούνται με τρόπο που υποδηλώνει έμμεσα στους πολίτες και τη μέθοδο απόκτησής τους ... Η πολυνομία και οι αναχρονιστικές διατάξεις της στρεβλής δασικής νομοθεσίας δημιουργούν νόμιμες καταστροφές στο δάσος, αδικίες σε βάρος προσώπων με θεμιτές αξιώσεις έναντι του δημοσίου (εφ΄ όσον το δημόσιο αναγνωρίζει το θεσμό της ιδιοκτησίας δασικής γης οφείλει και να τον σέβεται!), αλλά δημιουργούν και κίνητρα εμπρησμού καθαρά για λόγους κερδοσκοπίας.

Το περιβάλλον -αλλοίμονο- κατάντησε οικονομική αξία και φυσική απαξία. Η πολιτεία, ανίκανη να χαράξει και να εφαρμόσει μακροπρόθεσμη και σταθερή πολιτική επί των φυσικών πόρων επειδή στερείται των φυσικών και οικονομικών προϋποθέσεων για να το πράξει, αυτοπεριορίζεται στο ρόλο του θύτη-συνενόχου. Μέσα σε ένα κλίμα οικονομικής αναρχίας όπου δεν υπάρχει ούτε καν σαφής διαχωριστική γραμμή μεταξύ των εννοιών της οικονομίας και της παραοικονομίας, ο πολίτης εξαγοράζει από το κράτος με χρήματα την όποια επέμβασή του στο δάσος (δασικές εκτάσεις), το δε κράτος ως αντάλλαγμα νομιμοποιεί τις διάφορες αυτές ενέργειες που συμβαίνουν σε έδαφος το οποίο, από νομική άποψη, είτε εξακολουθεί είτε παύει να χαρακτηρίζεται ως δασικό.

Από την άλλη άκρη, ο πολίτης έχει τις δικές του ευθύνες. Θα μπορούσε να ειπωθεί ότι στα εγκλήματα του περιβάλλοντος ο πολίτης είναι ο φυσικός αυτουργός και η πολιτεία ο ηθικός αυτουργός. Επειδή, όπως αναπτύξαμε στην αρχή, τον πρώτο λόγο πρέπει να έχει η πολιτεία με την χάραξη μακροχρόνιας περιβαλλοντικής πολιτικής χάρη στην ιδιαιτερότητα του περιβάλλοντος ως φυσικού αγαθού που πρέπει να εξαιρείται από τον κλασσικό οικονομικό χειρισμό, αυτή είναι που έχει και το μεγαλύτερο βάρος της ευθύνης.
Ενώ η πολιτική ώφειλε να είναι η αφέντρα της οικονομίας, έγινε δυστυχώς η δούλα της. Το σύγχρονο κράτος, αυτό που ώφειλε να είναι ο θεματοφύλακας του περιβάλλοντος, έγινε ο μεγάλος καταστροφέας του. Και το βασικό οικονομικό πρόβλημα του περιβάλλοντος έγινε το αξεπέραστο πολιτικό του πρόβλημα.

Η κρίση της οικονομίας και η οικονομία της κρίσης
Σύμφωνα με τις αρχές της οικονομικής ανάπτυξης σε όλον τον σημερινό κόσμο, το περιβάλλον δεν είναι τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο από ένας αναλώσιμος συντελεστής της παραγωγής. Από την καταστροφή του περιβάλλοντος η οικονομία είναι ο μόνος και μεγάλος ωφελημένος.

