Στη μαγκιά, του Μάρκου Βαμβακάρη
Ημερομηνία Monday, June 23 @ 21:30:17 UTC
Θέμα Σύρος


Μετά από όλα αυτά τα. γεγονότα κατέβηκα στην πόλη μέσα στη Σύρα για να πιάσω οποιαδήποτε δουλειά και αν εύρισκα. Πήγα σ’ ένα κρεοπωλείο, χασάπης με κάποιο Λούη Κανέλη, άνθρωπο καλό και πολύ ζόρικο, ο οποίος είχε εγκληματήσει στη Σύρα. Οι Συριανοί είχαν καταθορυβηθεί με το πρώτο εκείνο έγκλημα ανάμεσα σε δυο καθολικούς. Έφυγα από κοντά του γιατί τον εφοβόμουνα. Επήγα μετά σ' έναν άλλον χασάπη, παραγιός, τον Ιωάννη Μίγα, που ήταν βλάσφημος, νευρικός, αλλά πολύ εντάξει στις συναλλαγές του.

'Όμως δεν έμεινα κι εκεί πολύ. Κάποιος δημοσιογράφος και εκδότης, ονόματι Ζούλας, εξέδιδε τότε την τοπική εφημερίδα με τίτλο το Π α ρ ά ρ τ η μ α και ζητούσε μικρά παιδιά για να πουλούν τις εφημερίδες του. Δεν έχασα καιρό και αμέσως πήγα και τον βρήκα. Μόλις με είδε με κράτησε αμέσως και έτσι άρχισα το καινούργιο μου επάγγελμα, δηλαδή εφημεριδοπώλης.
Μαζί με μένα ήταν περίπου τριάντα παιδιά ακόμη που όλα πουλούσαν σαν κι εμένα εφημερίδες: Ο εκδότης μάς είχε όλα τα παιδιά ομοιόμορφα ντυμένα. για διαφημιστικούς σκοπούς, και μάς έδινε φαγητό και ύπνο το βράδυ για όσους ήθελαν. Εγώ τις περισσότερες φορές κοιμόμουν εκεί με τα άλλα τα παιδιά, όλα-μαζί σε ένα δωμάτιο σαν στρατιώτες, και εκεί μέσα έβλεπε και άκουγε κανείς ό,τι δεν μπορούσε να φανταστεί.
Η μητέρα μου που καταλάβαινε ότι η δουλειά αυτή δε θα μου ήταν για καλό, με μάλωνε κάθε μέρα και μου έλεγε να μην συνεχίσω αυτή τη δουλειά και προπάντων να μην κοιμάμαι κάθε βράδυ μαζί με ξένα παιδιά, που τα περισσότερα ήταν αμφιβόλου διαγωγής. Εγώ όμως δεν της έδινα καμιά σημασία διότι άρχισε να με τραβά η ζωή αυτή που είχα αρχίσει, που όπως απεδείχθη αργότερα ήμουν προορισμένος γι' αυτήν. Έτσι αυτή τη δουλειά τη συνέχισα δυο περίπου μήνες, διάστημα αρκετό για να πάρουν τα μυαλά μου αέρα και ν’ αρχίσω πια τη ζωή που μ’ έκανε δέσμιό της τα περισσότερα χρόνια της ζωής μου. ?ρχισα να βλέπω και να γνωρίζω από κοντά τη ζωή του αλήτη, τον υπόκοσμο, την ατιμία, τη χαρτοπαιξία και όλα τα κακά, της μοίρας. Αλλά εγώ ήμουν αμέτοχος λόγω κυρίως της ηλικίας μου. Αφού δεν ήσουνα στο σπίτι σου, μικρό παιδί, τι περίμενες να πας να κάνεις εκεί πέρα, που ήταν άλλοι μικρότεροι, άλλοι μεγαλύτεροι; Παλιοδουλειές, παλιοαθρώποι, διάφορα πράματα γινόντουσαν. Με συγχωρείς, γαμιόντουσαν εκεί μέσα. Κι αλλονώνε πήραν κακοί δρόμοι αργότερα.  Δηλαδή αυτό ήταν διαφθορείο, διαφθορείο. Τον Ζούλα. δεν τον ένοιαζε. Τι να τον ένοιαζε;
Αυτοί ήταν αθρώποι που κοιτάζαν τα λεφτά, κι οικονόμαγε πολλά.

Λοιπόν εκεί στον Ζούλα μαζευόντουσαν εκεί πέρα, διάφοροι κλεφταράδες, μυστήριοι, απ’ όλα. Πόσες φορές ερχόντουσαν η αστυνομία κι ετσάκωνε κανένα. Ρε πούστη, πού πήγες εχτές κι έκλεψες εκείνο; Ξύλο! Σου λέω παλιοδουλειά. Έχω φάει τη μαγκιά με το κουτάλι.

---------------------------
Μάρκος Βαμβακάρης
Αυτοβιογραφία,
εκδ. Παπαζήση, 1978



20ο Τεύχος



Το άρθρο αυτό προέρχεται από eyploia.aigaio-net.gr
old.eyploia.gr

Το URL της ιστορίας αυτής είναι ο εξής
old.eyploia.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=2035