Στον κόσμο της παγκοσμιοποίησης και του ανεξέλεγκτου ανταγωνισμού, συμβαίνει το παράδοξο τα καταναλωτικά αγαθά (προϊόντα τεχνολογίας) να φτηναίνουν και τα φυσικά αγαθά που σχετίζονται με την επιβίωση -γη, κατοικία, νερό, τροφή, ζωτικός χώρος- να ακριβαίνουν. Πράγμα που αναντίρρητα σχετίζεται με τη βασική αρχή της αγοράς «όσο περισσότερο σπανίζει κάτι τόσο περισσότερο κοστίζει». Και άρα τόσο περισσότερο κέρδος φέρνει η εμπορεία του. Μπορεί αυτό να φαίνεται από πρώτη άποψη μια διατύπωση αφελής ή τρομακτική, αλλά αυτή η βασική θέση ξεκαθαρίζει τη σχέση της σύγχρονης οικονομίας με την οικολογία, με την ηθική και με κάθε ανθρώπινη αξία. Η οικονομία ασχολείται με τα εσωτερικά της αριθμητικά προβλήματα, πέρα από αυτά αδιαφορώντας για τους πάντες και τα πάντα. Οι σημερινές κοινωνίες αναπτύσσονται με κινητήρια δύναμη ένα χρήμα που δεν έχει ούτε χρώμα ούτε ηθική. Αποδεικνύεται ότι η σύγχρονη οικονομία, έτσι όπως λειτουργείται από αυτούς που την κατευθύνουν, στρέφεται εναντίον της φύσης, εναντίον του ανθρώπου, εναντίον της κοινωνίας, εναντίον του πολιτισμού. «Μακρυνός ο κήπος, ακριβά τα λάχανα» λέει μια ρήση και η οικονομία αυτό κάνει: παρεμβάλλεται ανάμεσα στον άνθρωπο και τη φύση και απομακρύνει τον κήπο (καταστρέφει τη φύση) ώστε να πουλάει ακριβότερα τα λάχανα (τους φυσικούς πόρους). Και μάλιστα η καταστροφή επεκτείνεται με γοργό ρυθμό, καθώς στα καταναλωτικά αγαθά η οικονομία έχει ήδη κορεστεί και πολλοί επιχειρηματίες στρέφονται προς τα φυσικά αγαθά - μια και χωρίς αυτά κανένας δεν μπορεί να ζήσει. Και πρέπει επιτέλους και στη χώρα μας η οικολογική σκέψη να περιορίσει τις νεφελοβασίες και τους μεγαλοϊδεατισμούς και να μπει σε μια τάξη, αρχίζοντας απ΄ αυτά τα πολύ απλά και βασικά πράγματα.

Στην διεθνή οικολογική σκέψη, μιλούν μερικοί για ένα κρίσιμο πέρασμα, για το πέρασμα από την αρχή του «zone management» (διαχείριση σε ζώνες) σ΄ αυτή του «intergrated management» (ολοκληρωμένη διαχείριση). Σύμφωνα με την πρώτη, αποφασίζεται ποιές περιοχές θα θυσιαστούν στον «βωμό της οικονομίας» και ποιές περιοχές θα διατηρηθούν σε φυσική κατάσταση. Σύμφωνα με τη δεύτερη τέτοιος διαχωρισμός δεν γίνεται (δίδαξαν οι αποτυχίες!) αλλά όλες οι δραστηριότητες πρέπει να συνυπάρχουν αρμονικά παντού. Από μερικούς θεωρητικούς αναπτύσσεται η «θεωρία της συστημικής προσέγγισης»: με βάση την αρχή ότι το περιβάλλον δεν προσφέρει μόνο οικονομία αλλά είναι ένα υπερπολύπλοκο σύστημα αλληλεπιδράσεων μεταξύ φύσης και ανθρώπου, οι οικονομικές παράμετροι δεν είναι αυτές που καθορίζουν τις πρακτικές στον χειρισμό του περιβάλλοντος αλλά θεωρούνται «ισότιμες» με όλες τις άλλες παραμέτρους στις επιλογές. Όμως αυτό το αποστρέφεται η οικονομία, γιατί αυτή στη μανία της για αύξηση της διαφοράς μεταξύ εκροών και εισροών, προσπαθεί να εξωτερικεύει κάθε κόστος (μη ενσωματώνοντας το κόστος της χρήσης-ανάλωσης-διατήρησης-ανάκαμψης των φυσικών πόρων). Η σημερινή συγκυρία δεν αφήνει περιθώρια για ελπίδες ότι αυτή η θεωρία πρόκειται σύντομα να γίνει πράξη.

Κάτω από την ισχυρότατη πίεση για ριζικές αλλαγές, οι ανθρώπινες κοινωνίες άρχισαν ήδη να αναθεωρούν και να μετατοπίζουν τις αξίες τους. Αλλά η αμείλικτη οικονομία δείχνει εντελώς απρόθυμη για κάτι τέτοιο. Οι οικονομολόγοι δεν θέλουν να ξέρουν πώς λειτουργεί η φύση, τους αρκεί να ξέρουν πώς λειτουργεί το χρηματιστήριο.

Λανσάρεται τελευταία μια νέα ιδέα, το λεγόμενο σκεπτικό των «πράσινων φόρων». Οικονομολόγοι και πολιτικοί προτείνουν την επιβολή ειδικού φόρου στα φυσικά αγαθά, για την εξοικονόμηση πόρων για τις πολιτικές του περιβάλλοντος, είτε με την πρόσθεση νέων άμεσων φόρων είτε με την μετακύλιση της φορολογίας από την εργασία π.χ. στην κατανάλωση. Ακούμε φράσεις όπως «αν η Ευρώπη θέλει την προστασία του Αμαζονίου πρέπει να πληρώσει» ή «η ανάπτυξη θα είναι οπωσδήποτε ακριβή». Αλήθεια, η ανάπτυξη μέχρι τώρα ήταν φτηνή; Σύμφωνα με φετινή μελέτη του Λέστερ Μπράουν, προέδρου του Worldwatch Institute για τις τάσεις στον πλανήτη, «ο κόσμος σήμερα είναι οικονομικά πλουσιότερος (συνολικά, όχι κατά κοινωνικές κατηγορίες, περιοχές κ. α.) και περιβαλλοντικά φτωχότερος από ποτέ». Το πρόβλημα δεν είναι ότι δεν υπάρχει χρήμα, αλλά ποιος το έχει και ποιος θα πληρώσει. Με το σκεπτικό των «πράσινων φόρων» διαπράττεται το βασικό σφάλμα να αποπειράται να λυθεί με ένα οικονομικό «κόλπο» ένα πρόβλημα το οποίο, όπως αναπτύχθηκε, δεν είναι στην ουσία του ένα πρόβλημα οικονομικό. Στη σημερινή οικονομία θα ήταν αδύνατο να αποτρέψει κανείς τον επιχειρηματία να αναπροσαρμόσει τις τιμές αμέσως μετά την επιβολή οποιουδήποτε φόρου, επομένως και αφού τα φυσικά αγαθά είναι αγαθά ανάγκης, τέτοιες ιδέες μόνο παραπλανητικές και παρελκυστικές μπορεί να είναι - ο πολίτης πάλι θα (την) πληρώσει. Ο φτωχός θα έρθει σε θέση ακόμα δεινότερη και ο πλούσιος θα επωφεληθεί, μια και θα εξακολουθήσει να μπορεί να υπερκαταναλώνει τους πόρους ενώ θα ισχυροποιηθεί και η δυνατότητά του να τους εμπορεύεται.

Η βροχή δεν πέφτει από τον ουρανό...
«Η βροχή δεν πέφτει από τον ουρανό, πηγάζει από το ίδιο το έδαφος. Οι έρημοι δεν σχηματίζονται επειδή δεν υπάρχει βροχή, μάλλον η βροχή παύει να πέφτει επειδή εξαφανίζεται η βλάστηση. Η κατασκευή ενός φράγματος είναι μια προσπάθεια να θεραπεύσουμε τα συμπτώματα της ασθένειας, αλλά δεν είναι η στρατηγική που θα αυξήσει τις βροχοπτώσεις. Πρώτα πρέπει να μάθουμε πως θα αποκαταστήσουμε τα παλιά δάση. Δεν έχουμε χρόνο να ξεκινήσουμε μια επιστημονική μελέτη για να δούμε γιατί οι έρημοι εξαπλώνονται. Ακόμη κι αν το προσπαθούσαμε, θα διαπιστώναμε πως όσο πίσω στο παρελθόν κι αν πάμε ψάχνοντας για αιτίες, από αυτές τις αιτίες προηγούνται άλλες αιτίες σε μια ατέλειωτη σειρά από συνυφασμένα γεγονότα και παράγοντες που ξεπερνούν τις ανθρώπινες δυνατότητες κατανόησης.» (M. Fukuoka, Η Φυσική Καλλιέργεια)

Είχαμε τη χαρά να συναντήσουμε τον ίδιο τον M. Fukuoka στο Ριζάρι του Ν. Πέλλας. Δεν είναι εύκολο να εξηγήσουμε το πώς σοκάρεται κανείς μπροστά στην απλότητα ενός ανθρώπου 85 χρόνων που δεν μπορεί να περπατήσει καλά-καλά, όταν τον αντικρύσει και τού έρθουν στο νου τα όσα αναλύει στα βιβλία του. Μάς είπε: «Από την Αθήνα ως εδώ από το τραίνο έβλεπα τη γη. Δεν είδα δέντρα που φέρνουν βροχή. Ποτέ μου δεν ξανάνοιωσα τέτοια απογοήτευση. Σε 15 χρόνια η γη σας θα είναι έρημος.»

Στην Ελλάδα, πάσχουμε από έντονη ανακολουθία θεωρίας και πράξης. Υπάρχουν σχετικά αρκετοί που επιδίδονται στη θεωρητική ενασχόληση με τα της οικολογίας (στο σπορ της ... θεωρίας ο Έλληνας ανέκαθεν διέπρεπε!) αλλά όταν έρθει η ώρα της πράξης η αδιαφορία είναι φανερή. Περιθώρια δεν έχουμε. Σε κάθε πρόβλημα, σε κάθε περίπτωση, εμείς οι πολίτες πρέπει να κινητοποιούμαστε, να ενημερωνόμαστε, να αναλαμβάνουμε δράση και πρωτοβουλίες. Σε όποιο σημείο του κόσμου κι αν έγινε ή γίνεται κάτι καλό για το περιβάλλον, αυτό πάντα ξεκινά με την ενεργοποίηση των ίδιων των πολιτών. Με την τρομερή ανοχή του «Homo katanaloticus», οι κεντρικές εξουσίες έχουν άλλα «καθήκοντα». Υπηρετούν πιστά μια οικονομία που ακόμα συμφωνεί με την τρομερή φράση του Λουδοβίκου του Μεγάλου: «apres nous le deluge - μετά από μάς ο κατακλυσμός».

Σημειώσεις
(1) Ο Ανασχεδιασμός της Δασικής Οικονομίας, ?λαν Ντέρνιγκ του Worldwatch Institute - Η Κατάσταση του Πλανήτη 1994.
(2) Δασική Οικονομική, Στάμου, Θεσσαλονίκη 1981.
(3) Για τη μελέτη σε βάθος του προβλήματος των πυρκαγιών και την υπόδειξη τρόπων οργάνωσης και μέσων για τη μακροπρόθεσμη και αποτελεσματική αντιμετώπισή τους, Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα, Μάιος 1993.
(4) Η Ελλάδα, οικολογικό και πολιτισμικό απόθεμα - δεδομένα, δράσεις προγράμματα για την προστασία του περιβάλλοντος, Υπουργείο Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, Αθήνα, Ιούλιος 1995.
(5) Αφού αποσύρθηκε, μετά από τις ισχυρές αντιδράσεις, το σχέδιο νόμου που προτάθηκε τον Ιούνιο του 1997 από τον Υπουργό Γεωργίας για το ξεπούλημα των δασικών εκτάσεων, επανήλθε ... ακόμα χειρότερο, με την συνεπικουρία και του Υπ. Οικονομικών. Ποιος θα μάς προστατέψει από τους «προστάτες» μας;

Περιοδικό "Νέα Σελήνη"



Σημείωση 17ο Τεύχος



 
     Συσχετιζόμενοι Σύνδεσμοι
· Περισσότερα για Νησιά
· Νέα administrator


Πιο δημοφιλής είδηση για Νησιά:
Για τη φώκια μονάχους - μονάχους, της Ναυσικάς Καραγιαννίδη


     Article Rating
Average Score: 0
Αριθμός Ψήφων: 0

Please take a second and vote for this article:

Excellent
Very Good
Good
Regular
Bad


     Επιλογές

 Εκτύπωση αρχικής σελίδας Εκτύπωση αρχικής σελίδας


"Οι φυσικοί πόροι και η οικονομία" | Κωδικός Εισόδου / Δημιουργία Λογαριασμού | 0 Παρατηρήσεις
Οι παρατηρήσεις είναι ιδιοκτησία του αποστολέα. Δεν ευθυνόμαστε για το περιεχόμενο τους.

Δεν επιτρέπεται η αποστολή σχολίων για τους Ανώνυμους Χρήστες. Παρακαλώ γραφτείτε πρώτα στην υπηρεσία.




PHP-Nuke Copyright © 2004 by Francisco Burzi. This is free software, and you may redistribute it under the GPL. PHP-Nuke comes with absolutely no warranty, for details, see the license.
Παραγωγή Σελίδας: 0.04 Δευτερόλεπτα